Ειδοποίηση RASFF από την Πολωνία για κίνδυνο από σύκα προέλευσης Ελλάδας.
Οι αρχές της Πολωνίας ενημέρωσαν σήμερα το Ευρωπαϊκό Σύστημα Ταχείας ενημέρωσης για επικίνδυνα Τρόφιμα (RASFF) για πιθανό κίνδυνο από αποξηραμένα σύκα προέλευσης Ελλάδας που εκτός από την Πολωνία εξάγονται και στη Γερμανία.
Μετά από έλεγχο στην Πολωνική αγορά και εργαστηριακή ανάλυση, στα ελληνικά σύκα εντοπίστηκαν οι μυκοτοξίνες, αφλατοξίνες (AF) σε υψηλές ποσότητες. Η ΕΕ έχει θέσει ανώτατα ρυθμιστικά όρια για AF στα αποξηραμένα σύκα σε 6 μg/kg για AFB1 και 10 μg/kg για τη συνολική AF (συμπεριλαμβανομένων των B1, B2, G1, G2) (Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1058/2012).
Στα ελληνικά σύκα εντοπίστηκε η πιο επικίνδυνη αφλατοξίνη η Β1 σε ποσότητα 21,62 µg/kg με μέγιστο επιτρεπτό τα 6 µg/kg και ολικές αφλατοξίνες (Β1, Β2, G1, G2) σε επίπεδο 26,35 µg/kg, με μέγιστο επιτρεπτό τα 10 µg/kg.
Οι αφλατοξίνες αποτελούν μία από τις κύριες ομάδες μυκοτοξινών. Η αφλατοξίνη παράγεται από μυκητιακή δράση κατά την παραγωγή, τη συγκομιδή, την αποθήκευση και την επεξεργασία των τροφίμων και των ζωοτροφών. Η διατροφική έκθεση σε αφλατοξίνες μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά τοξικά και καρκινογόνα αποτελέσματα σε ανθρώπους και ζώα. Η πιο συχνά παραγόμενη αφλατοξίνη, η αφλατοξίνη Β1 έχει ισχυρή καρκινογόνο δράση.
Η τοξικότητα της αφλατοξίνης μπορεί να οδηγήσει σε ναυτία, έμετο, κοιλιακό άλγος, σπασμούς και άλλα σημεία οξείας ηπατικής βλάβης. Η μακροχρόνια έκθεση οδηγεί επίσης σε διάφορες επιπλοκές όπως καθυστέρηση της ανάπτυξης, κίρρωση και ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα. Η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφάλειας τροφίμων EFSA, που επαναξιολόγησε τις αφλατοξίνες το 2020 επιβεβαίωσε ότι είναι γονιδιοτοξικές και το AFB1 μπορεί να προκαλέσει ηπατοκυτταρικά καρκινώματα (HCC) στους ανθρώπους.
Σύμφωνα με μελέτη παράγοντες που σχετίζονται με τις καιρικές συνθήκες, μαζί με τις γεωργικές πρακτικές και, τις συνθήκες επεξεργασίας και αποθήκευσης, μπορούν να επηρεάσουν τη μόλυνση των αποξηραμένων σύκων από αφλατοξίνες.
Οι αφλατοξίνες είναι πολύ σταθερές και δεν καταστρέφονται από τη θερμότητα του μαγειρέματος ή του ψησίματος. Είναι επίσης ανθεκτικές στα οξέα. Γι’ αυτό, για παράδειγμα, μπορούν να περάσουν στο αγελαδινό γάλα μέσω μουχλιασμένων ζωοτροφών και στη συνέχεια να ανιχνευθούν στο γάλα και στα γαλακτοκομικά προϊόντα. Οι αφλατοξίνες στα τρόφιμα δεν μπορούν να αναγνωριστούν από τους καταναλωτές. Γι’ αυτό τα προϊόντα που ανακαλούνται λόγω αφλατοξινών, δεν πρέπει να καταναλώνονται, ακόμη και αν δεν φαίνεται μούχλα.
Τα τρόφιμα που είναι πιο ευαίσθητα στις αφλατοξίνες περιλαμβάνουν τα φιστίκια, το καλαμπόκι, τους ξηρούς καρπούς και ορισμένα μικρά δημητριακά όπως το ρύζι.