Πιο «ευάλωτες» οι μικρές επιχειρήσεις στο Food Fraud σύμφωνα με την FSA.
Η απάτη στα τρόφιμα δεν συμβαίνει στις μεγάλες επιχειρήσεις αλλά σε μικρομεσαίες καθώς οι μεγάλες επενδύουν σε ποιοτικούς και ρυθμιστικούς ελέγχους συμμόρφωσης συμπεριλαμβανομένων και πολλών αναλύσεων, ενώ οι μικρές είναι πιο ευάλωτες. Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε η έρευνα «The Cost of Food Crime» για το κόστος της διατροφικής εγκληματικότητας στην κοινωνία του Ηνωμένου Βασιλείου της Βρετανικής Αρχής Ασφάλειας Τροφίμων (FSA) και της Εθνικής Μονάδας Εγκλήματος Τροφίμων (NFCU).
Το έγκλημα τροφίμων κοστίζει στην οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου έως και 2,32 δισεκατομμύρια ευρώ, στα οποία περιλαμβάνονται οι απώλειες που υπέστησαν τα θύματα εγκλημάτων, συμπεριλαμβανομένου του κόστους ασθένειας και απώλειας περιουσίας, τα δικαστικά έξοδα (κόστος της έρευνας, νομικών και δικαστικών υπηρεσιών και φυλακίσεις), η απώλεια κερδών για τις νόμιμες επιχειρήσεις που προκύπτουν από παράνομα τρόφιμα που εισέρχονται στην αλυσίδα εφοδιασμού και το κόστος ευκαιρίας που σχετίζεται με την επιλογή των εγκληματιών να εμπλακούν σε παράνομες και όχι σε νόμιμες δραστηριότητες. Κάθε υπόθεση εκτιμάται ότι κοστίζει από 18.500 € έως 175.000 € για δευτερεύουσες υποθέσεις και από 490.180 € έως 8,34 εκατομμύρια ευρώ για πιο σημαντικές υποθέσεις, ανάλογα με το τρόφιμο και τον τύπο του εγκλήματος.
Μεγαλύτερες οικονομικές απώλειες προκύπτουν από τις απάτες σε κρέας και αλκοολούχα ποτά αλλά και από περιπτώσεις μεγάλης ποσότητας παράνομων τροφίμων. Το λειτουργικό κόστος της Εθνικής Μονάδας Εγκλήματος Τροφίμων (NFCU) ήταν 5,8 εκατομμύρια £ (7,1 εκατομμύρια δολάρια) το 2021.
Σύμφωνα με την έκθεση οι καταναλωτές συχνά δεν γνωρίζουν ότι πέφτουν θύμα απάτης στα τρόφιμα, αλλά το έγκλημα τροφίμων μπορεί να είναι σοβαρά επιβλαβές για την υγεία τους, τις επιχειρήσεις τροφίμων και την ευρύτερη βιομηχανία τροφίμων. Μπορεί να περιλαμβάνει την πώληση φαγητού ή ποτού που δεν είναι αυτό που λέει ή που περιλαμβάνει φθηνότερα συστατικά από αυτά που αναγράφονται στην ετικέτα. Αυτή η δραστηριότητα επιβαρύνει σοβαρά τις επιχειρήσεις και τις τοπικές αρχές, καθώς και το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης.
Οι Αρχές σε συνεργασία με τις επιχειρήσεις δημιούργησαν προτάσεις για την ενίσχυση της πάταξης των εγκλημάτων τροφίμων, όπως νέος δωρεάν τηλεφωνικός αριθμός για την ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας και καταγγελιών, συνεργασία με τη βιομηχανία, ενίσχυση των ρυθμίσεων ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των τρίτων ελεγκτών που χρησιμοποιούνται από τις επιχειρήσεις τροφίμων, και βελτίωσης των ειδοποιήσεων της FSA προς τις επιχειρήσεις σχετικά με πιθανή απάτη τροφίμων στις αλυσίδες εφοδιασμού.
Η Emily Miles, Διευθύνουσα Σύμβουλος της FSA είπε:
«Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει μερικά από τα ασφαλέστερα και πιο αυθεντικά τρόφιμα στον κόσμο, αλλά θα υπάρχει πάντα μια απειλή εγκληματικότητας στο σύστημα τροφίμων.
Οι επιχειρήσεις τροφίμων είναι η πρώτη και πιο σημαντική γραμμή άμυνας και θέλουμε να τις στηρίξουμε. Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους δημιουργήσαμε μια ομάδα εργασίας για να διερευνήσουμε από κοινού κατά πόσον μπορούν να βελτιωθούν ορισμένοι τομείς της συλλογικής μας απάντησης στο έγκλημα τροφίμων. Μαζί, διευκολύνουμε την ανταλλαγή πληροφοριών, βοηθώντας τους ανθρώπους που εργάζονται στο σύστημα τροφίμων να μοιραστούν τις ανησυχίες τους μαζί μας ελεύθερα και εμπιστευτικά. Η έρευνά μας δείχνει ότι για τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές που αισθάνονται την οικονομική πίεση, το κόστος της εγκληματικότητας στα τρόφιμα εξακολουθεί να έχει σημασία».