Ο έλεγχος για Listeria monocytogenes σε κατεψυγμένα αλιεύματα στο κράτος της Φαιδράς Πορτοκαλέας.
Του Δρ. Δημήτρη Γεωργαντέλη*
Αφορμή για το άρθρο αυτό στάθηκε η αναφορά στο Cibum.gr σχετικά με το “παρατεταμένο ξέσπασμα Listeria monocytogenes σε πολλές χώρες της ΕΕ με αιτία τα αλιευτικά προϊόντα” (20/06/2024).
Κάποια στιγμή οι Ελληνικές αρχές του λιμένα Πειραιά ξεκίνησαν τη δέσμευση και την παρακράτηση σε ψυκτική αποθήκη αρκετών τόνων από κατεψυγμένα φιλέτα. Η δέσμευση έλαβε χώρα στις αρχές της τουριστικής περιόδου, έχοντας ως συνέπεια ελλείψεις στην τροφοδοσία της αγοράς, αθέτηση παραγγελιών και κόστη στις Ελληνικές εταιρείες για σταλίες (Lay days).
Μάλιστα οι Ελληνικές αρχές δήλωναν την άρνηση τους για αποδέσμευση των εν λόγω προϊόντων, παρά μόνο αν α) στα χαρτοκιβώτια τοποθετούνταν η ένδειξη «Τα προϊόντα μπορούν να καταναλωθούν μόνο αν μαγειρευτούν καλά» !!!!! και β) ολόκληρη η ποσότητα πωληθεί αποκλειστικά σε ξενοδοχεία, δηλαδή σε τόπους στους οποίους το προϊόν μαγειρεύεται!!!.
Η απόφαση της Ελληνικής πλευράς εδράζετο – λανθασμένα- στο άρθρο 14 του Κανονισμού (ΕΚ) 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του συμβουλίου για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφάλειας των τροφίμων.
Όπως είναι επόμενο – αλλά μη φυσιολογικό για την Ελληνική πραγματικότητα όπου τείνουμε να δεχόμαστε τις αποφάσεις των αρμόδιων αρχών ως θέσφατο – οι ενδιαφερόμενοι απευθύνθηκαν θεσμικά στο γραφείο Νομικών υποθέσεων της Γενικής Διεύθυνσης Υγείας και Καταναλωτών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η απάντηση είναι διαφωτιστική και αποτελεί νομικό προηγούμενο για άλλες παρόμοιες υποθέσεις…..ακολουθεί η απάντηση
“Ο Κανονισμός (ΕΚ) 2073/2005 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εναρμονίζει σε Κοινοτικό επίπεδο τα μικροβιολογικά κριτήρια για τα τρόφιμα, Συνεπώς τα κράτη μέλη δεν δικαιούνται να θεσπίζουν άλλα (Εθνικά) κριτήρια τα οποία ενδέχεται να επηρεάσουν την εφαρμογή των άλλων Κοινοτικών Κανονισμών.
Ο Κανονισμός αυτός θεσπίζει μεταξύ άλλων, μικροβιολογικά κριτήρια για την Listeria monoctytogenes, αλλά μόνο για τα τρόφιμα που είναι έτοιμα για κατανάλωση (βλ. άρθρο 3 του Κανονισμού).
Σύμφωνα με το άρθρο 2 στοιχείο (ζ) του εν λόγω Κανονισμού, «τρόφιμα έτοιμα για κατανάλωση» είναι τα «τρόφιμα που προορίζονται από τον παραγωγό ή τον παρασκευαστή για ανθρώπινη κατανάλωση χωρίς να χρειάζονται μαγείρεμα ή άλλη επεξεργασία, αποτελεσματική για να εξαλείψει ή να μειώσει σε αποδεκτό επίπεδο τους ανησυχητικούς οργανισμούς».
Τα ειδικά κριτήρια ασφαλείας που εφαρμόζονται για τα τρόφιμα που διατίθενται στην αγορά, κριτήρια βάσει των οποίων κρίνεται η καταλληλόλητα ενός προϊόντος ή μίας παρτίδας τροφίμων, θεσπίζονται όσον αναφορά τη Listeria monocytogenes σε «τρόφιμα έτοιμα για κατανάλωση», στο παράρτημα Ι του Κανονισμού (ΕΚ) 2073/2005, που καθορίζει την κατηγορία τροφίμων, το σχέδιο δειγματοληψίας, τα μικροβιολογικά όρια, τις αναλυτικές μεθόδους και το στάδιο στο οποίο εφαρμόζονται τα κριτήρια.
