Τα τελευταία 30 χρόνια τα ποσοστά παχυσαρκίας, αλλά και οι ασθένειες που σχετίζονται με την παχυσαρκία είχαν ανοδική πορεία σε όλο τον κόσμο και αυτό αποδόθηκε στην περιεκτικότητα σε λίπος που έχουν τα τρόφιμα.
Παρά το γεγονός ότι όλα αυτά τα χρόνια εμφανίστηκαν στα ράφια των σουπερμάρκετ άπειρα προϊόντα με πολύ λίγα ή και καθόλου λιπαρά, τα ποσοστά παχυσαρκίας συνέχισαν να αυξάνονται.
Πλέον η περιεκτικότητα των τροφίμων σε ζάχαρη θεωρείται η αιτία του κακού και γι’ αυτό γίνονται προσπάθειες να μειωθεί. Παραδείγματος χάρη, στο Ηνωμένο Βασίλειο ήδη από το 2016 είχε ξεκινήσει συντονισμένη προσπάθεια να μειωθεί κατά 20% η περιεκτικότητα των τροφίμων σε ζάχαρη.
Σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, όμως, φαίνεται πως το βάρος μετατοπίζεται στην περιεκτικότητα σε ζάχαρη στα τρόφιμα και όχι σε λίπος ή αλάτι, ενώ την ίδια στιγμή οι ρυθμιστικές αρχές απαιτούν να γίνουν αλλαγές στην επισήμανση των προϊόντων, ώστε οι καταναλωτές να ξέρουν ακριβώς τι αγοράζουν και να μην υπάρχουν περιθώρια να παραπλανηθούν. Σε αυτό θα προστεθούν και περιορισμοί στις ενέργειες μάρκετινγκ και διαφήμισης.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχεδιάζει να εισάγει ένα υποχρεωτικό σύστημα διατροφικής επισήμανσης στο μπροστινό μέρος των συσκευασιών σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι ετικέτες θα πρέπει να αναφέρουν την ποσότητα λίπους, αλατιού, ζάχαρης, αλλά και τις θερμίδες στο μπροστινό μέρος της συσκευασίας του προϊόντος και πιθανώς να βαθμολογούν αυτά τα προϊόντα από το πιο «αθώο» στο πιο «επιβαρυντικό».
Διαφορετικά συστήματα, όπως – μεταξύ άλλων – το Nutriscore, λειτουργούν ήδη προαιρετικά σε πολλά κράτη – μέλη. Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέλει να προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα εισάγοντας ένα υποχρεωτικό σύστημα που θα χρησιμοποιείται ομοιόμορφα σε ολόκληρη την ΕΕ.
Επιπλέον, επιδιώκει να καθορίσει το λεγόμενο προφίλ θρεπτικών συστατικών. Αυτό θα ορίζει τα επίπεδα πέραν των οποίων το λίπος, το αλάτι και η ζάχαρη δεν θα επιτρέπονται ή θα υπόκεινται σε αυστηρούς περιορισμούς, εάν το προϊόν φέρει ισχυρισμό για την υγεία ή τη διατροφή. Για παράδειγμα, εάν ένα προϊόν με δημητριακά για πρωινό έχει πρόσθετη βιταμίνη D, αλλά έχει κακή βαθμολογία στο προφίλ των θρεπτικών συστατικών, δεν θα μπορεί να περιλαμβάνει ισχυρισμούς για την υγεία ή τη διατροφή που θα υποδεικνύουν την παρουσία και τα οφέλη της βιταμίνης D.
Εν τω μεταξύ, στο Ηνωμένο Βασίλειο η κυβέρνηση εισάγει περιορισμούς στο πώς θα διαφημίζονται, προωθούνται και σε ποια σημεία θα τοποθετούνται μέσα στα καταστήματα τα τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά, αλάτι και ζάχαρη. Παραδείγματος χάρη, τέτοια προϊόντα δεν μπορούν να προβάλλονται μέσα από πληρωμένες διαφημίσεις στο διαδίκτυο οποιαδήποτε στιγμή ή στην τηλεόραση μετά τις 21:00. Ακόμα δεν θα μπορούν να τοποθετηθούν μπροστά στο ταμείο των σούπερ μάρκετ ή σε άλλα εμφανή σημεία.
Πολλά από αυτά τα μέτρα στην ΕΕ και στο Ηνωμένο Βασίλειο βρίσκονται ακόμη υπό συζήτηση. Οι περισσότεροι στη βιομηχανία τροφίμων αναγνωρίζουν ότι πρέπει να γίνει κάτι για να βελτιωθεί το περιβάλλον των τροφίμων, αλλά προειδοποιούν επίσης για έλλειψη επεξήγησης των λεπτομερειών σε πολλούς από αυτούς τους κανόνες που γίνεται προσπάθεια να θεσπιστούν.
Η ανησυχία είναι ότι συνήθως οι αποφάσεις λαμβάνονται βιαστικά χωρίς να αξιολογείται επαρκώς ο αντίκτυπός τους και εάν όντως θα οδηγήσουν τους καταναλωτές στην υιοθέτηση πιο υγιεινών διατροφικών συνηθειών.
Πηγή: newfoodmagazine