Αγωγή της McDonald’s σε κολοσσούς μεταποίησης χοιρινού κρέατος για συνεργασία στη διαμόρφωση υψηλών τιμών στο κρέας.
Επίθεση κάνει η πολυεθνική fast food McDonald’s σε 12 από τους μεγαλύτερους παραγωγούς χοιρινού κρέατος, συμπεριλαμβανομένων των Smithfield, Tyson, JBS και Hormel με μια αγωγή, στην οποία αναφέρει ότι συνωμότησαν για να καθορίσουν την τιμή του χοιρινού κρέατος.
Η μεγαλύτερη εταιρεία fast food στον κόσμο κατέθεσε την αγωγή στο Περιφερειακό Δικαστήριο των ΗΠΑ για την Ανατολική Νέα Υόρκη στις 25 Νοεμβρίου, σύμφωνα με δημοσίευμα του Food Dive. Στην αγωγή ισχυρίζεται ότι οι εταιρείες κρέατος συνεργάζονταν από το 2008 περίπου μέχρι σήμερα για να περιορίσουν την προσφορά, αλλά και την παραγωγή χοιρινού, με σκοπό την αύξηση και τη σταθεροποίηση των τιμών του χοιρινού κρέατος.
Η αγωγή κατηγορεί επίσης την εταιρεία στατιστικών δεδομένων για επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον αγροτικό τομέα, Agri Stats, υποστηρίζοντας ότι συνεργάστηκε με τους παραγωγούς κρέατος για να καθορίσει τις τιμές χρησιμοποιώντας τα αναλυτικά της στοιχεία.
Η αλυσίδα εστιατορίων ζητά ως αποζημίωση το τριπλάσιο ποσό από τις ζημιές που πράγματι υπέστη από τους μεταποιητές χοιρινού κρέατος, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Νομικών Πληροφοριών του Cornell Law. Στο παρελθόν, η McDonald’s είχε μηνύσει την ξανά την Tyson και την εταιρεία πουλερικών Pilgrim’s Pride (2021), επικαλούμενη αντίστοιχους ισχυρισμούς λόμπι συνεργασίας για τις τιμές του κοτόπουλου.
Οι αγωγές κατά των μεταποιητών κρέατος έχουν πολλαπλασιαστεί σε όλη τη βιομηχανία τροφίμων τα τελευταία χρόνια. Σε παλαιότερο δημοσίευμα του cibum είχε αναφερθεί μια ομαδική αγωγή εργαζομένων στις μεγαλύτερες εταιρείες μεταποίησης κρέατος, με ονόματα που προαναφέρθηκαν και στην αγωγή της McDonald’s να πρωτοστατούν σε αυτήν. Η αγωγή ισχυρίζεται συνεργασία των εταιρειών JBS USA, Cargill, Hormel Foods, Tyson Foods, Perdue Farms και Smithfield Foods στο να κρατούν τους μισθούς χαμηλούς. Η Agri Stats επίσης αναφέρεται στο κείμενο ως υπεύθυνη για την παροχή στοιχείων των εργαζομένων. Πιστεύεται πως αυτή η αντεργατική πρακτική αφορά όλους τους εργαζομένους των εταιρειών από το 2014 ως και σήμερα.