Οι πλημμύρες οδήγησαν σε ένα από τα μεγαλύτερα κρούσματα STEC O157:H7 που καταγράφηκαν στο Ηνωμένο Βασίλειο από τις αρχές της δεκαετίας του 1980.
Το 2022, το E. coli STEC ήταν το τρίτο πιο συχνά κοινοποιημένο τροφιμογενές ζωονοσογόνο παθογόνο στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης/Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου. Τον Σεπτέμβριο του 2022, εντοπίστηκε μεγάλη εστία E. coli STEC στο Ηνωμένο Βασίλειο με 259 κρούσματα εκ των οποίων οι 75 νοσηλεύτηκαν. Το ξέσπασμα ήταν ένα από τα μεγαλύτερα κρούσματα STEC O157:H7 που καταγράφηκαν στο Ηνωμένο Βασίλειο από τα πρώτα αναφερόμενα κρούσματα STEC στις αρχές της δεκαετίας του 1980.
Χρησιμοποιώντας αλληλουχία ολόκληρου του γονιδιώματος, λαμβάνοντας συνεντεύξεις και ανιχνεύοντας τα τρόφιμα μέσω της αλυσίδας εφοδιασμού, οι αρχές κατέληξαν πως το «όχημα» μόλυνσης ήταν μολυσμένο μαρούλι σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Eurosurveillance. Για άλλη μία φορά λοιπόν, αποδεικνύεται ότι τα φυλλώδη λαχανικά και κυρίως το μαρούλι, ευθύνονται για περισσότερες (από όσες νομίζουμε) τροφικές δηλητηριάσεις.
Τα πιο συχνά αναφερόμενα συμπτώματα των θυμάτων, ήταν διάρροια και κοιλιακό άλγος, ακολουθούμενα από αίμα στα κόπρανα, ναυτία και, έμετος. Οι ηλικιακές ομάδες που επηρεάστηκαν περισσότερο ήταν ηλικίας 20-39 ετών και οι περισσότεροι είχαν καταναλώσει σαλάτα με μαρούλι έξω. Τα φύλλα της σαλάτας ήταν ένα μείγμα από επεξεργασμένα (κομμένα σε φέτες, ψιλοκομμένα και σε σακουλάκια), καθώς και μη επεξεργασμένα, άπλυτα ολόκληρα προϊόντα.
Οι επιστήμονες αποκάλυψαν ότι στο αγρόκτημα δεν εντοπίστηκε κανένα στοιχείο κακής πρακτικής και πως το μαρούλι είχε μολυνθεί από ζωικά απόβλητα κατά τη διάρκεια των έντονων βροχοπτώσεων και πλημμυρών που μετέφεραν το STEC από περιττώματα ζώων σε καλλιέργειες σε χωράφια. Ο καλλιεργητής ανέφερε ότι τα προϊόντα στο αγρόκτημα εκτέθηκαν σε στάσιμο νερό μετά από έντονες βροχοπτώσεις και τοπικές πλημμύρες. Οι δοκιμές ρουτίνας κατά τη διάρκεια της συγκομιδής πραγματοποιήθηκαν από τον καλλιεργητή και κοινοποιήθηκαν στην αρμόδια αρχή κατά τη διάρκεια της έρευνας. Τα αποτελέσματα αποκάλυψαν επίπεδα μόλυνσης του δείκτη E. coli του νερού πλύσης σαλάτας.
Η μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα πως είναι δύσκολο να εντοπιστούν ενέργειες που θα μπορούσαν να ληφθούν για τη μείωση του κινδύνου μολυσμένων νωπών προϊόντων που πωλούνται στο κοινό μετά από δυσμενή καιρικά φαινόμενα. Στο μέλλον, η προληπτική χρήση δεδομένων παρακολούθησης καιρού σε πραγματικό χρόνο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από τους αξιολογητές κινδύνου και τους διαχειριστές κινδύνου για τον εντοπισμό εκμεταλλεύσεων που αντιμετωπίζουν δυσμενή καιρικά φαινόμενα που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε κίνδυνο, για τη βελτίωση του μετριασμού του κινδύνου πριν και μετά τη συγκομιδή (π. ως μικροβιολογικός έλεγχος).
Ως εκ τούτου, οι ερευνητές συνιστούν πιο τακτική χρήση δεδομένων καιρού, ζώων και εδάφους που ενσωματώνονται σε προσεγγίσεις διερεύνησης επιδημιών για να συσχετιστούν τα μοτίβα έντονων βροχοπτώσεων και άλλα ασυνήθιστα καιρικά φαινόμενα με εστίες και συχνότητα γαστρεντερικών νόσων που μεταδίδονται με τρόφιμα, για ενημέρωση της βάσης στοιχείων και για καλύτερη κατανόηση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στη δημόσια υγεία.