Στην παρούσα περίπτωση, σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, τα φιλέτα κατεψυγμένων ψαριών, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως τρόφιμα έτοιμα για κατανάλωση κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο (ζ) του Κανονισμού (ΕΚ) 2073/2005 (τα φιλέτα αυτά δεν προορίζονται ποτέ για άμεση κατανάλωση από τον άνθρωπο, αν προηγουμένως δεν μαγειρευτούν). Ως εκ τούτου τα μικροβιολογικά κριτήρια που θεσπίζονται για τη Listeria monocytogenes στο παράρτημα Ι του Κανονισμού (ΕΚ) 2073/2005 δεν ισχύουν για το κατεψυγμένο είδος ψαριού, εκτός αν οι Ελληνικές αρχές αποδείξουν ότι το ψάρι αυτό μπορεί να καταναλωθεί και ωμό (1).
- Σημείωση συγγραφέα: Βλ. επίσης GUIDANCE DOCUMENT on Listeria monocytogenes shelf-life studies for ready-to-eat foods, under Regulation (EC) No 2073/2005 of 15 November 2005 on microbiological criteria for foodstuffs (και ιδίως το σχήμα 1, σελ. 11), στη διεύθυνση https://food.ec.europa.eu/document/download/44257174-bf8c-4214-a60d-6790a7ca4109_en.
Το άρθρο 14 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφάλειας τροφίμων μπορεί να εφαρμοστεί μόνο αν δεν υπάρχουν Κοινοτικά μικροβιολογικά κριτήρια και αν, σε κάθε περίπτωση, αποδειχθεί ότι η λήψη μέτρων δικαιολογείται λόγω της ύπαρξης μη αποδεκτού κινδύνου για την υγεία του ανθρώπου (2).
- Σημείωση συγγραφέα: Βλ. επίσης GUIDANCE DOCUMENT on official controls, under Regulation (EC) No 882/2004, concerning microbiological sampling and testing of foodstuffs (και ιδίως σημείο 8.5, σ. 20), στη διεύθυνση https://food.ec.europa.eu/document/download/260e088d-6627-4f2c-af83-87ea4458233b_en?filename=oc_leg_guidance_sampling_testing_en.pdf
Συνεπώς τα φορτία κατεψυγμένων φιλέτων στα οποία ανιχνεύτηκε Listeria monoctogenes μπορούν να διατεθούν στην αγορά, διότι δεν προορίζονται για άμεση κατανάλωση από τον άνθρωπο χωρίς προηγουμένως να μαγειρευτούν, πράγμα που ελαχιστοποιεί τον κίνδυνο για την υγεία. Σχετικά με το θέμα αυτό, δεν απαιτείται ούτε μπορεί να καταστεί υποχρεωτική η πρόβλεψη «οδηγιών χρήσης» στην επισήμανση των λόγω τροφίμων, διότι είναι δυνατή η σωστή χρήση τους ακόμα και αν δεν υπάρχουν σχετικές οδηγίες (άρθρο 9, §1i του Κανονισμού (ΕΕ)1169/2011) σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές, σε συνδυασμό με την αιτιολογική σκέψη 21 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2005”.
Η γραπτή απάντηση του γραφείου Νομικών υποθέσεων της Γενικής Διεύθυνσης Υγείας και Καταναλωτών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καταλήγει με την προτροπή προς τους ενδιαφερόμενους να ζητηθεί δικαστική προστασία από το Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ως μόνο αρμόδιο για την ερμηνεία του Κοινοτικού Δικαίου.
Ένα μήνα περίπου αργότερα (περίπου 90 ημέρες από την έναρξη της υπόθεσης και της ταλαιπωρίας των ενδιαφερόμενων μερών), η Γενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, εξέδωσε μία νομικά ορθή εγκύκλιο η οποία και αναφέρει :
“ Τα τρόφιμα δεν πρέπει να περιέχουν μικροοργανισμούς ή τις τοξίνες τους ή τους μεταβολίτες τους, σε ποσότητες που παρουσιάζουν απαράδεκτο κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία. Ο προσδιορισμός της ποσότητας αυτής, επιτυγχάνεται με την εκτίμηση επικινδυνότητας (Risk Analysis)3. Για τους περισσότερους μικροοργανισμούς έχε γίνει εκτίμηση επικινδυνότητας από την EFSA (δημοσιευμένες γνωμοδοτήσεις). Βάση αυτών των γνωμοδοτήσεων, καθορίστηκαν τα μικροβιολογικά κριτήρια που περιλαμβάνονται στους πίνακες του Παραρτήματος του Κανονισμού (ΕΚ) 2073/2005 όπως αυτός τροποποιήθηκε και ισχύει.
