Φοβούνται μην “πέσουν” στην παγίδα του “greenwashing”.
Η απασχόληση επαγγελματιών του μάρκετινγκ στον τομέα της βιωσιμότητας, δεν συνάδει με το επίπεδο της εκπαίδευσης τους πάνω σε αυτό, σύμφωνα με έρευνα του Ηνωμένου Βασιλείου που διεξήχθη από το Chartered Institute of Marketing (CIM). Το χάσμα δεξιοτήτων λοιπόν, μεταξύ της ανάγκης μάρκετινγκ βιωσιμότητας και της εκπαίδευσης πάνω σε αυτό, δημιουργεί ανησυχίες για το greenwashing εν μέσω νομικών καταστολών κατά της πρακτικής.
Η δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε σε περισσότερους από 200 επαγγελματίες του μάρκετινγκ αποκάλυψε ότι 8 στους 10 έχει εργαστεί σε καμπάνιες που σχετίζονται με τη βιωσιμότητα για πελάτες τα τελευταία πέντε χρόνια. Ακόμη το 45% των επαγγελματιών μάρκετινγκ έχουν δεχθεί πιέσεις από πελάτες να παρέχουν περισσότερο «πράσινο» μάρκετινγκ, παρά το γεγονός πως σχεδόν όλοι (40%) από αυτούς δήλωσαν ότι θα ήθελαν να αποκτήσουν περισσότερα προσόντα που σχετίζεται με τις επικοινωνίες βιωσιμότητας. Η έρευνα διαπίστωσε ακόμη ότι το 49% είχε μιλήσει με τον εργοδότη ή τον πελάτη του σχετικά με τους κινδύνους στη φήμη, που προκάλεσαν οι κατηγορίες για greenwashing τα τελευταία πέντε χρόνια.
Χωρίς την κατάλληλη εκπαίδευση και γνώση, οι επαγγελματίες του μάρκετινγκ δεν αισθάνονται πάντα άνετα να εργάζονται σε κομμάτια που αφορούν τη βιωσιμότητα λόγω του φόβου ότι θα κατηγορηθούν για “greenwashing”. Αυτό περιλαμβάνει την καλύτερη επισήμανση των πληροφοριών και την παροχή πιο λεπτομερών και διαφανών δεδομένων.
Το CIM προσανατολίζεται σε εταιρείες και στελέχη σε μια εποχή που οι κυβερνητικοί φορείς περιορίζουν το πράσινο πλύσιμο. Νωρίτερα αυτό το έτος, η ΕΕ δημοσίευσε την Οδηγία της για τις Πράσινες Αξιώσεις, η οποία απαιτεί από τις επιχειρήσεις να αξιολογούν και να πληρούν τις νέες ελάχιστες «απαιτήσεις τεκμηρίωσης» για οικολογικούς ισχυρισμούς. Αυτό σήμαινε χρήση αναγνωρισμένων επιστημονικών στοιχείων και γνώσεων αιχμής, αναφορά αντισταθμίσεων αερίων θερμοκηπίου με διαφάνεια και παροχή πληροφοριών σχετικά με το εάν το προϊόν αποδίδει περιβαλλοντικά πολύ καλύτερα από την κοινή πρακτική.
Οι οικολογικοί ισχυρισμοί μπορούν πλέον να καλύπτουν μόνο περιβαλλοντικές επιπτώσεις που έχουν αξιολογηθεί, σύμφωνα με τις απαιτήσεις τεκμηρίωσης και έχουν προσδιοριστεί ως «σημαντικές» για το προϊόν ή την επιχείρηση. Μια σημαντική πτυχή που λαμβάνει χώρα είναι η χρήση του «ουδέτερου άνθρακα» στη συσκευασία των προϊόντων, όταν μια εταιρεία χρησιμοποιεί αντισταθμιστικά μέτρα.
Η νομοθεσία σημαίνει ότι όλα τα είδη αγαθών και εμπορικών σημάτων θα υπόκεινται σε νέες, «ανάλογες» κυρώσεις, που θα οδηγήσουν στην επιβολή του greenwashing στην ΕΕ και σε έναν μηχανισμό ομαδικού τύπου που επιτρέπει στις οργανώσεις καταναλωτών να ασκούν αγωγές κατά πράσινων ισχυρισμών που βρίσκουν ακατάλληλα τεκμηριωμένη. Οι κυβερνήσεις παρέχουν επίσης καθοδήγηση στις εταιρείες για να επαληθεύσουν τους ισχυρισμούς τους. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο Πράσινος Κώδικας Αξιώσεων καθορίζει μια λίστα ελέγχου έξι σημείων για να διαπιστωθεί εάν οι περιβαλλοντικοί ισχυρισμοί μιας επιχείρησης είναι αξιόπιστοι.