Μελέτη επισημαίνει την ανάγκη για ασφαλέστερες συσκευασίες πλαστικού.
Την ανάγκη για μεγαλύτερη ασφάλεια στις συσκευασίες τροφίμων επισημαίνουν ερευνητές από το Νορβηγικό Πανεπιστήμιο Επιστήμης και Τεχνολογίας (NTNU), κατόπιν δοκιμής πλαστικών συσκευασιών πολλών προϊόντων διατροφής, συμπεριλαμβανομένων λουκάνικων, μύρτιλων, τυριού και γιαουρτιού από πέντε χώρες, (ΗΠΑ, Γερμανία, Νότια Κορέα, Ηνωμένο Βασίλειο και Νορβηγία). Από την έρευνα εντόπισαν χιλιάδες χημικές ουσίες, ο οποίες αν και δεν ήταν όλες γνωστές, ωστόσο ήταν όλες επιβλαβείς και ικανές να επηρεάσουν τις ορμόνες και τον μεταβολισμό μας.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα διάφορα προϊόντα είχαν μοναδικά χημικά «δακτυλικά αποτυπώματα», με ένα από αυτά να έχει 9.936 διαφορετικές χημικές ουσίες. Τα προϊόντα που περιέχουν λιγότερες χημικές ουσίες είχαν επίσης λιγότερες επιβλαβείς ουσίες. Οι ερευνητές βρήκαν συνολικά 16.000 χημικές ουσίες. Το ένα τέταρτο από αυτά είναι δυνητικά επιβλαβή. Η δημιουργία πλαστικού χρησιμοποιώντας όσο το δυνατόν λιγότερες πρόσθετες χημικές ουσίες είναι ένα σημαντικό βήμα προς την κατασκευή ασφαλέστερων πλαστικών συσκευασιών, γράφουν οι ερευνητές. Ταυτόχρονα, η μελέτη δείχνει πόσο περιορισμένες είναι στην πραγματικότητα οι γνώσεις μας για το πλαστικό και τις χημικές ουσίες, γράφουν.
Ο Martin Wagner, καθηγητής στο NTNU και ένας από τους ερευνητές πίσω από τη μελέτη, επισημαίνει μια νέα μελέτη από τις ΗΠΑ που εκτιμά ότι οι χημικές ουσίες στα πλαστικά όπως η δισφαινόλη, το PFAS και οι φθαλικές ενώσεις κοστίζουν στο αμερικανικό σύστημα υγειονομικής περίθαλψης 250 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως.
Μια μελέτη από το Νορβηγικό Ινστιτούτο Δημόσιας Υγείας (NIPH) διαπίστωσε πέρυσι ότι τα παιδιά στη χώρα είχαν υψηλότερα επίπεδα δισφαινόλης και PFAS στο αίμα τους από αυτά που θεωρούνται ασφαλή. Η νέα μελέτη για τις συσκευασίες τροφίμων δεν διερεύνησε εάν οι χημικές ουσίες που βρήκαν όντως εισχωρούν στα τρόφιμα που τρώμε, όμως ο Wagner πιστεύει ότι είναι πιθανό και αναφέρεται σε μια προηγούμενη μελέτη στην οποία ο ίδιος και οι συνεργάτες του διαπίστωσαν ότι τα πλαστικά προϊόντα απελευθερώνουν χημικές ουσίες στο νερό.
Η Dorte Herzke, ερευνήτρια στο Τμήμα Ασφάλειας Τροφίμων του NIPH, έχει εργαστεί για πάνω από 15 χρόνια για το πώς τα πλαστικά και τα μικροπλαστικά εξαπλώνονται στο περιβάλλον και προσλαμβάνονται από ζώα και ανθρώπους. Η Herzke πιστεύει ότι η μελέτη του Wagner και των συναδέλφων του είναι μια σταθερή και σημαντική μελέτη και εξηγεί ότι οι ερευνητές χρησιμοποίησαν έναν ισχυρό διαλύτη για να εξάγουν τις χημικές ουσίες από το πλαστικό. Herzke πιστεύει ότι οι πρακτικές πλαστικής συσκευασίας που συμμορφώνονται με τους νορβηγικούς νόμους και οδηγίες είναι πιθανώς ασφαλείς. Η ίδια υποστηρίζει ακόμη, πως εφόσον υπάρχουν εκατοντάδες περισσότερες ουσίες από αυτές που ρυθμίζονται, τις οποίες δεν γνωρίζουμε, είναι αναμενόμενο να μην ελέγχονται.
Για να ληφθούν λοιπόν απαντήσεις για το πως συμπεριφέρονται οι ουσίες που δεν γνωρίζουμε ακόμη, χρειάζονται μεγαλύτερες μελέτες που θα μετρούν επίσης την παρουσία αυτών των χημικών ουσιών και τις πιθανές επιπτώσεις τους στον άνθρωπο. Υπάρχει επίσης ανάγκη για περισσότερη έρευνα για τα τρόφιμα που συσκευάζονται σε πλαστικά προϊόντα.
Ένα ερευνητικό πρόγραμμα που διεξήχθη από ενδιαφερόμενους φορείς στη βιομηχανία συσκευασίας κατέληξε στο συμπέρασμα πριν από μερικά χρόνια ότι η συσκευασία δεν μολύνει τα τρόφιμα. Ένας από τους στόχους πίσω από την έρευνα ήταν η εξέταση των μη σκόπιμα προστιθέμενων ουσιών (NIAS). Το θέμα έχει προκαλέσει ανησυχία και έχει λάβει αυξημένη προσοχή στην ΕΕ, τον ακαδημαϊκό κόσμο και τους παραγωγούς τροφίμων, γράφει το ινστιτούτο έρευνας τροφίμων Nofima στην ιστοσελίδα του έργου του. Ο ανώτερος επιστήμονας John-Erik Haugen από τη Nofima ήταν υπεύθυνος για τις αναλύσεις συσκευασίας, ανησυχεί ότι πολλές μελέτες για πλαστικά και επικίνδυνα χημικά, συμπεριλαμβανομένης του Wagner, αναλύουν μόνο το υλικό συσκευασίας και επομένως δεν μπορούν να προσδιορίσουν εάν οι ουσίες μεταφέρονται επίσης στα τρόφιμα.
Η ΕΕ και η EFSA έχουν δημιουργήσει μια «θετική λίστα» όλων των ουσιών που επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται σε πλαστικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα. Για ορισμένες από τις ουσίες, έχει τεθεί ένα όριο για το πόση ουσία επιτρέπεται να μεταφερθεί στο τρόφιμο. Το πλαστικό συχνά ελέγχεται μόνο για την παρουσία γνωστών χημικών ουσιών, σύμφωνα με τον Wagner. Για παράδειγμα, ελέγχονται τα επίπεδα για κοινά πρόσθετα και εάν τα επίπεδα είναι εντός εκείνων που η ΕΕ και η Νορβηγία έχουν ορίσει ως ασφαλή, τότε το πλαστικό θεωρείται ασφαλές.
Το πλαστικό περιέχει πολύ περισσότερες χημικές ουσίες από αυτές που προσθέτουν σκόπιμα οι κατασκευαστές και τα επιτρεπόμενα επίπεδα ή οριακές τιμές είναι αρκετά υψηλά για ορισμένες ουσίες. Ο Wagner υποστηρίζει ότι οι αυστηρότεροι κανονισμοί δεν είναι η λύση αλλά η καινοτομία, υπογραμμίζοντας την ανάγκη δημιουργίας ασφαλέστερων συσκευασιών πλαστικού.