Οι φυτικές εναλλακτικές λύσεις δεν περιέχουν το ίδιο προφίλ θρεπτικών συστατικών µε τις ζωικές – Η πρόταση Ιρλανδών επιστημόνων στην EFSA.
Στη νέα έκθεση της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφάλειας Τροφίμων (EFSA), για τους αναδυόμενους κινδύνους γίνεται αναφορά στη πρόταση της Ιρλανδίας που θεωρεί ότι αναδυόμενος κίνδυνος είναι τα εναλλακτικά προϊόντα κρέατος και γαλακτοκομικών.
Οι φυτικές δίαιτες επικεντρώνονται σε τρόφιμα που προέρχονται από φυτικές πηγές, όπως φρούτα, λαχανικά, δημητριακά, πατάτες, όσπρια, ξηρούς καρπούς και σπόρους. Τα τελευταία χρόνια, ο αριθμός των ανθρώπων που ακολουθούν έναν φυτικό τρόπο διατροφής έχει αυξηθεί, λόγω ανησυχιών για την καλή διαβίωση των ζώων, για περιβαλλοντικούς λόγους ή για λόγους υγείας.
Παράλληλα με την αυξανόμενη δημοτικότητα της φυτικής διατροφής, έχει επίσης αυξηθεί η διαθεσιμότητα στην αγορά εναλλακτικών φυτικών προϊόντων (PBAP), ιδίως για τα τρόφιμα με βάση το κρέας και τα γαλακτοκομικά.
Η πρόταση αναφέρει πως «Η περιβαλλοντική συνείδηση και τα αντιληπτά οφέλη για την υγεία έχουν οδηγήσει σε μια αναδυόμενη κινητήρια δύναμη αλλαγής που επηρεάζει τις τάσεις κατανάλωσης τροφίμων. Μια τέτοια τάση είναι η αντικατάσταση του κρέατος (μοσχάρι, αρνί, χοιρινό, κοτόπουλο), των ψαριών και των γαλακτοκομικών προϊόντων (γάλα, γιαούρτι και τυρί) με εναλλακτικές λύσεις που δεν είναι ζωικής προέλευσης.»
Οι Ιρλανδικές αρχές δηλώνουν πως «οι πρωτεΐνες από ζωικές και φυτικές πηγές δεν θα πρέπει να θεωρούνται ανταλλάξιμες, αλλά ενδέχεται να απαιτούνται πρόσθετες ποσότητες. Τα γαλακτοκομικά και το κρέας αποτελούν βασικές πηγές αρκετών σημαντικών θρεπτικών συστατικών στην Ιρλανδία, όπως ασβέστιο, ιώδιο, σίδηρο, σελήνιο και βιταμίνη Β12».
«Ο κύριος κίνδυνος που συνδέεται µε την αντικατάσταση του κρέατος και των γαλακτοκομικών στην Ιρλανδία µε φυτικές εναλλακτικές λύσεις είναι ότι δεν περιέχουν το ίδιο προφίλ θρεπτικών συστατικών µε το κρέας και δεν είναι συνήθως εμπλουτισμένα, και ο ιρλανδικός πληθυσμός εξαρτάται σήμερα από το κρέας και τα γαλακτοκομικά για να επιτύχει τις συστάσεις για τα θρεπτικά συστατικά», αναφέρει η αρχή.
Λαμβάνοντας υπόψη τις ανησυχίες σχετικά με τη διατροφική ποιότητα και τον βαθμό επεξεργασίας, η αξιολόγηση των εναλλακτικών προϊόντων φυτικής προέλευσης και στις δύο αυτές διαστάσεις με τη χρήση κατάλληλων κριτηρίων θα παρείχε νέες γνώσεις σχετικά με τις επιπτώσεις τους στη διατροφή και την υγεία.
Τέλος, οι Ιρλανδοί επιστήμονες προειδοποιούν πως η αντικατάσταση αυτών των τροφίμων με εναλλακτικά που δεν είναι επαρκώς εμπλουτισμένα ενέχει επομένως τον κίνδυνο χαμηλότερης πρόσληψης θρεπτικών συστατικών και πιθανών ελλείψεων θρεπτικών συστατικών. «Αυτό προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία στις ευάλωτες ομάδες πληθυσμού, όπως τα παιδιά, οι γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία, οι έγκυες γυναίκες και οι ηλικιωμένοι».