Τι αποκαλύπτει νέα έρευνα για τις διατροφικές συνήθειες των καταναλωτών.
Η στρατηγική «λιγότερο αλλά καλύτερο» προωθεί τη μείωση της συνολικής κατανάλωσης κρέατος, εστιάζοντας σε προϊόντα υψηλής ποιότητας και βιώσιμης παραγωγής. Ωστόσο, μια πρόσφατη μελέτη από το Πανεπιστήμιο του Ελσίνκι και το Κέντρο Ανθεκτικότητας της Στοκχόλμης αμφισβητεί το κατά πόσο οι καταναλωτές αλλάζουν πραγματικά τις διατροφικές τους συνήθειες όταν έχουν πρόσβαση σε πιο ποιοτικό κρέας.

Η έρευνα βασίστηκε σε συνεντεύξεις με 21 Φινλανδούς καταναλωτές που επιλέγουν φυσικό βοδινό κρέας, δηλαδή κρέας από ζώα που βόσκουν σε πλούσιους σε βιοποικιλότητα βοσκότοπους, τρεφόμενα σχεδόν αποκλειστικά με τοπικά παραγόμενο χορτάρι. Οι ερωτηθέντες συμφώνησαν ότι το κρέας μπορεί να ενταχθεί σε μια βιώσιμη διατροφή και αναγνώρισαν την ανάγκη για μείωση της παγκόσμιας κατανάλωσής του, αν και θεωρούσαν ότι αυτό αφορά περισσότερο άλλες χώρες και λιγότερο τη Φινλανδία.
Οι επιλογές τους επηρεάστηκαν από παράγοντες όπως τα οφέλη για την υγεία, η φυσικότητα του προϊόντος και η προέλευση του κρέατος. Το φινλανδικό βοδινό κρέας προτιμήθηκε λόγω της σύνδεσής του με το τοπικό περιβάλλον και τους παραγωγούς, ενώ η καλή μεταχείριση των ζώων αναδείχθηκε ως σημαντικός παράγοντας. Ωστόσο, η γεύση και η ποιότητα παρέμειναν καθοριστικά κριτήρια αγοράς.
Για ορισμένους καταναλωτές, το υψηλότερο κόστος αποτέλεσε κίνητρο για να περιορίσουν την κατανάλωσή τους, ενώ για άλλους η επιλογή ποιοτικού κρέατος λειτούργησε ως δικαιολογία για να τη διατηρήσουν ή ακόμη και να την αυξήσουν.
Η επικεφαλής της μελέτης, Dr. Irina Herzon, τονίζει ότι η αποτελεσματική μετάβαση προς ένα βιώσιμο σύστημα τροφίμων προϋποθέτει τόσο τη μείωση της κατανάλωσης κρέατος όσο και την ενίσχυση βιώσιμων μοντέλων παραγωγής.