Το αποτύπωμα της παραγωγής τροφίμων σε κρίσιμες φυσικές διεργασίες της Γης επιχειρεί να καταγράψει έρευνα με δεκάδες επιστήμονες από Ευρώπη, ΗΠΑ, Αυστραλία και Ασία.
Πολλοί επιστήμονες έχουν προτείνει να υιοθετήσουμε την ανθρωπόκαινο ως την τελευταία γεωλογική εποχή της Γης, αυτήν που διαδέχθηκε την Πλειόκαινο, την Πλειστόκαινο και την Ολόκαινο, για να υπογραμμίσουν την επίδραση της ανθρώπινης δραστηριότητας στο κλίμα και τις γεωλογικές διεργασίες του πλανήτη.
Ωστόσο, είναι η πρώτη φορά που μια ευρύτατη επιστημονική έρευνα επιχειρεί να καταγράψει το αποτύπωμα της παραγωγής τροφίμων σε κρίσιμες φυσικές διεργασίες της Γης. Και μάλιστα τονίζουν ότι η ανθρώπινη παραγωγική δραστηριότητα έχει ξεπεράσει ήδη πολλά όρια ασφαλείας στο ευαίσθητο σύστημα της Γης.
Δεκάδες επιστήμονες από την Ευρώπη, της ΗΠΑ, την Αυστραλία, την Ασία (ανάμεσά στους βρίσκεται και ερευνήτρια από το εργαστήριο ιχθυολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης) επεξεργάστηκαν έναν τεράστιο όγκο δεδομένων και, υπό τον συντονισμό και τη χρηματοδότηση του Πανεπιστημίου Aalto της Φινλανδίας, κατέγραψαν επτά πεδία στις φυσικές διεργασίες του πλανήτη στα οποία διαπιστώνεται επίδραση από τα συστήματα παραγωγής τροφίμων.
Συγκεκριμένα, διαπίστωσαν επιδράσεις στο λεγόμενο πράσινο νερό, δηλαδή το νερό που απορροφάται από φυτά και μικροοργανισμούς και αποδίδεται ξανά στην ατμόσφαιρα, στα επιφανειακά γλυκά νερά και στα νερά των ωκεανών, στο αποκαλούμενο μπλε νερό, στις βιογεωχημικές ροές του γήινου συστήματος. Η επιστημονική χαρτογράφηση της επίδρασης της αγροτικής, κτηνοτροφικής παραγωγής και όλης της βιομηχανίας τροφίμων επιτρέπει να μπουν πιο σαφή όρια στην μελλοντική παραγωγή τροφίμων.
Οι μηχανισμοί της επίδρασης εύκολα μπορούν να γίνουν κατανοητοί: η δέσμευση άνθρακα στα δάση ή η διαρροή θρεπτικών ουσιών σε συστήματα γλυκού νερού της Γης, για παράδειγμα, προκαλούν σημαντική πίεση στο περιβάλλον. Το ίδιο ισχύει με την απώλεια βιοποικιλότητας όταν τεράστιες εκτάσεις δεσμεύονται σε μονοκαλλιέργειες, την αύξηση των εκπομπών μεθανίου που ενοχοποιείται για την αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη, ή με την υπερεκμετάλλευση των θαλάσσιων πόρων.
«Πρέπει να αρχίσουμε να παράγουμε τρόφιμα με βιώσιμο τρόπο. Με την αξιολόγηση της αλληλεπίδρασης των διαδικασιών του συστήματος της Γης μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι λαμβάνονται υπόψη σ τον σχεδιασμό και την εφαρμογή της πολιτικής παραγωγής τροφίμων, γεωργίας και αλιείας», τονίζει ο Δρ Στίβεν Λέιντ από το Εθνικό Πανεπιστήμιο της Αυστραλίας, ένας από τους συγγραφείς της έρευνας.
Οι ερευνητές επισημαίνουν την ανάγκη να επικοινωνούνται καλύτερα όλα τα διαθέσιμα δεδομένα για τις κακές επιδράσεις των συστημάτων παραγωγής τροφίμων σε όλες τις επιστημονικές ομάδες που εμπλέκονται- από τους γεωλόγους μέχρι τους τεχνολόγους τροφίμων- και ακόμη να συνομιλούν μεταξύ τους οι σχεδιαστές της γεωργικής, περιβαλλοντικής και θαλάσσιας πολιτικής.
Η μελέτη είναι δημοσιευμένη στο Nature Sustainability.