Του Γιάννη Ζαμπετάκη*
Ο σπουδαίος ποιητής μας, ο Οδυσσέας Ελύτης (το πραγματικό του όνομα είναι Οδυσσέας Αλεπουδέλης) έχει γράψει αυτά τα λόγια:
«Εάν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι και ένα καράβι. Που σημαίνει: με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις».
Η οικογένεια του Αλεπουδέληδων ήταν από την Λέσβο και ασχολιόταν με το ελαιόλαδο. Και σήμερα, η Λέσβος έχει πιο πολλά ελαιόδεντρα από ολόκληρο τον πληθυσμό της Ελλάδας! Αλλά τι γίνεται με αυτόν τον πλούτο;
Όχι πολλά, δυστυχώς.
Ψάχνοντας στο διαδίκτυο για τα ποσοστά τυποποίησης εδώδιμων ελιών και ελαιόλαδου, βρήκα αυτόν τον ιστότοπο: https://elaiaskarpos.gr/
Εκεί, διαβάζουμε τα εξής:
Σε µια καλή χρονιά, η φηµισµένη για το ελαιόλαδό της, Σητεία της Κρήτης, βγάζει µια λαδιά κοντά στους 13.000 τόνους. Από αυτούς όµως µόλις και µετά βίας οι 1.000 τυποποιούνται καταφέρνοντας να συγκρατήσουν στην τοπική οικονοµία την προστιθέµενη αξία του εκλεκτού προϊόντος που µε επιµέλεια παράγεται στα χωριά της περιοχής. Ο βασικός όγκος της παραγωγής «κρύβεται» σε δεξαµενές της Απουλίας, της Τοσκάνης και της Ούµπρια, βελτιώνοντας τα χαρµάνια του Monini, του De Carlo και άλλων επιφανών Ιταλών τυποποιητών.
Όταν το 2016 ο Κρητικός Μανώλης Αντωνάκης, υπάλληλος τότε σε γερµανική εταιρεία, βρέθηκε σε ένα ντελικατέσεν στην Κολωνία, προς έκπληξή του διαπίστωσε πως στα ράφια µε πολλών λογής ελαιόλαδα δεν υπήρχε ούτε ένα σητειακό. Ο υπάλληλος του εξήγησε πως αν και έχει ακουστά την περιοχή, προϊόν δεν έχει πετύχει στην αγορά. Τότε ο συνοµιλητής µας το πήρε απόφαση,«ένιωσα την ανάγκη να επαναφέρω το brand name Σητεία στην αγορά».
Η κληρονοµιά του κ. Αντωνάκη ήταν 1.200 ρίζες που συγκόµιζε κάθε Οκτώβρη ο πατέρας του και πριν από αυτόν ο παππούς του. Άρχισε να «ψάχνεται» και είδε πως αγοράζοντας σε πρώτη φάση συσκευασίες, θα µπορούσε να ξεκινήσει την περιπέτεια διεκδίκησης για το προϊόν του µερίδιο στην αγορά τυποποιηµένου ελαιολάδου.
«Για αρχή ένα ποσό γύρω στα 10.000 µε 15.000 ευρώ για την αγορά συσκευασιών και τη δηµιουργία ετικέτας είναι αρκετά για να ξεκινήσεις» εξηγεί ο κ. Αντωνάκης τον Νοέμβριο του 2020, η παραγωγή του οποίου κυµαίνεται στους πέντε τόνους ετησίως.
Οι δουλειές εξελίσσονταν και η διάθεση του τυποποιηµένου ελαιολάδου του Μανώλη Αντωνάκη ξέφευγε από τα τουριστικά καταστήµατα της Κρήτης, όσο αγορές καταναλωτών υψηλού εισοδήµατος όπως είναι εκείνες της Βιέννης, του Γκρατζ, της Στουτγάρδης και της Κολωνίας ξεκλείδωναν. Πλέον τα ελαιόλαδα της Terra di Sitia εξάγονται στη Γερμανία, την Αυστρία, τη Σλοβακία και την Ελβετία, µε τον τζίρο των διεθνών πωλήσεων, εξαιτίας και της συνθήκης της πανδηµίας, να υπερβαίνει φέτος αυτόν της εσωτερικής αγοράς, όπως εξηγεί ο Κρητικός ελαιοπαραγωγός.
Στους επόµενους στόχους του είναι η επέκταση της επιχείρησης µε την αγορά συσκευαστηρίου και ελαιουργείου. Και τα δύο αυτά µαζί διαµορφώνουν µια επένδυση περί τις 250.000 ευρώ. «Για να είναι βιώσιµη µια τέτοια κίνηση θέλει να έχεις πολλές πωλήσεις» εξηγεί, ωστόσο φαίνεται πως αξίζει τον κόπο, αφού κόβει από τα κόστη του φασόν.
Άλλωστε το συσκευασµένο προϊόν δεν µπορεί να πέσει κάτω από τα 6 µε 7 ευρώ το κιλό, όταν το χύµα φέτος βρέθηκε πολλές φορές στα 2 ευρώ το κιλό. Ταυτόχρονα, όσο περισσότερες διακρίσεις και αγορές ξεκλειδώνονται, τόσο αυξάνεται το περιθώριο κέρδους.
Η ελιά και το λάδι της είναι απλά ένα παράδειγμα του πώς να φτιάξουμε μια ιστορία και ένα δυνατό brand name, όπως γράφαμε σε αυτή την στήλη.
Τα κρασιά, τα τυριά, τα μυρωδικά, τα όσπρια και άλλα πολλά τρόφιμα μπορούν να ξεφύγουν από την λογική του «χύμα» και να γίνουν πετυχημένες ετικέτες!