Χρήση μέσων οθόνης και ψυχική υγεία παιδιών και εφήβων – Τυχαιοποιημένη κλινική δοκιμή.
Το ποσοστό των παιδιών και των εφήβων με κακή ψυχική υγεία, έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια σε πολλές χώρες. Με βάση δεδομένα από 45 ευρωπαϊκές χώρες, το 25% των εφήβων ηλικίας 11 έως 15 ετών ανέφεραν συμπτώματα που σχετίζονται με την ψυχολογική υγεία (όπως νευρικότητα, ευερεθιστότητα και δυσκολίες στον ύπνο).
Μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Jama Network Open είχε στόχο να αξιολογήσει κατά πόσο βελτιώνει την ψυχική υγεία των παιδιών και των εφήβων η μείωση της χρήσης μέσων στην οθόνη, στον ελεύθερο τους χρόνο.
Μέχρι σήμερα η υπερβολική χρήση μέσων οθόνης έχει συσχετιστεί με χειρότερη ψυχική υγεία μεταξύ παιδιών και εφήβων σε αρκετές μελέτες παρατήρησης. Ωστόσο, δεν υπάρχουν πειραματικά στοιχεία που να υποστηρίζουν αυτή την υπόθεση. Οι ερευνητές στη νέα μελέτη διερεύνησαν τις επιπτώσεις μίας παρέμβασης μείωσης των μέσων οθόνης διάρκειας 2 εβδομάδων, στην ψυχική υγεία των παιδιών και των εφήβων.
Συμμετείχαν 89 οικογένειες με 181 παιδιά και εφήβους με μέση ηλικία 8,5 χρονών από 10 δήμους της Δανίας, που επιλέχθηκαν τυχαία από την Αρχή Δεδομένων Υγείας της χώρας. Οι οικογένειες κατανεμήθηκαν τυχαία σε μια ομάδα μείωσης μέσων οθόνης (45 οικογένειες) και σε μια ομάδα ελέγχου (44 οικογένειες). Οι συμμετέχοντες που κατανεμήθηκαν στην ομάδα παρέμβασης έπρεπε να μειώσουν τη χρήση των μέσων στην οθόνη του ελεύθερου χρόνου τους σε 3 ώρες την εβδομάδα ή λιγότερο ανά άτομο και να παραδώσουν smartphone και tablet. Οι συμμετέχοντες που παρέδωσαν το smartphone τους έλαβαν ως αντάλλαγμα ένα μη smartphone που μπορούσε να καλέσει και να στείλει μηνύματα κειμένου.
Τα ευρήματα
Οι ερευνητές διαπίστωσαν, ότι η βραχυπρόθεσμη μείωση της χρήσης μέσων οθόνης, είχε συνολικά θετική επίδραση στις δυσκολίες συμπεριφοράς των παιδιών και των εφήβων, επηρέασε θετικά τα ψυχολογικά τους συμπτώματα, ιδιαίτερα μετριάζοντας τα προβλήματα συμπεριφοράς και ενισχύοντας την προκοινωνική συμπεριφορά. Τα πιο αξιοσημείωτα οφέλη που σχετίζονται με τη μειωμένη χρήση μέσων οθόνης ήταν η μείωση της εσωτερίκευσης των προβλημάτων συμπεριφοράς και η ενίσχυση των θετικών κοινωνικών αλληλεπιδράσεων.
Ωστόσο σύμφωνα με τους ερευνητές, απαιτείται περισσότερη έρευνα για να επιβεβαιωθεί εάν αυτές οι επιπτώσεις είναι βιώσιμες μακροπρόθεσμα.
Για να διαβάσετε ολόκληρη τη μελέτη πατήστε ΕΔΩ.