Τα προϊόντα που πωλούνται με την ίδια εμπορική ονομασία και συσκευασία πρέπει να έχουν την ίδια σύνθεση σε κάθε χώρα της ΕΕ. Τα στοιχεία όμως, παραπέμπουν σε αθέμιτες πρακτικές μεγάλων εταιρειών τροφίμων
Κατά καιρούς έχουν δει το φως της δημοσιότητας διάφοροι ισχυρισμοί ότι στα κράτη μέλη της ΕΕ στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη πωλούνταν τρόφιμα χαμηλότερης ποιότητας από τα ίδια προϊόντα στην ίδια συσκευασία στη Δυτική Ευρώπη. Ίδιο όνομα, ίδια εταιρεία, ίδια συσκευασία, αλλά τα συστατικά του προϊόντος ήταν χαμηλότερης ποιότητας. Δοκιμές σε ορισμένες χώρες της ΕΕ βρήκαν συσκευασίες ψαριών ίδιας επωνυμίας με λιγότερο ψάρι, ψωμί σε φέτες με λιγότερο αλεύρι ολικής αλέσεως, χυμούς πορτοκαλιού χωρίς περιεκτικότητα σε πορτοκάλι, λιγότερο κρέας στα προϊόντα κρέατος, λιγότερο κακάο στη σοκολάτα, και σιρόπι πορτοκαλιού ή τεχνητά γλυκαντικά αντί για ζάχαρη.
Η ΕΕ το 2018 ψήφισε οδηγία σύμφωνα με την οποία ένα προϊόν που πωλείται με την ίδια μάρκα και συσκευασία πρέπει να έχει την ίδια σύνθεση. Η πρακτική της πώλησης του ίδιου προϊόντος με χαμηλότερο ποιοτικό επίπεδο σε ορισμένες χώρες της ΕΕ απαγορεύεται σύμφωνα με την οδηγία της ΕΕ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές και εν τέλει σύμφωνα με την ΕΕ, εάν ένα προϊόν έχει προσαρμοστεί ή έχει αλλάξει τα συστατικά ή την αναλογία τους για οποιονδήποτε λόγο, ο καταναλωτής έχει το δικαίωμα να ενημερώνεται με σαφή και διαφανή τρόπο. Σε έκθεση της Επιτροπής το 2019 από τα 100 συγκριτικά προϊόντα, η μελέτη διαπίστωσε ότι το 33% είχε την ίδια σύνθεση, ενώ η πλειονότητα των προϊόντων ήταν, στην πραγματικότητα, διαφορετικά. Ωστόσο, η μελέτη αναφέρει ότι δεν «αποκάλυψε κανένα συνεπές πρότυπο διαφοροποίησης προϊόντων για συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές».
Μετά από μια έντονη δημόσια συζήτηση σχετικά με αυτή τη διαφορά στην ποιότητα των τροφίμων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποσχέθηκε ότι η κατάσταση θα αλλάξει και διέθεσε 2 εκατομμύρια ευρώ σε ένα κοινό ερευνητικό κέντρο για την ανάπτυξη μιας μεθοδολογίας που θα βοηθήσει στην αποκάλυψη αυτής της πρακτικής καθώς και μιας κοινής προσέγγισης δοκιμών για ολόκληρη την ΕΕ. Η προσπάθεια αυτή όμως είναι αμφίβολο εάν τελικά απέδωσε καρπούς.
