Κατόπιν χθεσινής απόφασης της Επιτροπής, το πόσιμο νερό σε ολόκληρη την ΕΕ θα πρέπει να παρακολουθείται πιο στενά για την πιθανή παρουσία δύο ενδοκρινικών διαταρακτών (β-οιστραδιόλη και εννεϋλοφαινόλη) σε όλη την αλυσίδα παροχής νερού.
Σύμφωνα με τις απαιτήσεις των κανόνων της ΕΕ για το πόσιμο νερό που ισχύουν από πέρυσι, η Επιτροπή κατάρτισε εχθές, 19 Ιανουαρίου, έναν πρώτο «κατάλογο επιτήρησης» των αναδυόμενων χημικών ενώσεων, προκειμένου να παρακολουθούνται και να αντιμετωπιστούν, εάν χρειαστεί.
Ο Επίτροπος Περιβάλλοντος, Ωκεανών και Αλιείας κ. Βιργκίνιους Σινκέβιτσους, δήλωσε σχετικά: «Δεν μπορούμε να κάνουμε συμβιβασμούς στα πρότυπα ποιότητας για το νερό της βρύσης που πίνουμε. Σήμερα εφαρμόζουμε νέους κανόνες που όχι μόνο προλαμβάνουν γνωστούς ρύπους, αλλά μας παρέχουν και εργαλεία για να αντιμετωπίσουμε τυχόν νέες ανησυχίες. Ξεκινούμε με δύο ουσίες που είναι ενδοκρινικοί διαταράκτες και οι οποίες επηρεάζουν την υγεία μας, το περιβάλλον και τη βιοποικιλότητα.»
Μετά την κατάρτιση του καταλόγου επιτήρησης, τα κράτη μέλη έχουν προθεσμία έως τις 12 Ιανουαρίου 2023 για να θεσπίσουν απαιτήσεις παρακολούθησης σ’ ολόκληρη την αλυσίδα παροχής πόσιμου νερού, καθώς και να λάβουν μέτρα σε περίπτωση υπέρβασης των καθοδηγητικών τιμών. Με την πάροδο του χρόνου, εάν εμφανιστούν νέες ουσίες που είναι πιθανό να υπάρχουν στο πόσιμο νερό και θα μπορούσαν να αποτελέσουν δυνητικό κίνδυνο για την υγεία — όπως ενδοκρινικοί διαταράκτες, φαρμακευτικά προϊόντα ή μικροπλαστικά — η Επιτροπή θα τις προσθέσει στον κατάλογο.
Ο νέος αυτός μηχανισμός θα συμβάλει στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής της ΕΕ για τα χημικά προϊόντα και του σχεδίου δράσης μηδενικής ρύπανσης για ένα περιβάλλον απαλλαγμένο από τοξικές ουσίες