Η έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού περιλαμβάνεται στις κορυφαίες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν σήμερα όχι μόνο οι τουριστικές και οι επιχειρήσεις εστίασης αλλά και η βιομηχανία.
Σύμφωνα με μελέτη του ΣΕΒ και της ΕΥ για τη βιομηχανία που πραγματοποιήθηκε εφέτος η έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού, τόσο στα εξειδικευμένα στελέχη όσο και σε ανειδίκευτο προσωπικό, αποτελεί το δεύτερο σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η μεταποίηση, μετά το ενεργειακό κόστος ενώ οι επιχειρήσεις εκτιμούν ότι θα είναι στην πρώτη θέση την επόμενη τριετία. Στο πλαίσιο αυτό, κομβικός καθίσταται ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα προκειμένου να καλυφθούν τα κενά σε όλο το εύρος θέσεων και ειδικοτήτων. Προκειμένου να διασφαλίσουν την εύρυθμη λειτουργία τους οι επιχειρήσεις προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την έλλειψη προσωπικού με διάφορους τρόπους. Σε αυτούς περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, υψηλότεροι μισθοί και πρόσθετες παροχές για την προσέλκυση και διατήρηση υπαλλήλων, επενδύσεις σε εκπαιδευτικά προγράμματα για την ανάπτυξη δεξιοτήτων, παροχή ευέλικτων ωραρίων, η δυνατότητα τηλεργασίας, καθώς και η δημιουργία μια θετικής και υποστηρικτικής εταιρικής κουλτούρας που μπορεί να κάνει την επιχείρηση πιο ελκυστική στους υποψήφιους εργαζόμενους και να βοηθήσει στην διατήρηση των υπαρχόντων.
«Όπως αναδείξαμε και με την έρευνα που παρουσιάσαμε πρόσφατα σε συνεργασία με το Εργαστήριο Ηλεκτρονικού Επιχειρείν (ELTRUN) του ΟΠΑ και την Endeavor Greece, για το χάσμα που υπάρχει μεταξύ τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας, ενώ η χώρα μας διαθέτει ένα καλά εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό και αξιόλογα πανεπιστημιακά ιδρύματα, πολλοί από τους πτυχιούχους μας δεν διαθέτουν τις σύγχρονες δεξιότητες που απαιτεί σήμερα η αγορά εργασίας – και που χρειάζεται η χώρα για να μετασχηματίσει την οικονομία της και να πραγματοποιήσει το αναπτυξιακό άλμα» επισημαίνει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γιώργος Παπαδημητρίου, διευθύνων σύμβουλος της ΕΥ Ελλάδος. Επίσης συμπληρώνει: «συνεπώς, δε θα έλεγα ότι υπάρχει έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού, per se, αλλά έλλειψη επαγγελματιών και επιστημόνων εξειδικευμένων σε αντικείμενα έντασης γνώσης και υψηλής προστιθέμενης αξίας για την οικονομία μας, όπως τα STEM (επιστήμη, τεχνολογία, μηχανική και μαθηματικά), καθώς και σε κρίσιμους τομείς, όπως ο τουρισμός ή η μεταποίηση. Για αυτό και είναι κρίσιμο να δώσουμε ιδιαίτερη έμφαση όχι μόνο στα προγράμματα σπουδών, αλλά και στην αναβάθμιση των δεξιοτήτων (upskilling) και τη μετεκπαίδευση (reskilling) των εργαζόμενων».
Σύμφωνα με τον κ. Παπαδημητρίου, σε αυτό το τοπίο αγοράς, η προσέλκυση και η διακράτηση ανθρώπινου δυναμικού έχει καταστεί σημαντική πρόκληση για τις επιχειρήσεις και η διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος εργασίας που ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των εργαζόμενων – ιδιαίτερα των νέων -αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα. «Εν ολίγοις, οι επιχειρήσεις για να έχουν το καλύτερο δυνατό ταλέντο, θα πρέπει να προσφέρουν και την καλύτερη δυνατή πρόταση αξίας στους εργαζόμενους» σημειώνει.