Πριν από λίγους μήνες το Investigate Europe -δημοσιογράφοι από έντεκα ευρωπαϊκές χώρες- έκανε σύγκριση προϊόντων για να ανακαλύψει εάν εξακολουθούν να υπάρχουν διαφορές στα ίδια προϊόντα που πωλούνται σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η σύγκριση έγινε σε ένα καλάθι 24 ειδών διατροφής σε 15 ευρωπαϊκές χώρες, τόσο στην Ανατολή όσο και στη Δύση. Κάποια από τα προϊόντα αγοράστηκαν από σούπερ μάρκετ, αλλά, ελήφθησαν και πληροφορίες από τις ιστοσελίδες των ηλεκτρονικών καταστημάτων παντοπωλείου. Η επιλογή έγινε μεταξύ δημοφιλών προϊόντων που υπάρχουν σε όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες: μαρμελάδες, παγωτά, κατεψυγμένη πίτσα, μπισκότα, σάλτσες και σοκολάτες. Η δημοσιογραφική ομάδα συνέκρινε επίσης τα συστατικά και τις διατροφικές λεπτομέρειες για πέντε δημοφιλή αναψυκτικά, με πληροφορίες που ζήτησε από τους κατασκευαστές.
Τα ευρήματα της σύγκρισης
Συνολικά, εξετάστηκαν 29 προϊόντα και το Investigate Europe, ανακάλυψε ότι πολλά από τα προϊόντα που πωλούνται από τον ίδιο παραγωγό και με την ίδια μάρκα, όντως διαφέρουν ως προς τη σύνθεση σε διαφορετικές ευρωπαϊκές χώρες. Και μερικές φορές, αρκετά. Ωστόσο, δύο είναι τα συστατικά που ξεχώρισαν και εντοπίστηκαν συχνότερα στα τρόφιμα που πωλούνται στα σχετικά φτωχότερα κράτη μέλη της ΕΕ. Το φοινικέλαιο και το σιρόπι γλυκόζης – φθηνότερες εναλλακτικές λύσεις από το κραμβέλαιο ή άλλα φυτικά έλαια και τη ζάχαρη, αντίστοιχα.
Το μπισκότο σοκολάτας Leibniz που πωλείται στη Βουλγαρία περιλαμβάνει φοινικέλαιο μεταξύ των συστατικών του. Αλλά το συστατικό δεν υπάρχει στις άλλες πέντε χώρες όπου αγοράστηκαν τα μπισκότα. Το παγωτό Cornetto classic παρασκευάζεται με λάδι καρύδας και ηλιέλαιο σε οκτώ από τις εννέα χώρες του δείγματος, τόσο στην Ανατολή όσο και στη Δύση. Μόνο στην Πολωνία το παγωτό έχει φοινικέλαιο και λάδι καρύδας. Οι εκπρόσωποι της Unilever (η οποία κατέχει το εμπορικό σήμα Cornetto) δεν απάντησαν στις έρευνες της Investigate Europe.
Το φοινικέλαιο είναι μακράν το φθηνότερο φυτικό λάδι που υπάρχει. Είναι επίσης πιο πρακτικό, επειδή είναι σε σταθερή μορφή σε θερμοκρασία δωματίου, επομένως μπορεί να παρομοιαστεί με το βούτυρο, λέει ο Björn Bernhardson, διευθυντής και συνιδρυτής της σουηδικής ΜΚΟ Äkta Vara, που προωθεί τα τρόφιμα χωρίς πρόσθετα. Το παγωτό Cornetto που περιέχει φοινικέλαιο στην Πολωνία θα έχει διαφορετική γεύση από το παγωτό Cornetto σε άλλες χώρες; Μάλλον όχι, λέει ο Bernhardson, γιατί το λάδι θα υποστεί επεξεργασία για να αφαιρεθεί όλη η αρχική γεύση και κατόπιν να προστεθούν άλλες γεύσεις.
Το φοινικέλαιο έχει επικριθεί τόσο για λόγους υγείας όσο και για περιβαλλοντικούς λόγους. Το φοινικέλαιο και το λάδι καρύδας έχουν πολύ περισσότερα κορεσμένα λίπη από άλλα φυτικά έλαια (τέσσερις ή πέντε φορές περισσότερο από ό,τι στο κραμβέλαιο, το ηλιέλαιο ή το καλαμποκέλαιο).
