Μελέτη δείχνει ότι η πορεία του βάρους με την πάροδο του χρόνου επηρεάζει τη μορφολογία του εγκεφάλου και τη γνωστική υγεία.
Με την παχυσαρκία να εξελίσσεται σε παγκόσμια επιδημία, οι επιστημονικές προσπάθειες στρέφονται όλο και περισσότερο στην κατανόηση του τρόπου με τον οποίο η υπερβολική αύξηση βάρους επηρεάζει όχι μόνο το σώμα, αλλά και τον εγκέφαλο. Νέα μελέτη από το Πολυτεχνείο του Χονγκ Κονγκ έρχεται να συμπληρώσει κρίσιμα κενά στη γνώση, διερευνώντας τις πολύπλοκες νευρωνικές και γνωστικές επιπτώσεις της παχυσαρκίας με διαχρονικά δεδομένα.
Η έρευνα, βασισμένη σε στοιχεία από την UK Biobank και δημοσιευμένη στο Nature Mental Health, εστιάζει στη μακροχρόνια επίδραση πέντε διαφορετικών τροχιών παχυσαρκίας στη δομή, τη λειτουργία και τη γνωστική λειτουργία του εγκεφάλου. Οι τροχιές αυτές (χαμηλή-σταθερή, μέτρια-σταθερή, υψηλή-σταθερή, αυξανόμενη και μειούμενη) προσφέρουν ένα πολύτιμο πλαίσιο για την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο το βάρος επηρεάζει το νευρικό σύστημα σε βάθος χρόνου.
Τα ευρήματα της μελέτης

Τα άτομα με σταθερά υψηλά ή αυξανόμενα επίπεδα παχυσαρκίας παρουσίασαν σημαντική φθορά σε βασικές περιοχές του εγκεφάλου, όπως οι μετωπιαίες, βρεγματικές και κροταφικές περιοχές, καθώς και μείωση στη λειτουργική συνδεσιμότητα και τις γνωστικές τους επιδόσεις. Αντιθέτως, η φθίνουσα τροχιά συνδέθηκε με λιγότερες νευρολογικές αλλοιώσεις και σχεδόν παρόμοια γνωστική λειτουργία με άτομα που είχαν σταθερά χαμηλό βάρος.
Η πορεία του βάρους έχει μεγαλύτερη σημασία από την απλή καταγραφή του στο παρόν. Η συνεχής έκθεση στην παχυσαρκία φαίνεται να επιταχύνει τη γνωστική γήρανση και ενδέχεται να λειτουργεί ως βιοδείκτης για την πρόγνωση νευροεκφυλιστικών ασθενειών, όπως η νόσος Αλτσχάιμερ και Πάρκινσον.
Ο καθηγητής Anqi Qiu τονίζει τη σημασία της προληπτικής διαχείρισης του βάρους: «Η διατήρηση ενός σταθερού και υγιούς σωματικού βάρους ίσως αποτελέσει μία από τις πιο απλές αλλά καθοριστικές στρατηγικές για την προστασία της εγκεφαλικής υγείας σε βάθος χρόνου». Η ερευνητική του ομάδα σκοπεύει να προχωρήσει σε ανάλυση multi-omics, ενσωματώνοντας γενετικά, μεταβολικά και μικροβιολογικά δεδομένα, ώστε να εντοπίσει τους βιολογικούς μηχανισμούς που επηρεάζουν τόσο τον εγκέφαλο όσο και το σώμα.