Για ποιο λόγο οι παραγωγοί τροφίμων και ποτών έχουν μειώσει τη προσθήκη αλατιού στα προϊόντα.
Οι παραγωγοί τροφίμων και ποτών έχουν κάνει σημαντικά βήματα στη βελτίωση του προφίλ υγείας των προϊόντων τους, μειώνοντας το αλάτι κατά ένα τρίτο, τη ζάχαρη κατά ένα τέταρτο και τις θερμίδες κατά σχεδόν ένα τέταρτο σε ένα μέσο καλάθι αγορών από το 2015.
Αυτό προκύπτει από έρευνα της Kantar Worldpanel, η οποία υπογραμμίζει ότι οι εταιρείες-μέλη της Βρετανικής Ομοσπονδίας Τροφίμων και Ποτών (FDF) έχουν συνεισφέρει 33% λιγότερο αλάτι, 25% λιγότερη ζάχαρη και 24% λιγότερες θερμίδες στη βρετανική αγορά τροφίμων σε σύγκριση με έξι χρόνια πριν.
Η FDF προτρέπει τώρα την κυβέρνηση να αυξήσει τη στήριξη για πρωτοβουλίες αναδιαμόρφωσης, ιδίως για τις μικρότερες επιχειρήσεις τροφίμων, υποστηρίζοντας ότι η τρέχουσα υποστήριξη είναι μόνο ένα «κλάσμα από αυτό που είναι διαθέσιμο σε βιομηχανίες όπως η αεροδιαστημική ή η αυτοκινητοβιομηχανία».
Η ομοσπονδία επεσήμανε ότι μόνο το 2023, πάνω από 160 εκατομμύρια λίρες Αγγλίας διοχετεύονται στην έρευνα και ανάπτυξη για πιο υγιεινά προϊόντα.
Αυτές οι προσπάθειες αναδιαμόρφωσης αποτελούν μέρος της σταδιακής εφαρμογής των νέων νόμων του Ηνωμένου Βασιλείου με στόχο τη μείωση της κατανάλωσης τροφίμων με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά, αλάτι και ζάχαρη (HFSS). Τα μέτρα αυτά αποτελούν βασικό στοιχείο της στρατηγικής της χώρας για την ανάσχεση των ποσοστών παχυσαρκίας και την ενίσχυση της δημόσιας υγείας.
Αξιοσημείωτο μεταξύ αυτών των νομοθετικών μέτρων είναι ο «φόρος ζάχαρης», επίσημα γνωστός ως Soft Drinks Industry Levy. Εισήχθη τον Απρίλιο του 2018, η εν λόγω εισφορά επιβάλλει τέλος 24p στα ποτά που περιέχουν 8g ζάχαρης ανά 100ml και 18p ανά λίτρο στα ποτά με 5-8g ζάχαρης ανά 100ml, ως μια κίνηση για την καταπολέμηση της παιδικής παχυσαρκίας, αναφέρει το Coventry Live.
Οι Εργατικοί επιβεβαίωσαν ότι θα προωθήσουν τη νομοθεσία για την απαγόρευση της διαφήμισης προϊόντων με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά, αλάτι και ζάχαρη (HFSS) στην τηλεόραση πριν από τις 9 το βράδυ και περιλαμβάνει την πλήρη απαγόρευση των πληρωμένων διαδικτυακών διαφημίσεων για τα προϊόντα αυτά. Στόχος είναι να περιοριστεί η παιδική παχυσαρκία.
Πρόκειται μια πρωτοβουλία της βρετανικής κυβέρνησης, η οποία ξεκίνησε το 2021 επί πρωθυπουργίας της συντηρητικής κυβέρνησης του Μπόρις Τζόνσον και πρόκειται να τεθεί σε ισχύ το 2025. Η πρωτοβουλία στοχεύει στη βελτίωση της διατροφικής ποιότητας των προϊόντων που διατίθενται στο εμπόριο, μέσα από την προώθηση πιο υγιεινών επιλογών για τους καταναλωτές.
Η Kate Halliwell, εκπρόσωπος της FDF, τονίζει ότι η ανάπτυξη πιο θρεπτικών και γευστικών προϊόντων απαιτεί χρόνο, επενδύσεις και εξειδικευμένη γνώση. Παρά τις προόδους που έχουν γίνει στον κλάδο, ζητά περαιτέρω υποστήριξη από την κυβέρνηση, ειδικά για τις μικρότερες επιχειρήσεις.
Σημειώνει ότι οι επενδύσεις στην καινοτομία για υγιεινότερα τρόφιμα παραμένουν περιορισμένες, συγκριτικά με άλλους τομείς, όπως η αεροδιαστημική ή η αυτοκινητοβιομηχανία.
Από την πλευρά του, ο Alan Black από το Βρετανικό Ίδρυμα Διατροφής αναδεικνύει τη σημασία της συνεργασίας όλων των εμπλεκόμενων φορέων για την προώθηση καλύτερων διατροφικών προτύπων.
Υπογραμμίζει πως η μείωση επιβλαβών θρεπτικών συστατικών, όπως η ζάχαρη και το αλάτι, σε συνδυασμό με την αύξηση των ωφέλιμων συστατικών, όπως οι φυτικές ίνες, είναι στρατηγικές που μπορούν να έχουν θετικό αντίκτυπο στη δημόσια υγεία.