Η καναδική κυβέρνηση προχωρά σε χαρακτηρισμό των PFAS ως τοξικών και προετοιμάζει κανονισμούς.
Η καναδική κυβέρνηση ανακοίνωσε την πρόθεσή της να προχωρήσει σε αυστηρότερη ρύθμιση των χημικών ουσιών PFAS (per- and polyfluoroalkyl substances), που χρησιμοποιούνται ευρέως σε καταναλωτικά προϊόντα, όπως καλλυντικά, συσκευασίες τροφίμων και αδιάβροχα υφάσματα.
Η τελική έκθεση που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη επιβεβαιώνει ότι τα PFAS πληρούν τα κριτήρια για να χαρακτηριστούν ως τοξικά, σύμφωνα με τον καναδικό νόμο περί προστασίας του περιβάλλοντος.

Οι συγκεκριμένες ουσίες αποκαλούνται «για πάντα χημικές ουσίες», καθώς δεν διασπώνται στο περιβάλλον και ανιχνεύονται τόσο στο έδαφος όσο και στο ανθρώπινο αίμα. Μελέτες τις έχουν συνδέσει με σοβαρούς κινδύνους για την υγεία, όπως καρκίνο, ορμονικές διαταραχές, ηπατικά προβλήματα και διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος.
Η ανακοίνωση αυτή χαιρετίστηκε από περιβαλλοντικές οργανώσεις, που ασκούσαν πιέσεις για την αυστηρότερη ρύθμιση των PFAS. Η Cassie Barker από την Environmental Defence χαρακτήρισε την απόφαση ως «κρίσιμο πρώτο βήμα», κατηγορώντας τη βιομηχανία ότι επί δεκαετίες γνώριζε για τους κινδύνους των ουσιών αυτών, αλλά συνέχισε να τις χρησιμοποιεί για οικονομικό όφελος.
Η καναδική κυβέρνηση αποφάσισε να εξαιρέσει τα φθοροπολυμερή, όπως το εμπορικό σήμα Teflon, από την ταξινόμηση ως τοξικών, υποστηρίζοντας ότι έχουν διαφορετικό προφίλ κινδύνου. Η απόφαση αυτή προκάλεσε αντιδράσεις από περιβαλλοντικές ομάδες, αλλά έγινε δεκτή θετικά από τη χημική βιομηχανία.
Η Ένωση Χημικών Βιομηχανιών του Καναδά υποστήριξε την απόφαση, επισημαίνοντας ότι οι PFAS είναι απαραίτητες για πολλούς τομείς, από την κατασκευή ηλεκτρικών οχημάτων έως τα φαρμακευτικά προϊόντα.
Ο Καναδάς δεν είναι η πρώτη χώρα που προχωρά σε ρυθμίσεις για τις PFAS. Στις ΗΠΑ, η Καλιφόρνια και η Νέα Υόρκη έχουν απαγορεύσει τη χρήση τους σε ενδύματα από το 2025, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση προχωρά σε σταδιακή κατάργησή τους, εκτός από περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει διαθέσιμη εναλλακτική λύση.
Παράλληλα, ο Καναδάς έχει ήδη θέσει προτεινόμενα όρια για τις PFAS στο πόσιμο νερό και έχει εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές για τη χρήση τους σε λιπάσματα. Ωστόσο, η πλήρης απαγόρευση ή ο περιορισμός τους σε κρίσιμους βιομηχανικούς τομείς παραμένει ανοιχτό ζήτημα.