“Πώς είναι ο κόσμος, παρουσία των μελισσών, και πώς θα ήταν ή θα είναι αυτός, αν τελικά εκλείψουν…”
Επιστρέφει δυναμικά, ύστερα από διετή απουσία λόγω της πανδημίας του κορονοϊού, η Γιορτή Μελιού στη Θεσσαλονίκη (29/9-2/10), με τον χώρο αναψυχής του «Ξαρχάκου», απέναντι από τη ΧΑΝΘ, να μετατρέπεται σε ένα πάρκο, όπου κάθε διαδρομή του θα οδηγεί στην «πρωταγωνίστρια» μέλισσα και τα προϊόντα της.
Κεντρικό θέμα της φετινής γιορτής (σ.σ. πρόκειται για τη 13η διοργάνωση), στην οποία θα δώσουν το «παρών» 30 παραγωγοί είναι: «Η μέλισσα στη δίνη της κλιματικής αλλαγής». Στόχος των διοργανωτών αποτελεί η μύηση των πολιτών, μικρών και μεγάλων, στις «καθαρές» γεύσεις μελιού καθώς και η ενημέρωση και επιμόρφωσή τους για το πώς είναι ο κόσμος, παρουσία των μελισσών, και πώς θα ήταν ή θα είναι αυτός, αν τελικά εκλείψουν. Τη γιορτή φέτος συνδιοργανώνουν η 5η κοινότητα δήμου Θεσσαλονίκης, ο Μελισσοκομικός Σύλλογος του νομού και το εργαστήριο μελισσοκομίας του ΑΠΘ.
Τη γιορτή, όπως ανέφερε η αντιπρόεδρος του Μελισσοκομικού Συλλόγου νομού Θεσσαλονίκης, Λένα Οικονόμου, θα επισκεφθούν δημοτικά σχολεία του νομού Θεσσαλονίκης, τα οποία θα ξεναγηθούν και θα ενημερωθούν για τον θαυμαστό κόσμο των μελισσών από το προσωπικό του Εργαστηρίου Μελισσοκομία του ΑΠΘ, θα λάβουν μέρος σε διαδραστικά κινητικά εργαστήρια, όπως «σπάσε το μπαλόνι με το κεντρί σου», και φεύγοντας θα λαμβάνουν ως δώρο από ένα ατομικό βαζάκι μελιού των 30 γραμμαρίων.
Φέτος, όπως και όλα τα προηγούμενα χρόνια της διοργάνωσης, στο πλαίσιο της τετραήμερης γιορτής μελιού, θα μοιραστούν δωρεάν στους επισκέπτες, περισσότεροι από 10 τόνοι μελιού, 10.000 λουκουμάδες με μέλι και 100 κιλά γιαούρτι με μέλι.
Ακολουθώντας τις διαδρομές του πάρκου, οι επισκέπτες της φετινής διοργάνωσης, θα ανακαλύψουν διάφορα είδη μελιού που παράγονται στην Ελλάδα, παραδοσιακές γεύσεις, όπως πευκόμελο, ανθόμελο, βελανιδιά, καστανόμελο και σουσούρα, αλλά και πιο …σύγχρονες, όπως πορτοκαλόμελο, μέλι λεβάντας και με άνθη βάμβακος, σοκολατάκια με μέλι και χωρίς ζάχαρη, προϊόντα μέλισσας, γύρη, βασιλικό πολτό -που πλέον είναι πιστοποιημένος- κερί, πρόπολη, ποτά από μέλι, καθώς και καλλυντικά, συνταγές, κηραλοιφές και σαπούνια από τα προϊόντα της μέλισσας.
Στη διάρκεια της γιορτής θα ρέει επίσης, άφθονο το τσίπουρο μελιού (με γλυκάνισο και άνευ), ενώ ενδεχομένως να υπάρξουν -σε μικρότερη ποσότητα- ουίσκι και μπράντι μελιού. Όλα τα προϊόντα που θα διατεθούν στη γιορτή είναι ελεγμένα για την αγνότητα και τη γνησιότητά τους από το ειδικό εργαστήριο μελισσοκομίας του ΑΠΘ.