Εστιάζοντας στην ΕΥ, όσον αφορά το ανθρώπινο κεφάλαιο, όλα αυτά τα χρόνια – ο κ. Παπαδημητρίου δίνει και μία οπτική της αγοράς από τη σκοπιά ενός μεγάλου πολυεθνικού οργανισμού στη χώρα. Όπως εξηγεί, «στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, χάρη στη ραγδαία ανάπτυξή μας, αυξήσαμε τον αριθμό των εργαζομένων μας από 750 το 2014, σε 2.500 σήμερα. Κατορθώσαμε να προσελκύσουμε επαγγελματίες και επιστήμονες με κρίσιμες δεξιότητες, γνώσεις και ενθουσιασμό, με αποτέλεσμα να δημιουργήσουμε διάφορα Κέντρα Αριστείας και ομάδες σε αντικείμενα όπως η τεχνητή νοημοσύνη και η ασφαλιστική τεχνολογία, εξυπηρετώντας πελάτες σε περισσότερες από 30 χώρες».
Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό έγινε κυρίως επειδή η EY παρέχει ποιοτικές θέσεις εργασίας, με τις προϋποθέσεις για να αναπτυχθούν και να πραγματώσουν τους επαγγελματικούς τους στόχους, σε συνδυασμό με τις προσωπικές και οικογενειακές τους υποχρεώσεις, σε ένα απαιτητικό, αλλά ευέλικτο, περιβάλλον, που προωθεί το wellbeing, αλλά και τη διαφορετικότητα, την ισότητα και τη συμπερίληψη.
«Δεν είναι τυχαίο ότι τον τελευταίο χρόνο λάβαμε μια σειρά από σημαντικές διακρίσεις και πιστοποιήσεις για το εργασιακό μας περιβάλλον, όπως η ένταξη της EY Ελλάδος στην εθνική λίστα Best Workplaces Hellas 2024 και τη λίστα Best Workplaces for Women Hellas 2024, η πιστοποίηση Great Place to Work Certified και η ανάδειξή μας ως Top Employer 2024 από το Top Employers Institute.
Πέραν, όμως, από τις τιμητικές αυτές διακρίσεις, η ίδια η αγορά μάς έχει καθιερώσει ως εργοδότη-προτίμησης. Μόνο στη διάρκεια του τελευταίου χρόνου, περισσότεροι από 45.000 απόφοιτοι και επαγγελματίες μοιράστηκαν μαζί μας τα βιογραφικά τους. Να σημειώσω, δε, ότι υπάρχει και μεγάλο ενδιαφέρον και από ανθρώπους που έφυγαν από την Ελλάδα τα χρόνια της κρίσης και θέλουν τώρα να επιστρέψουν. Σε πρόσφατη επίσκεψή μου στο Λονδίνο, εκπροσωπώντας την ΕΥ Ελλάδος στο πλαίσιο πρωτοβουλίας του υπουργείου Εξωτερικών και άλλων ιδιωτικών επιχειρήσεων για το brain regain, εντυπωσιάστηκα από τον αριθμό των νέων Ελληνίδων και Ελλήνων που έδειξαν ενδιαφέρον να επιστρέψουν στη χώρα μας για να δουλέψουν στην ΕΥ» τονίζει ο κ. Παπαδημητρίου.
«Οι άνθρωποί μας είναι το μοναδικό μας κεφάλαιο και βρίσκονται στο επίκεντρο της στρατηγικής μας. Για τον λόγο αυτό, τα νέα γραφεία μας στο υπό κατασκευή συγκρότημα “TheGrid”, στα οποία θα ξεκινήσουμε να μετακινούμαστε από το 2026, έχουν σχεδιαστεί ώστε να ανταποκρίνονται στις προσδοκίες και τις δυναμικές ανάγκες τους. Αφουγκραστήκαμε τις απόψεις τους και τις ιδέες τους γύρω από το ιδανικό περιβάλλον εργασίας, μέσα από μια σειρά focus groups που ανέδειξαν την ανάγκη για ένα ζεστό και οικείο περιβάλλον, με περισσότερο πράσινο και πρόσβαση σε φυσικό φως, εξασφαλίζοντας μεγαλύτερη ευελιξία με έναν προσβάσιμο και συμπεριληπτικό σχεδιασμό. Παράλληλα, ειδική έμφαση δόθηκε στη διαμόρφωση ενός εργασιακού περιβάλλοντος που θα τοποθετεί και τις ανάγκες των πελατών, αλλά και την καλύτερη δυνατή εμπειρία τους, στην καρδιά των καθημερινών διεργασιών, με νέους, ευέλικτους χώρους, που ενσωματώνουν προηγμένες τεχνολογίες και προάγουν τη συν-εργασία και τη συν-δημιουργία λύσεων, προϊόντων και εμπειριών υψηλής προστιθέμενης αξίας, από κοινού με τους ανθρώπους της EY. Θέλουμε, έτσι, να προσφέρουμε στους ανθρώπους μας έναν χώρο που θα καλλιεργεί μία αίσθηση κοινότητας και “ανήκειν” και στον οποίο θα αισθάνονται χαρούμενοι, όχι απλώς να εργάζονται, αλλά να αξιοποιούν δημιουργικά και με ευελιξία την καθημερινότητά τους» υπογραμμίζει ο κ. Παπαδημητρίου μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Τι έδειξε η μελέτη ΕΥ Ελλάδος, ELTRUN-ΟΠΑ και Endeavor Greece
