Στην απολύμανση των εγκαταστάσεων επεξεργασίας, χρησιμοποιούνται συχνά καθαριστικά με βάση το χλώριο με αποτέλεσμα να υπάρχει αυξημένη πιθανότητα επιμόλυνσης του γάλακτος με χλωρικό άλας
Tην παρουσία υπερχλωρικού και χλωρικού άλατος σε νωπό βόειο γάλα στην Ιταλική Λομβαρδία μελέτησε ομάδα από το Πανεπιστήμιο του Μιλάνο με ενθαρρυντικά αποτελέσματα.
Με δεδομένο ότι τα βακτήρια που προσβάλλουν το γάλα μπορούν να παράγουν ένζυμα που καταστρέφουν τα κύρια συστατικά του, δίνοντας χαμηλότερης απόδοσης και κακής ποιότητας τυριά, ο αποτελεσματικός καθαρισμός και η απολύμανση των χώρων αρμέγματος είναι επιβεβλημένοι. Στην απολύμανση χρησιμοποιούνται συχνά καθαριστικά με βάση το χλώριο με αποτέλεσμα να υπάρχει αυξημένη πιθανότητα επιμόλυνσης του γάλακτος με χλωρικό άλας, το οποίο μπορεί να προκαλέσει προβλήματα υγείας και να οδηγήσει στην αλλοίωση της λειτουργίας του θυρεοειδούς με την αναστολή της πρόσληψης ιωδίου, ιδιαίτερα μεταξύ βρεφών και παιδιών.
Σύμφωνα με κανονισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το προεπιλεγμένο μέγιστο επίπεδο υπολειμμάτων (MRL) χλωρικού άλατος έχει οριστεί σε 0,01 mg/kg για όλα τα τρόφιμα. Σε αντίθεση με αυτό, το υπερχλωρικό άλας που βρίσκεται φυσικά στο περιβάλλον δεν έχει λάβει κάποια περιοριστική τιμή, παρ’ ότι σύμφωνα με την EFSA η βραχυπρόθεσμη έκθεση στο υπερχλωρικό μπορεί να ενέχει με τη σειρά της πιθανό κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία, και ειδικά για τα βρέφη.
Με βάση τα παραπάνω, η επιστημονική ομάδα με επικεφαλής τη Δρ. Pavlovic, ανέλυσε 148 δείγματα που συλλέχθηκαν από 3 διαφορετικές γεωγραφικές ζώνες της Λομβαρδίας κι επιβεβαίωσε πως τα δείγματα, παρ’ ότι στην πλειοψηφία τους θετικά στα 2 χημικά, ήταν κάτω από το επιτρεπόμενο όριο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Πιο συγκεκριμένα, το χλωρικό άλας ανιχνεύθηκε στο 73% των δειγμάτων που αναλύθηκαν, με μέση τιμή 7,10±5,88 μg/kg, κάτω από το επιτρεπόμενο όριο. Στην περίπτωση του υπερχλωρικού, αυτό ανιχνεύθηκε στο 99% των δειγμάτων, με μέση τιμή 4,06±1,58 μg/kg.
Τα αποτελέσματα απέδειξαν τη σωστή εφαρμογή ορθών πρακτικών υγιεινής στις κτηνοτροφικές μονάδες που ελέγχθηκαν. Χάρη στην εφαρμογή αυτών των πρακτικών, οι τιμές των χλωρικών αλάτων που παρουσιάζονται στη βιβλιογραφία έχουν βελτιωθεί σημαντικά, με μια γενική τάση προς τα φθίνοντα επίπεδα, κάτι που είναι πολύ θετικό για τους Ιταλούς καταναλωτές.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Foods και μπορείτε να τη διαβάσετε εδώ.