Άλλο παράδειγμα είναι τα τσιπς νάτσο της Dorito’s με γεύση τυριού, που παράγονται από την πολυεθνική Pepsico και πωλούνται σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο. Τα πατατάκια τηγανίζονται είτε σε κραμβέλαιο ή σε ηλιέλαιο, είτε σε ένα μείγμα από αυτά. Αλλά στην Εσθονία, το πακέτο πατατάκια που αγοράστηκε σε ένα κατάστημα αναφέρει ότι τα πατατάκια τηγανίζονται σε καλαμποκέλαιο. Αλλά σε δύο από τις κύριες αλυσίδες παντοπωλείων, οι διαδικτυακές πληροφορίες αναφέρουν φοινικέλαιο, ενώ ένα τρίτο κατάστημα αναφέρει αραβοσιτέλαιο. Η Pepsico Estonia λέει ότι εισάγει πατατάκια Dorito’s από το ίδιο τουρκικό εργοστάσιο από το 2018. Προσθέτουν ότι το προϊόν δεν περιέχει φοινικέλαιο και ότι δεν μπορουν να εξηγήσουν τις διαφορετικές πληροφορίες στα διαδικτυακά καταστήματα των παντοπωλείων.
Όσον αφορά τα αναψυκτικά, η κανονική Coca-Cola, Fanta και Sprite — που παράγονται από την εταιρεία Coca Cola — χρησιμοποιούν διαφορετικά γλυκαντικά στη Δύση και την Ανατολή. Στις δυτικές χώρες, τα αναψυκτικά περιλαμβάνουν κανονική ζάχαρη, είτε με ή χωρίς τεχνητά γλυκαντικά. Στις ανατολικές χώρες, η ζάχαρη αντικαθίσταται από τη φθηνότερη εναλλακτική λύση – σιρόπι φρουκτόζης-γλυκόζης.
«Τα θρεπτικά γλυκαντικά είναι υποκατάστατα καθώς έχουν παρόμοια σύνθεση, περιέχουν σχεδόν την ίδια περιεκτικότητα σε θερμίδες και επίσης ρυθμίζονται εξίσου από την υφιστάμενη νομοθεσία της ΕΕ. Το τοπικό γλυκαντικό που χρησιμοποιούμε έχει επιλεγεί κυρίως λόγω τοπικών εκτιμήσεων, όπως η τοπική διαθεσιμότητα των συστατικών. Η προμήθεια των συστατικών μας τοπικά διασφαλίζει ότι μπορούμε να υποστηρίξουμε τις τοπικές αλυσίδες εφοδιασμού και οικονομίες και να διατηρήσουμε την οικονομική προσιτότητα και τη γεύση των ποτών μας», δήλωσε εκπρόσωπος της Coca Cola.
Το παγωτό Magnum classic έχει ζάχαρη, σιρόπι γλυκόζης και συνδυασμό σιροπιού γλυκόζης-φρουκτόζης σε 12 από τις 13 χώρες που συγκρίθηκαν. Αλλά στην Πολωνία, το μόνο γλυκαντικό που χρησιμοποιείται είναι το σιρόπι γλυκόζης, το οποίο όπως το φοινικέλαιο σε σχέση με άλλα φυτικά έλαια, είναι φθηνότερο από τη ζάχαρη.
Σύμφωνα πάντα με την έρευνα του Investigate Europe, το αναψυκτικό Fanta διαφέρει στην ποσότητα χυμού πορτοκαλιού και λεμονιού. Στις χώρες της Νότιας Ευρώπης, Ελλάδα, Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία και Πορτογαλία, το Fanta έχει υψηλή ποσότητα χυμού φρούτων (8-20%), ενώ οι βόρειες/ανατολικές χώρες έχουν χαμηλότερη ποσότητα (4-6%). Η εταιρεία Coca Cola που παράγει τη Fanta λέει ότι η διαφορά στις συνταγές έχει να κάνει με την ικανοποίηση των τοπικών προτιμήσεων, την προμήθεια ορισμένων συστατικών τοπικά, την τήρηση των τοπικών κανονισμών, καθώς και τις προσπάθειες της εταιρείας να μειώσει τα πρόσθετα σάκχαρα.
