Η προσβολή του ιού εξαπλώνεται γρήγορα στην καλλιέργεια, και σε μικρό χρονικό διάστημα μπορεί να φθάσει και το 100%.
Την εμφάνιση του επιβλαβούς οργανισμού Τοmato leaf curl New Delhi virus (Ιός του καρουλιάσματος των φύλλων της τομάτας του Νέου Δελχί) σε υπαίθριες καλλιέργειες κολοκυθιού στην Π.Ε. Ηρακλείου, γνωστοποίησε η διεύθυνση Αγροτικής Ανάπτυξης της περιφερειακής ενότητας Ηρακλείου.
Ο ιός του καρουλιάσματος των φύλλων της τομάτας του Νέου Δελχί, είναι διμερής ιός που ανήκει στο γένος Begomovirus της οικογένειας Geminiviridae και σύμφωνα με τον αναπληρωτή διευθυντή, Ιωάννη Ζηδιανάκη, περιγράφηκε για πρώτη φορά σε καλλιέργειες τομάτας στην Ινδία το 1995. «Αρχικά ο ιός ToLCNDV αναφέρθηκε σε καλλιέργειες σολανωδών, αλλά στη συνέχεια έγιναν πολλές αναφορές για ζημιές και σε καλλιέργειες κολοκυνθοειδών. Το 2012 εμφανίσθηκε για πρώτη φορά στην Ευρώπη, στην επαρχία Μούρθια της Ισπανίας και πολύ γρήγορα εξαπλώθηκε και σε άλλες ισπανικές Περιφέρειες. Τον Ιανουάριο του 2015, ο ιός εντοπίστηκε για πρώτη φορά στην Τυνησία, προκαλώντας σοβαρά προβλήματα σε καλλιέργειες πεπονιάς, αγγουριάς και κολοκυθιάς. Το 2018 διαπιστώθηκε για πρώτη φορά η παρουσία του στην Ελλάδα στην Π.Ε. Ηλείας σε καλλιέργειες κολοκυνθοειδών και μέχρι σήμερα έχει εμφανισθεί και σε άλλες περιοχές της Πελοποννήσου. Προσβάλλει κολοκυνθοειδή και σολανώδη και η συμπτωματολογία που παρουσιάζει, ποικίλει ανάλογα με την ηλικία μόλυνσης των φυτών και τις συνθήκες του περιβάλλοντος. Ο ιός προκαλεί μεσονεύρια χλώρωση των φύλλων στα αρχικά στάδια της μόλυνσης, που εξελίσσεται σε κίτρινο φλυκταινοειδές μωσαϊκό. Επίσης, προκαλεί καρούλιασμα και παραμορφώσεις των φύλλων, καθώς και νανισμό των φυτών, ο οποίος είναι ιδιαίτερα έντονος όταν η προσβολή εμφανιστεί σε νεαρή ηλικία. Η παραγωγή καρπών σταματά και στους καρπούς των κολοκυνθοειδών παρατηρείται τραχύτητα της επιφανείας τους και επιμήκη σκασίματα».
Προς ενίσχυση των γνώσεων των αγροτών και όσων ασχολούνται με τη συγκεκριμένη παραγωγή από πλευράς της αρμόδιας διεύθυνσης, επισημαίνεται επίσης ότι, «μεταδίδεται με μεγάλη αποτελεσματικότητα από τον αλευρώδη του καπνού Bemisia tabaci που είναι κοινός εχθρός για τις καλλιέργειες κηπευτικών. O τρόπος μετάδοσης είναι έμμονος και ο ιός πολλαπλασιάζεται και κυκλοφορεί εντός του φορέα. Ζεστές και ξηρές συνθήκες ευνοούν την ανάπτυξη του εντόμου και βοηθούν στην εξάπλωση της ίωσης. Η προσβολή εξαπλώνεται γρήγορα στην καλλιέργεια, και σε μικρό χρονικό διάστημα μπορεί να φθάσει και το 100%. Ο ιός μπορεί επίσης να μεταδοθεί με εμβολιασμό, αλλά δεν είναι γνωστό αν μπορεί να μεταδοθεί μηχανικά με την επαφή των φυτών μεταξύ τους, ή με τον σπόρο. Τα μέτρα για την αντιμετώπιση του ιού ToLCNDV, σχετίζονται με την έγκαιρη και επιτυχημένη αντιμετώπιση του εντόμου-φορέα Bemisia tabaci (χρωματικές κολλητικές παγίδες, εντομοστεγή δίκτυα, εφαρμογή εγκεκριμένων χημικών και βιολογικών εντομοκτόνων κλπ.) στη χρήση υγιούς φυτωριακού υλικού, στην άμεση εκρίζωση και απομάκρυνση μολυσμένων φυτών εντός της καλλιέργειας, στην καταστροφή των ζιζανίων και των υπολειμμάτων των καλλιεργειών».
Τέλος ζητείται από παραγωγούς αγρότες και σύμφωνα με την ισχύουσα φυτοϋγειονομική νομοθεσία, οι παραγωγοί να γνωστοποιούν αμέσως στην υπηρεσία οποιαδήποτε ύποπτη εμφάνιση επιβλαβών οργανισμών ή ασυνήθιστων συμπτωμάτων.
ΑΠΕ