Την ίδια ώρα επιτακτική είναι η ανάγκη να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας και να αποκτήσει η χώρα το εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό που είναι απαραίτητο για τον μετασχηματισμό και την επανεκκίνηση της οικονομίας. Μελέτη με τίτλο «Mind the Gap» που πραγματοποίησε η ΕΥ Ελλάδος, το Εργαστήριο Ηλεκτρονικού Επιχειρείν (ELTRUN) του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και η Endeavor Greece έδειξε ότι μόλις το 51% των πανεπιστημιακών τμημάτων είναι προσανατολισμένα στο παραγωγικό αναπτυξιακό άλμα της χώρας. Σύμφωνα με την μελέτη, το ακαδημαϊκό έτος 2023-2024, το 30,7% των τμημάτων έδιναν έμφαση στις σπουδές STEM (επιστήμη, τεχνολογία, μηχανική και μαθηματικά), ωστόσο παρατηρείται έλλειψη αποφοίτων στην πληροφορική. Επίσης, οι αναζητήσεις εργαζόμενων από επιχειρήσεις μεταξύ 2020 και 2023 έχουν πενταπλασιαστεί. Σε κλαδικό επίπεδο, πληροφορική (32,5%), ξενοδοχειακός τομέας & εστίαση (12,2%) και επαγγελματικές υπηρεσίες (12%), είναι οι κλάδοι που αναζητούν τους περισσότερους εργαζόμενους.
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας, για να πραγματοποιηθεί το αναπτυξιακό άλμα που χρειάζεται η Ελλάδα, να μειωθεί σημαντικά η ανεργία και να αναπληρωθεί το ένα εκατομμύριο θέσεων εργασίας που χάθηκαν λόγω της οικονομικής κρίσης και του braindrain, η χώραθα πρέπει να δημιουργήσει τα επόμενα χρόνια μερικές εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας υψηλής εξειδίκευσης. Οι νέες ποιοτικές θέσεις εργασίας αφορούν κλάδους όπου μπορούν να επιτευχθούν υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης, με την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας, όπως η πράσινη ενέργεια, οι ψηφιακές τεχνολογίες και το ηλεκτρονικό εμπόριο, η αγροδιατροφή και η εξειδικευμένη πρωτογενής παραγωγή, ο τουρισμός υψηλής προστιθέμενης αξίας, η εφοδιαστική αλυσίδα και οι μεταφορές – ιδιαίτερα η ναυτιλία – τα επώνυμα καινοτόμα καταναλωτικά προϊόντα, τα διεθνώς πιστοποιημένα βιομηχανικά προϊόντα υψηλής εξειδίκευσης, κ.ά.
Η μελέτη διαπιστώνει ότι το ποσοστό του πληθυσμού με ανώτατη εκπαίδευση στην Ελλάδα το 2020 στην ηλικιακή ομάδα 24-34, βρισκόταν κοντά στα μέσα ευρωπαϊκά επίπεδα, ενώ στις μεγαλύτερες ηλικίες το ποσοστό υπολειπόταν των αντίστοιχων επιδόσεων χωρών της ΕΕ και του ΟΟΣΑ. Αντίθετα, το ποσοστό του φοιτητικού πληθυσμού στον συνολικό πληθυσμό της χώρας (7,51%) είναι σχεδόν διπλάσιο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (4,03%), εξαιτίας κυρίως του ρυθμού αποφοίτησης που είναι ο χαμηλότερος στην ΕΕ.
Ωστόσο, ανησυχητικό είναι το εύρημα ότι το ποσοστό απασχόλησης των αποφοίτων των ΑΕΙ στην Ελλάδα για την ηλικιακή ομάδα 25-64 (75,4%), είναι το χαμηλότερο μεταξύ των 27 χωρών της ΕΕ, ενώ στην ηλικιακή ομάδα 25-34, η εικόνα επιδεινώνεται περαιτέρω.