Η περιεκτικότητα σε κρέας στη σάλτσα μπολονέζ Barilla ποικίλλει μεταξύ 16 και 19% σε δεκατέσσερις χώρες και η ποσότητα φουντουκιού στην ολόκληρη σοκολάτα φουντουκιού της Milka κυμαίνεται μεταξύ 17 και 20% σε έντεκα χώρες. Αλλά δεν υπάρχει συγκεκριμένο γεωγραφικό μοτίβο, στο που ισχύει τι.
Μερικές φορές, ακόμη και τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας των σούπερ μάρκετ μπορεί να έχουν διαφορές. Η μαρμελάδα βατόμουρο της Lidl, που πωλείται με το όνομα Maribel, η οποία συγκρίθηκε σε έξι αγορές, είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Η ποσότητα των σμέουρων, της ζάχαρης και του νερού διαφέρει και η εκδοχή της μαρμελάδας σε ορισμένες χώρες έχει περισσότερα πρόσθετα από άλλες.
Μια από τις παγωμένες πίτσες του Dr Oetker, η «Feliciana Prosciutto and Pesto», η οποία αγοράστηκε στη Βουλγαρία, διαφέρει από την «Ristorante Prosciutto» στη σάλτσα. Ενώ η πρώτη πίτσα έχει ελαιόλαδο, η δεύτερη έχει φοινικέλαιο. Η πίτσα Feliciana πωλείται μόνο σε Πολωνία, Βουλγαρία, Κροατία, Σλοβενία, Ουγγαρία, Ρουμανία, Λιθουανία, Σλοβακία, Τσεχία και Ρωσία.
Η εταιρεία Dr Oetker εξηγεί ότι χρησιμοποιεί φοινικέλαιο για «τεχνολογικούς λόγους (π.χ. επεξεργασία της ζύμης, τραγανότητα)» και ότι το φοινικέλαιο περιλαμβάνεται σε ορισμένες από τις άλλες σειρές πίτσας της, όπως η Casa di Mama και η Big Americans. Αυτές οι δύο πίτσες πωλούνται και στις δυτικές αγορές.
Συμπερασματικά στο καλάθι τροφίμων που συνέκρινε το Investigate Europe, περισσότερα από τα μισά προϊόντα ήταν σαφώς διαφορετικά, είτε χρησιμοποιούσαν διαφορετικά συστατικά, διαφορετικές ποσότητες των ίδιων συστατικών είτε παρουσίαζαν διαφορές στις θρεπτικές αξίες. Μόνο λίγα από τα προϊόντα, όπως το κέτσαπ ντομάτας Heinz και η κρέμα φουντουκιού Nutella φαίνονται πανομοιότυπα από τα συστατικά και τις διατροφικές πληροφορίες.
Οι παραγωγοί τροφίμων με διπλά πρότυπα αρνούνται γενικά και διαφωνούν με τις κατηγορίες ότι παραπλανούν σκόπιμα τους καταναλωτές. Εξηγούν τις πρακτικές τους λέγοντας ότι πρόκειται για προσπάθεια προσαρμογής στις πολιτισμικές διαφορές και σε άλλες προτιμήσεις των καταναλωτών σε μεμονωμένες χώρες καθώς και στην προμήθεια πρώτων υλών. Προφανώς πατώντας πάνω στη νομοθεσία της ΕΕ που λέει μεν ότι είναι εμπορικά παραπλανητικό εάν ένα αγαθό διατίθεται στην αγορά ως πανομοιότυπο σε χώρες της ΕΕ, ενώ ταυτόχρονα έχει «σημαντικά διαφορετική σύνθεση ή χαρακτηριστικά», αλλά αφήνει ένα μικρό “παραθυράκι” με την επισήμανση “εκτός εάν αυτό δικαιολογείται από θεμιτούς και αντικειμενικούς παράγοντες“.