cibum team
Πριν κλείσει τα 22 του χρόνια, ο Δημήτρης Σερίφης μπήκε σε ένα αεροπλάνο και έφυγε για το Λονδίνο, μία από τις μεγαλύτερες γαστρονομικές πρωτεύουσες του κόσμου για να εκπληρώσει το όνειρό του, να κατακτήσει τη μαγειρική Τέχνη. Πήρε ακαριαία την απόφαση. Ένα βράδυ καθώς γύριζε στο σπίτι, χαμογέλασε πονηρά στον καθρέφτη του ασανσέρ, μπήκε μέσα και πριν ακόμα κλείσει την πόρτα της εισόδου είπε στην οικογένειά του: « Έχω να σας πω»… Ξεστόμισε τη φράση: «Είναι το κάρμα μου, μην προσπαθήσετε να με εμποδίσετε» κι έφυγε ακριβώς μετά από πέντε μέρες . Εγκατέλειψε στο 4ο έτος τις σπουδές του στην Κλινική Διαιτολογία και την πρώτη δουλειά του ως μάγειρας, άφησε πίσω του φίλους, ζεστό σπιτικό κι επέλεξε να ακολουθήσει τον δύσβατο δρόμο της περιπέτειας σε ξένο περιβάλλον, χωρίς προστασία και δίχτυ ασφαλείας.
Απόρησε και γέλασε όταν του προτείναμε να δώσει αυτή την συνέντευξη στο cibum
« Τι ενδιαφέρον έχει η ιστορία μου για σας? Εγώ, μόλις τώρα αρχίζω»
«Ακριβώς γι’ αυτό. Θα είστε το γούρι μας, γιατί κι εμείς τώρα αρχίζουμε…»
«Τότε, εντάξει», είπε, «κι εσείς θα είστε το δικό μου γούρι».
CB: Είστε ξεκάθαρα εκπρόσωπος της γενιάς που βίωσε την οικονομική κρίση και τις συνέπειές της. Φύγατε ως μετανάστης λοιπόν;
Δ.Σ: Όχι, έφυγα ως εξερευνητής. Δεν το αποφάσισα από ανάγκη αλλά από επιλογή. Ακόμα και αν οι δείκτες της οικονομίας έδειχναν ευημερία, πάλι θα έφευγα για να κυνηγήσω τα όνειρά μου. Να μάθω, να διαβάσω, να δουλέψω, να ζήσω από μέσα όλα αυτά που παρακολουθούσα στο διαδίκτυο και με μάγευαν. Δεν ήθελα να είμαι για πάντα θεατής αλλά μέρος της παράστασης. Δεν είναι εύκολο. Είναι λιγότερες οι ανέσεις, περισσότερες οι ευθύνες αλλά ακόμα περισσότερη είναι η ανεξαρτησία.
CB: Ήταν μια δύσκολη απόφαση;
Δ.Σ.: Η ανυπομονησία μου και η τύχη συνέβαλαν για να πάρω την απόφαση. Δεν ήταν στα άμεσα σχέδιά μου. Πάντα ήξερα τι θέλω να κάνω στη ζωή μου. Από μικρό παιδί το ήξερα. Διάβαζα πάντα, ασταμάτητα. Έβλεπα μέρα – νύχτα βίντεο με συνταγές από όλο τον κόσμο. Όλες οι τεχνικές και η ατμόσφαιρα της κουζίνας ήταν μέσα στο κεφάλι μου. Με έτρωγε το γεγονός ότι πνίγω την ανάγκη μου να δημιουργώ σε επαγγελματικές κουζίνες. Έπρεπε να εκτονώσω αυτή την ενέργεια. Στη Σχολή χρωστούσα την πτυχιακή και την πρακτική μου άσκηση. Δούλευα παράλληλα δύο χρόνια ως μάγειρας και σερβιτόρος, αλλά δεν ήμουν χαρούμενος. Έπρεπε να τελειώσω όσο το δυνατόν πιο γρήγορα για να αρχίσω το χτίσιμο της ζωής μου, όπως την ονειρευόμουν. Αισθανόμουν ότι καθυστερώ. Ένα βράδυ που ένοιωθα πάλι σαν θηρίο στο κλουβί, τα λέγαμε με τον φίλο μου τον Νάσο ο οποίος μου ανέφερε ότι ο πολύ καλός του φίλος, ο Μιχάλης Κίκης, είναι head chef σε ένα από τα πιο πολυσυζητημένα μαγαζιά του Λονδίνου, το Meraki, του διεθνώς αναγνωρισμένου σεφ Αθηναγόρα Κωστάκου. Είχα γνωρίσει παλιότερα τον Μιχάλη και τον κάλεσα για να του τα πω, να μοιραστώ τις έννοιες μου, να με συμβουλεύσει. Ο chef Kikis άκουσε με προσοχή την ιστορία μου και χωρίς δεύτερη κουβέντα με ρώτησε αν θέλω να μάθω τα πάντα, μπαίνοντας στην ομάδα του. Μόλις είχε ανοίξει μια θέση στο Meraki London… Με ρώτησε : «πότε μπορείς να έρθεις» και του είπα «την Δευτέρα» . Θυμάμαι ότι δεν μπορούσα να περιμένω άλλο. Νόμιζα πως αν άνοιγα τα χέρια μου και έπαιρνα φόρα , θα μπορούσα να πετάξω.