Η μελέτη διαπιστώνει, επίσης, ότι από τα 430 πανεπιστημιακά τμήματα της χώρας, μόνο τα 219 (51%) είναι προσανατολισμένα στο παραγωγικό αναπτυξιακό άλμα της Ελλάδας, παρέχοντας στους απόφοιτους άμεσες προοπτικές απασχόλησης στην ιδιωτική οικονομία. Ενδεικτικά, σε 42 τμήματα οι απόφοιτοι έχουν ως κύρια (ή μοναδική) επαγγελματική αποκατάσταση μια θέση στο Δημόσιο. Αντίστοιχη είναι η εικόνα και στα μεταπτυχιακά προγράμματα, όπου, ενώ καταγράφεται ποσοτική επάρκεια ως προς τον αριθμό και τους φοιτητές των προγραμμάτων, διαπιστώνεται υπερσυγκέντρωση στις Επιστήμες Υγείας και στις Κοινωνικές και Ανθρωπιστικές Επιστήμες.
Χαρακτηριστικά, το ακαδημαϊκό έτος 2023-2024, τα τμήματα με έμφαση στις σπουδές STEM (επιστήμη, τεχνολογία, μηχανική και μαθηματικά), αποτελούσαν το 30,7% του συνόλου των τμημάτων των ελληνικών πανεπιστημίων, ποσοστό ικανοποιητικό σε σχέση με άλλες χώρες. Ωστόσο, παρατηρείται ακόμη έλλειψη σε απόφοιτους πληροφορικής – ενός κλάδου με ιδιαίτερα υψηλή προστιθέμενη αξία για την ελληνική οικονομία – παρά τα 36 εξειδικευμένα τμήματα και τα 148 μεταπτυχιακά προγράμματα που λειτουργούν.
Για τις ανάγκες της έρευνας συγκεντρώθηκαν αγγελίες εργασίας που δημοσιεύτηκαν στην ιστοσελίδα της CollegeLink (κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου 2018-Μαρτίου 2023) και στην ιστοσελίδα της Workable (κατά το χρονικό διάστημα Μαΐου 2017-Απριλίου 2023). Από την ανάλυση των στοιχείων, προέκυψε ότι, μεταξύ 2020 και 2023, οι αναζητήσεις εργαζόμενων από επιχειρήσεις πενταπλασιάστηκαν, με την αυξητική τάση να συνεχίζεται μέχρι και το 2023. Οι κλάδοι που αναζητούν τους περισσότερους υπαλλήλους, είναι η πληροφορική (32,5%), ο ξενοδοχειακός τομέας και η εστίαση (12,2%), και οι επαγγελματικές υπηρεσίες (12%), ενώ ακολουθούν το λιανικό εμπόριο (5,4%) και οι τηλεπικοινωνίες (4,9%).
Η μελέτη κατέγραψε, επίσης, τις απόψεις της αγοράς μέσω εις βάθος συνεντεύξεων με εκπροσώπους της επιχειρηματικής κοινότητας. Τα στελέχη που συμμετείχαν στην έρευνα, αναφέρθηκαν στις σημαντικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν κατά την αναζήτηση εργαζόμενων, ιδιαίτερα για θέσεις πληροφορικής, μάρκετινγκ, πωλήσεων, logistics, παραγωγής, επιχειρησιακών λειτουργιών, χρηματοοικονομικών, αλλά και στον κλάδο υγείας.
Οι ερωτώμενοι, ανέφεραν, επίσης, σημαντικές ελλείψεις σε ποιοτικές δεξιότητες, όπως ομαδικότητα, επικοινωνία, ικανότητα οργάνωσης και συντονισμού ομάδας, ευσυνειδησία και συνέπεια, ηγετικές ικανότητες, πελατοκεντρικότητα, ευελιξία, ικανότητα προσαρμογής στις αλλαγές, στρατηγική σκέψη και κατανόηση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, καθώς και διάθεση για μάθηση. Τέλος, διαπίστωσαν ότι εξακολουθούν να έχουν περιορισμένη έκταση οι συνεργασίες των επιχειρήσεων με τα πανεπιστήμια, οι οποίες γίνονται αποσπασματικά και, κυρίως, από μεγάλες επιχειρήσεις ή καινοτόμες startups.
ΑΠΕ-ΜΠΕ