Οι βασικοί παράγοντες που επηρεάζουν την γεύση και την ποιότητα της σάλτσας σύμφωνα με τους επιστήμονες.
Η σάλτσα, απαραίτητο στοιχείο στις κουζίνες σε όλο τον κόσμο, θεωρείται δεδομένη στα γιορτινά τραπέζια και κυρίως εάν το κυρίως πιάτο περιλαμβάνει κρέας. Κάτι που τώρα τα Χριστούγεννα θεωρείται δεδομένο. Ποια σάλτσα όμως μπορεί να φτάσει στα υψηλότερα επίπεδα γεύσης και ποιότητας; Εδώ λοιπόν μπαίνει η επιστήμη. Είτε σάλτσα κοκκινιστή, είτε μουστάρδας, είτε σάλτσα γιαουρτιού, είτε Μπεαρνέζ, μπάρμπεκιου, σόγιας, τσάτνεϊ ή στένταρ, όποιο είδος σάλτσας και αν επιλέξουμε, υπάρχουν μερικοί συγκεκριμένοι και απλοί κανόνες για να μην γίνει ούτε πολύ νερουλή, ούτε με σβώλους, ούτε πολύ πηχτή.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Mark Miodownik του University College του Λονδίνου, που μίλησε στην huffingtonpost για την επιστήμη πίσω από την τέλεια σάλτσα, σημαντικοί είναι οι εξής παράγοντες: ο όγκος του υγρού, το βάθος της γεύσης, ο χρόνος ανάδευσης και η θερμοκρασία σερβιρίσματος.
Με βάση τα ευρήματα έρευνας 2.000 μαγείρων, η τέλεια σάλτσα πρέπει να είναι:
- 115 ml σε όγκο – αρκετό για να καλύψει το κεντρικό κομμάτι και όλα τα συνοδευτικά του πιάτου (πατάτες, λαχανικά, ρύζι κτλ.)
- Ανακάτεμα για 2,5 λεπτά τουλάχιστον ώστε να προκύψει βελούδινη λεία υφή χωρίς σβόλους
- Το βάθος γεύσης σε κλίμακα 1-5 θα πρέπει να είναι το υψηλότερο στο 5, πράγμα που σημαίνει ότι περιλαμβάνει όλους τους χυμούς από το ψητό σας και επιπλέον καρυκεύματα και τέλος πρέπει να
- Σερβίρεται σε θερμοκρασία 69°C.