Οι αρχές εντόπισαν τσιπούρες, κοκκάλια και γοφάρια βάρους περίπου 100 κιλών άγνωστης προέλευσης, στην Ιχθυόσκαλα Νέας Μηχανιώνας.
Μετά από αλιευτικό έλεγχο που διενήργησαν χθες, στελέχη της Λιμενικής Αρχής Νέας Μηχανιώνας στην ιχθυόσκαλα Ν. Μηχανιώνας, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν δώδεκα (12) ιχθυοκιβώτια αλιευμάτων συνολικού βάρους ενενήντα έξι (96) κιλών με ιχθύες του είδους «ΚΟΚΚΆΛΙ», «ΓΟΦΑΡΙ» και «ΤΣΙΠΟΥΡΑ».
Από το Α΄ Λιμενικό Τμήμα Νέας Μηχανιώνας του Κεντρικού Λιμεναρχείου Θεσσαλονίκης, βεβαιώθηκε στον ιδιοκτήτη του Α/Κ σκάφους μία παράβαση του άρθρου 8 της Υ.Α. 1750/32219, περί ιχνηλασιμότητας ενώ το σύνολο των ανωτέρω αλιευμάτων, φυλάσσονται σε ψυκτικό θάλαμο προκειμένου να διατεθούν σε ευαγή ιδρύματα.
Τι ορίζει το άρθρο 8 της Υ.Α. 1750/32219
Σύμφωνα με την νομοθεσία περί ιχνηλασιμότητας όλες οι παρτίδες προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας που τίθενται στην κυκλοφορία ή διατίθενται στην ελληνική και ενωσιακή αγορά, πρέπει να είναι ανιχνεύσιμες σε όλες τις φάσεις παραγωγής, εμπορίας, επεξεργασίας, μεταποίησης και μεταφοράς, από την αλίευση ή την καλλιέργεια τους έως την λιανική πώληση. Οι ελάχιστες απαιτήσεις επισήμανσης και πληροφοριών για τις παρτίδες των προαναφερόμενων προϊόντων περιλαμβάνονται και παρέχονται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 58 παρ. 5 του Καν. (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 και στο άρθρο 67 του Καν. (ΕΕ) αριθ. 404/2011. Οι πληροφορίες του άρθρου 58 παρ. 5 του Καν. (ΕΚ) αριθ. 1224/2009, ι) παρέχονται τη στιγμή που τα προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας κατανέμονται σε παρτίδες ή το αργότερο πριν την πρώτη πώληση τους, οι εμπορικές επιχειρήσεις επικαιροποιούν τις προαναφερόμενες πληροφορίες σε κάθε διαχωρισμό ή συγχώνευση των παρτίδων, και ιι) για τα προϊόντα αλιείας δημιουργούνται και συμφωνούν με τα στοιχεία των ημερολογίων αλιείας και δηλώσεων εκφόρτωσης που έχουν υποβληθεί για κάθε εκφόρτωση, είτε ηλεκτρονικά είτε σε έντυπη μορφή.
Επίσης όλες οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην αγορά, πώληση, αποθήκευση ή μεταφορά παρτίδων των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, υποχρεούνται να τηρούν στοιχεία ή συστήματα και διαδικασίες για τον προσδιορισμό της επιχείρησης από την οποία προμηθεύτηκαν καθώς και τον προσδιορισμό της επιχείρησης όπου πούλησαν ή διέθεσαν τις παρτίδες των προϊόντων, εκτός από την περίπτωση που ο άμεσος αγοραστής είναι ο τελικός καταναλωτής ή μονάδες μαζικής εστίασης. Τα στοιχεία αυτά τίθενται στην διάθεση των αρμόδιων αρχών κατόπιν σχετικού αιτήματος τους ή κατά τον επιτόπιο έλεγχο των ελεγκτικών αρχών.
Οι παρτίδες των προϊόντων της παρ. α του παρόντος άρθρου συγχωνεύονται ή διαχωρίζονται μετά την πρώτη πώληση μόνο εφόσον είναι δυνατόν να ανιχνευθεί κάθε στάδιο εμπορίας από την αλίευση ή καλλιέργεια μέχρι τον τελικό καταναλωτή.