Τα ποσοστά παχυσαρκίας, που αυξάνονται, θα κοστίσουν στην παγκόσμια οικονομία το 3,3% του ΑΕΠ της ως το 2060, καθυστερώντας κυρίως την ανάπτυξη των χωρών με χαμηλά εισοδήματα
Τα αποτελέσματα της έκθεσης, που δημοσιεύθηκαν σήμερα, στο επιστημονικό περιοδικό BMJ Global Health, παρουσιάζουν για πρώτη φορά μια παγκόσμια εκτίμηση των οικονομικών επιπτώσεων της παχυσαρκίας, περιλαμβάνοντας και διαφοροποιήσεις για κάθε χώρα.
Η ασθένεια αυτή, που ορίζεται όταν ο δείκτης μάζας σώματος ενός ενήλικου ατόμου ξεπερνά το 30, μπορεί να προκαλέσει καρδιακά προβλήματα, διαβήτη, ακόμη και καρκίνο.
Σε παγκόσμιο επίπεδο “σχεδόν τα δύο τρίτα των ενηλίκων είναι πλέον υπέρβαρα ή παχύσαρκα. Και αναμένουμε ότι το ποσοστό το 2060 θα φτάσει τους τρεις ενήλικες στους τέσσερις”, δήλωσε η βασική συντάκτρια της έκθεσης Ρέιτσελ Νάγκεντ στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.
Αυτή τη στιγμή η παχυσαρκία κοστίζει το 2,2% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις αναμένονται στις χώρες που διαθέτουν λιγότερους πόρους.
Στην Κίνα, τις ΗΠΑ και την Ινδία καταγράφεται το μεγαλύτερο κόστος σε απόλυτους αριθμούς, με αυτό να εκτιμάται σε 10 τρισεκ. δολάρια, 2,5 τρισεκ δολάρια και 850 δισεκ. δολάρια αντίστοιχα ετησίως ως το 2060.
Αναλογικά με την οικονομία τους όμως μεταξύ των χωρών που θα επηρεαστούν περισσότερο από την άνοδο του κόστους είναι τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, όπου η παχυσαρκία θα κοστίσει το 11% του ΑΕΠ και το Τρινιντάντ και Τομπάγκο (10,2%).
Η έκθεση αναλύει τόσο τα άμεσα κόστη (ιατρική περίθαλψη), όσο και τα έμμεσα (πρόωροι θάνατοι, μείωση παραγωγικότητας …).
Η αύξηση του πληθυσμού και της οικονομίας μίας χώρας αποτελούν τους βασικούς λόγους για την επικράτηση της παχυσαρκίας. Όσο πλουτίζουν οι χώρες, τόσο αλλάζει η διατροφή των πολιτών τους και περιλαμβάνει περισσότερα επεξεργασμένα τρόφιμα.
Σε κάποιες χώρες η γήρανση του πληθυσμού επίσης διαδραματίζει σημαντικό ρόλο, διότι οι πιο ηλικιωμένοι δυσκολεύονται περισσότερο να χάσουν βάρος.
Σύμφωνα με τον Φρανσέσκο Μπράνκα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, υπάρχουν πολλές πιθανές λύσεις. “Η αυξημένη τιμή στα τρόφιμα που συμβάλλουν περισσότερο στην παχυσαρκία, όπως τα προϊόντα με λιπαρά ή με ζάχαρη”, εξήγησε.
Άλλα μέτρα: ετικέτες πάνω στα προϊόντα που θα ενημερώνουν καλύτερα τους καταναλωτές, καλύτερη πρόληψη και πρόσβαση σε θεραπείες.
Η έκθεση υπογραμμίζει ότι το οικονομικό κόστος που συνδέεται με την παχυσαρκία “δεν οφείλεται στην συμπεριφορά των ατόμων”, αλλά κυρίως στην επιρροή των κοινωνικών και εμπορικών προτεραιοτήτων.
“Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η παχυσαρκία είναι μια περίπλοκη ασθένεια (…) και να σταματήσουμε να κατηγορούμε τα άτομα, να σταματήσουμε τον στιγματισμό”, κατέληξε ο Σάιμον Μπαρκέρα του Κέντρου Ερευνών για την Υγεία και τη Διατροφή στο Μεξικό.
ΑΠΕ