Οι επισκέπτες της γιορτής θα έχουν επίσης τη δυνατότητα να συζητήσουν απευθείας με παραγωγούς και επιστήμονες για τη μέλισσα και τα προϊόντα της, ενώ θα μπορέσουν να απολαύσουν -μεταξύ άλλων- μουσική βραδιά με τη Βάσω Βασιλειάδου για τα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή,το χορευτικό σύλλογο Μανδριτσιωτών- Θρακιωτών Θέρμης και τον Σύλλογο Ποντίων Θέρμης.
Ποικίλες δράσεις θα γίνονται καθ’ όλη τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου για τους μικρούς επισκέπτες της γιορτής που θα έχουν τη δυνατότητα να κατασκευάσουν κυψέλες και κάρτες, να χορέψουν και να δουν τον Καραγιόζη …μελισσουργό, μέσω θεάτρου σκιών.
Κλιματική αλλαγή- Κόστος παραγωγής- Ελληνοποιήσεις
Σύμφωνα με την κ. Οικονόμου, «λόγω και της κλιματικής αλλαγής, την τελευταία πενταετία καταγράφεται μειωμένη κατά 1/3 η παραγωγή μελιού, ενώ στη διάρκεια της επιβολής των μέτρων για την αποφυγή διάδοσης του κορονοϊού, οι μελισσοπαραγωγοί υπέστησαν σημαντική οικονομική ζημιά και απώλειες ζωικού κεφαλαίου, ενώ η τρέχουσα συγκυρία με τις ανατιμήσεις στην ενέργεια και τα καύσιμα, έχουν εκτινάξει το κόστος παραγωγής».
Αναφορικά με την αύξηση του κόστους παραγωγής, χαρακτηριστική είναι η δήλωση του ομότιμου καθηγητή, επικεφαλής του Εργαστηρίου Μελισσοκομίας επί χρόνια Ανδρέα Θρασυβούλου στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ότι σήμερα αυτό υπολογίζεται σε πάνω από 6,50 ευρώ/κιλό, όταν προ 10ετίας διαμορφωνόταν σε 5,40 ευρώ/κιλό. Σχετικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη μελισσοκομία, ο κ. Θρασυβούλου σημείωσε ότι, σήμερα, στην Ελλάδα, ο μέσος όρος ετήσια παραγωγής μελιού ανά κυψέλη ανέρχεται σε 10 κιλά, όταν κάποτε έφτανε και τα 18 κιλά, έναντι μέσου όρου 17 κιλών/κυψέλη στην ΕΕ και 30 κιλών/κυψέλη στην Γερμανία.
Πάντως, όπως τόνισε ο ίδιος, «οι μέλισσες έχουν τους μηχανισμούς προκειμένου να κάνουν τις προσαρμογές και να επιζήσουν». Πρόσθεσε, ωστόσο, πως «το γεγονός ότι τελικά θα προσαρμοστούν σε βάθος χρόνου, δεν σημαίνει ότι δεν υποφέρουν από την κλιματική αλλαγή και ότι δεν θα υποβαθμίζονται η ποιότητα και η ποσότητα των προϊόντων τους». Την προσοχή επέστησε -μεταξύ άλλων- στη χρήση φυτοφαρμάκων, εντομοκτόνων και ζιζανιοκτόνων, στα γενετικά τροποποιημένα φυτά και στη μονοκαλλιέργεια.
Απαντώντας σε ερώτηση για το θέμα των ελληνοποιήσεων μελιού στην Ελλάδα, ο κ. Θρασυβούλου επισήμανε ότι «εξακολουθεί να αποτελεί μια τεράστια “πληγή” για τον κλάδο, αφού μεγαλέμποροι συνεχίζουν να εισάγουν τεράστιες ποσότητες μελιού από το εξωτερικό, αμφιβόλου ποιότητας, με αποτέλεσμα να ρίχνουν και τις τιμές, αφού το διαθέτουν ανεξέλεγκτα. Με αυτή την πρακτική εξαπατούν αφενός μεν τους καταναλωτές, αφετέρου δε εντείνουν τα θέματα επιβίωσης για τους Έλληνες μελισσοκόμους».
ΑΠΕ