CB: Ήταν δύσκολη η προσαρμογή στη νέα πραγματικότητα;
Δ.Σ.: Η προσαρμογή στο Λονδίνο για εμένα ήταν δύσκολη μόνο τους πρώτους μήνες και αφορούσε κυρίως τη διαμονή. Ήρθα πολύ ξαφνικά και αδιάβαστος χωρίς να γνωρίζω περιοχές και γειτονιές, άργησα να βρω σπίτι. Ήμουν τυχερός γιατί η κοπέλα μου σπούδαζε στο Λονδίνο και με φιλοξένησε όσο επιτρεπόταν στην εστία της σχολής, φιλοξενήθηκα σε φίλους, έμεινα σε Hostel και Airbnb ώσπου βρήκα ένα σπίτι δικό μου και τώρα είμαι πολύ καλά. Τις μετακινήσεις, τον τρόπο ζωής, τα γραφειοκρατικά, τη λειτουργία του κράτους, υποχρεωτικά τα μαθαίνεις πολύ γρήγορα. Στο Meraki προσαρμόστηκα σχεδόν αμέσως. Ο chef Kikis με παρέδωσε στους chefs που με εκπαίδευσαν, τον Νικήτα Πυργή και τον Ευγένιο Σπάχο. Από αυτούς πήρα το βάφτισμα του πυρός, με έναν τρόπο τόσο φιλικό και γενναιόδωρο, που με έκανε να νοιώσω ασφάλεια και υποστήριξη, από την πρώτη στιγμή.
CB: Οι προοπτικές για εξέλιξη στο Λονδίνο, είναι περισσότερες;
Δ.Σ.: Στο Λονδίνο οι επαγγελματικές ευκαιρίες είναι απεριόριστες σε όλα σχεδόν τα επαγγέλματα επειδή σέβονται όλοι, χωρίς διακρίσεις, τη δικαιοσύνη, την αξιοκρατία και την ανταμοιβή των καλυτέρων. Αυτό συμβαίνει από το περίπτερο μέχρι την πολυεθνική. Μου το έλεγαν πριν έρθω αλλά δεν το πίστευα κι όμως, είναι αλήθεια. Ο άξιος και σκληρά εργαζόμενος επιβραβεύεται με εξέλιξη και ανάλογη μισθολογική αύξηση, χωρίς να χρειαστεί να περάσουν χρόνια αναμονής. Μπορεί κανείς να πετύχει την πρώτη του προαγωγή μέσα σε λίγους μήνες. Μιλώντας για το περιβάλλον που γνωρίζω, στη γαστρονομία και την εστίαση, το Λονδίνο είναι “το κέντρο του κόσμου». Μπορεί κανείς να μάθει χιλιάδες τεχνικές , συνταγές, υλικά , μεθόδους, μυστικά, να πάρει βάσεις και πληροφορίες σχεδόν για όλες τις κουζίνες του πλανήτη, απλά μαγειρεύοντας σε μαγαζιά του Λονδίνου. Μόνη της η πόλη σε βάζει σε ρυθμούς γρήγορους, fast life όπως λένε εδώ , με αποτέλεσμα να πρέπει να εξελιχθείς γρήγορα για να επιβιώσεις. Πιστεύω πως για ένα μάγειρα το Λονδίνο είναι μοναδική εμπειρία.
“Στο Λονδίνο μπορείς εύκολα να βρεις έξτρα παρθένο ελαιόλαδο από όλη την Ελλάδα, όσπρια Γρεβενών, λιαστές ντομάτες Σαντορίνης, κουμ κουάτ Κερκύρας, ελιές Λακωνίας, χαλβά Φαρσάλων, ρίγανη και θυμάρι από τα Δωδεκάνησα, κρόκο από την Κοζάνη, ούζο από τη Μυτιλήνη, ελληνικό καφέ.”