Η εμπορική σύγκρουση μεταξύ των δύο πλευρών αναζωπυρώνεται, με τις επιχειρήσεις να ανησυχούν για τις επιπτώσεις.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση καθυστερεί την επιβολή αντίποινων δασμών στα αμερικανικά προϊόντα, δίνοντας χρόνο για διαπραγματεύσεις, ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ απειλεί με νέους δασμούς 200% στο ευρωπαϊκό κρασί. Η απόφαση της ΕΕ να μεταθέσει τα προγραμματισμένα μέτρα έως τα μέσα Απριλίου σηματοδοτεί μια στρατηγική παύση, επιτρέποντας περαιτέρω διαβουλεύσεις τόσο με τα κράτη μέλη όσο και με την Ουάσινγκτον.
Αρχικά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε προτείνει την επανεπιβολή δασμών ύψους 4,5 δισ. ευρώ σε αμερικανικά προϊόντα από την 1η Απριλίου, ενώ λίγες μέρες αργότερα θα ακολουθούσε μια ευρύτερη δέσμη αντίμετρων ύψους 18 δισ. ευρώ.
Στο στόχαστρο βρισκόταν το αμερικανικό bourbon, το οποίο η ΕΕ είχε επιλέξει ως αντίποινα για τους δασμούς στα μέταλλα που είχε επιβάλει ο Ντόναλντ Τραμπ το 2018. Ωστόσο, καθώς η εμπορική διαμάχη κλιμακώνεται, η απάντηση της Ουάσινγκτον έγινε άμεση. Ο Τραμπ απείλησε ότι, αν η ΕΕ επιβάλει δασμούς στο bourbon, οι ΗΠΑ θα απαντήσουν με 200% δασμούς στο ευρωπαϊκό κρασί, τη σαμπάνια και άλλα οινοπνευματώδη.

Η έντονη ρητορική του πρώην προέδρου προκάλεσε αβεβαιότητα στη βιομηχανία ποτών, που ανησυχεί πως θα βρεθεί ξανά στη μέση μιας εμπορικής διαμάχης. Όπως δήλωσε η Pauline Bastidon από την SpiritsEUROPE, για άλλη μια φορά τα αλκοολούχα ποτά έχουν γίνει «παράπλευρη απώλεια σε μια άσχετη εμπορική διαμάχη».
Η αναβολή της απόφασης από την ΕΕ χαιρετίστηκε από αρκετές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, οι οποίες προτιμούν τη διπλωματία από την κλιμάκωση. Ο Γάλλος πρωθυπουργός Φρανσουά Μπαϊρού παραδέχτηκε ότι η στοχοποίηση του αμερικανικού ουίσκι ίσως ήταν λάθος, ενώ η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι δήλωσε πως «οι δασμοί δεν είναι απαραίτητα η σωστή απάντηση». Ο Ιρλανδός πρωθυπουργός Micheál Martin υποστήριξε επίσης την καθυστέρηση, επισημαίνοντας την ανάγκη για «σύνεση και στρατηγική».
Αυτό το νέο επεισόδιο στη διατλαντική εμπορική διαμάχη έχει τις ρίζες του στους δασμούς χάλυβα και αλουμινίου που επέβαλε η κυβέρνηση Τραμπ το 2018. Η ΕΕ αντέδρασε τότε με αντίποινα, επιβάλλοντας δασμούς σε προϊόντα όπως το bourbon και τις μοτοσικλέτες Harley-Davidson. Παρότι οι δασμοί είχαν ανασταλεί ως ένδειξη καλής θέλησης, οι ΗΠΑ αποφάσισαν στις 12 Μαρτίου 2025 να επαναφέρουν τις επιβαρύνσεις, επηρεάζοντας εξαγωγές της ΕΕ αξίας 26 δισ. ευρώ.
Η απάντηση της ΕΕ σχεδιάστηκε σε δύο στάδια: αρχικά, η επανεπιβολή των δασμών του 2018 και του 2020 και, στη συνέχεια, η εισαγωγή νέων αντίμετρων σε προϊόντα όπως βιομηχανικά αγαθά, κλωστοϋφαντουργικά, οικιακές συσκευές, αγροτικά προϊόντα και παράγωγα χάλυβα.
Η αβεβαιότητα που δημιουργείται έχει αρχίσει ήδη να επηρεάζει τις αγορές. Οι ευρωπαϊκοί όμιλοι Pernod Ricard και Rémy Cointreau κατέγραψαν πτώση των μετοχών τους, ενώ η LVMH, ιδιοκτήτρια της Moët & Chandon, είδε επίσης απώλειες. Στη Wall Street, ο S&P 500 επηρεάστηκε αρνητικά, καθώς οι επενδυτές ανησυχούν για τις πιθανές επιπτώσεις μιας νέας δασμολογικής διαμάχης.
Οι παραγωγοί αλκοολούχων ποτών και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού εκφράζουν την ανησυχία τους. Η αγορά των ευρωπαϊκών κρασιών βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις ΗΠΑ, που αποτελούν την μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά για τους οινοποιούς της ΕΕ. Αντίστοιχα, οι Αμερικανοί παραγωγοί bourbon θυμούνται τις δραματικές συνέπειες των δασμών του 2018, οι οποίοι οδήγησαν σε πτώση των εξαγωγών ουίσκι προς την Ευρώπη κατά 41%.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, κάλεσε σε αποκλιμάκωση, υπενθυμίζοντας ότι το διατλαντικό εμπόριο έχει «φέρει ευημερία και ασφάλεια σε εκατομμύρια ανθρώπους». Ωστόσο, η πίεση αυξάνεται και στις δύο πλευρές, καθώς οι πολιτικές και οικονομικές ισορροπίες είναι εύθραυστες.
Η ιστορία δείχνει ότι οι δασμοί, αντί να πλήττουν κυβερνήσεις, πλήττουν επιχειρήσεις και καταναλωτές. Οι αλυσίδες εφοδιασμού διαταράσσονται, οι επενδύσεις μειώνονται και οι τιμές αυξάνονται. Στην περίπτωση του κρασιού και του ουίσκι, δύο προϊόντων με βαθιά πολιτιστική και οικονομική σημασία, το διακύβευμα είναι υψηλό.