- Σημείωση Risk Analysis : περιλαμβάνει risk assessment & risk communication.
Eπίσης θα πρέπει να επισημανθεί ότι τα μικροβιολογικά κριτήρια, όπως αναφέρονται στο άρθρο 2, παράγραφος γ και δ του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2005, διαχωρίζονται σε κριτήρια ασφάλειας τα οποία εφαρμόζονται στα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά και σε κριτήρια υγιεινής τα οποία δεν εφαρμόζονται στα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά, αλλά καθορίζουν το αποδεκτό ή όχι της διαδικασίας παραγωγής.
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο επίσημος έλεγχος σε ότι αφορά έλεγχο μικροβιολογικού κινδύνου που αναφέρεται στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2073/2005 όπως αυτός τροποποιήθηκε και ισχύει, θα πρέπει να εξετάζει μόνο τη συμμόρφωση ως προς τα μικροβιολογικά κριτήρια (κατηγορία τροφίμου, στάδιο εφαρμογής του κριτηρίου και πλάνο δειγματοληψίας) που αναφέρονται στον εν λόγω Κανονισμό.
Για να διενεργηθεί, στα πλαίσια του επίσημου ελέγχου, μία δειγματοληψία που αφορά έλεγχο μικροβιολογικού κινδύνου που αναφέρεται στον Κανονισμό (ΕΚ) 2073/2005 όπως αυτός τροποποιήθηκε και ισχύει, σε διαφορετική κατηγορία τροφίμου και στάδιο παραγωγής, από αυτά που αναφέρονται στον προαναφερθέντα Κανονισμό και προκειμένου στην συνέχεια να εφαρμοστεί το άρθρο 7 ή/και το άρθρο 14 του Κανονισμού (ΕΚ) 178/2002 θα πρέπει να υπάρχει ανάλογη τεκμηρίωση από την οποία θα προκύπτει ότι το τρόφιμο μπορεί να είναι μη ασφαλές για την χρήση για την οποία προορίζεται.
Τέτοιου είδους τεκμηρίωση αποτελούν
- Εκθέσεις εκτίμησης επικινδυνότητας από την EFSA ή από “Κεντρική Αρμόδια Αρχή” Κράτους μέλους.
- Επιδημιολογικά δεδομένα από επίσημο οργανισμό ή φορέα
- Δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά
Σε περίπτωση που υπάρχει υποψία ότι τα τρόφιμα μπορεί να είναι μη ασφαλή και για τη συλλογή στοιχείων, που θα αποτελέσουν τεκμηριωμένη απόδειξη γι’ αυτό, είναι δυνατόν να γίνεται διενέργεια εξετάσεων σε οποιοδήποτε προϊόν και στάδιο παραγωγής και διακίνησης του. Η διενέργεια των παραπάνω εξετάσεων πρέπει να γίνεται βάση συγκεκριμένου σχεδίου που θα εγκρίνεται και θα επιβλέπεται από την Κεντρική Αρμόδια Αρχή. Για τις δειγματοληψίες αυτές δεν πρέπει να γίνεται οποιαδήποτε διοικητική πράξη (κατάσχεση, δέσμευση, επαναποστολή) μέχρι τη συλλογή των απαραίτητων στοιχείων που θα επιτρέψουν στην Κεντρική Αρμόδια Αρχή να τεκμηριώσει την επικινδυνότητα ή μη του τροφίμου.
Τα εργαστήρια επίσημου ελέγχου που δέχονται δείγματα από τις αρμόδιες αρχές, θα πρέπει να εκτελούν μόνο τις εξετάσεις εκείνες που αναφέρονται στα μικροβιολογικά κριτήρια του Κανονισμού (ΕΚ) 2073/2005 όπως αυτός τροποποιήθηκε και ισχύει, ή αφορούν προγράμματα (σχέδια) διερεύνησης που εγκρίνονται, ελέγχονται και παρακολουθούνται από τις Κεντρικές Αρμόδιες Αρχές.
Με βάση τα παραπάνω δεδομένα τίθενται από τον υποφαινόμενο τα εξής ερωτήματα και προβληματισμοί :
Δόθηκε αποζημίωση στα ενδιαφερόμενα μέρη για την παράνομη δέσμευση των εμπορευμάτων και ότι αυτό επέφερε σε έξοδα από σταλίες, απώλεια πωλήσεων, μη εκτέλεση συμβολαίων κτλ ; Βρισκόμαστε συνάδελφοι στο κράτος της “Φαιδράς Πορτοκαλέας” και η απάντηση είναι προφανής…
Υπήρξε κάποιου είδους πειθαρχική ποινή στον προϊστάμενο που προέβη σε αυθαίρετη και καταχρηστική ερμηνεία του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2005 ;
Μπορεί σε ανάλογες περιπτώσεις των κρατικών υπηρεσιών να γίνεται επίκληση σε νομική πλάνη για την αποφυγή κυρώσεων στη δημόσια διοίκηση ;
Κατά γενική αρχή του δικαίου, “άγνοια νόμου δεν επιτρέπεται”. Συνεπώς, ο δράστης αδίκων πράξεων δεν είναι δυνατό να απαλλαγεί από την ποινή προβάλλοντας απλώς τον ισχυρισμό ότι δεν ήξερε ότι αυτό που έκανε απαγορεύεται. Γι’ αυτό άλλωστε και το άρθρο 31 παράγραφος 1 του ΠΚ ορίζει ότι “μόνη η άγνοια του αξιοποίνου δεν αρκεί για να αποκλείσει τον καταλογισμό”.
Μετά από όλη αυτή την ιστορία, το ερώτημα που συνεχίζει να υπάρχει είναι ποια θα ήταν τα προσήκοντα μέτρα που έπρεπε να λάβει μία Δημόσια Αρχή, όπως ο ΕΦΕΤ, για την προστασία της δημόσιας υγείας από την κατανάλωση ωμού ψαριού. Ειδικότερα όταν αρκετά εστιατόρια έχουν ενσωματώσει στο μενού τους τεχνικές όπως αυτές του Ceviche & Carpaccio, στις οποίες το αλίευμα δεν έχει υποστεί καμία θερμική επεξεργασία η ανάγκη θεσμοθέτησης κανόνων είναι επιτακτική. Μπορεί να παρασκευάζονται -από νομικής πλευράς – από κατεψυγμένα αλιεύματα και αν ναι ποια είναι η προστασία των καταναλωτών από παθογόνους μικροοργανισμούς όπως η Listeria monocytogenes ;
Από την έναρξη εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΕ) 1276/2011 και τις απαιτήσεις για τα παράσιτα που αποτυπώνονται στο παράρτημα ισχύουν τα εξής :
Δ. ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΡΑΣΙΤΑ
1. Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων που διαθέτουν στην αγορά τα ακόλουθα προϊόντα αλιείας που προέρχονται από ψάρια με πτερύγια ή κεφαλόποδα μαλάκια:
α) αλιευτικά προϊόντα που καταναλώνονται ωμά· ή
β) μαριναρισμένα, αλατισμένα και οποιαδήποτε άλλα αλιευτικά προϊόντα που τυγχάνουν επεξεργασίας, εφόσον η επεξεργασία τους δεν επαρκεί για την καταστροφή των βιώσιμων παρασίτων,
πρέπει να εξασφαλίζουν ότι η πρώτη ύλη ή το τελικό προϊόν υποβάλλονται σε επεξεργασία κατάψυξης, προκειμένου να καταστραφούν τα βιώσιμα παράσιτα που μπορεί να παρουσιάζουν κίνδυνο για την υγεία του καταναλωτή.
2. Για τα παράσιτα εκτός από τα τρηματώδη η επεξεργασία κατάψυξης πρέπει να συνίσταται σε μείωση της θερμοκρασίας σε όλα τα μέρη του προϊόντος τουλάχιστον σε:
α) – 20 °C επί 24 ώρες τουλάχιστον· ή
β) – 35 °C επί 15 ώρες τουλάχιστον.
3. Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων δεν χρειάζεται να προβαίνουν στην επεξεργασία κατάψυξης που προβλέπεται στο σημείο 1 για προϊόντα αλιείας τα οποία:
α) έχουν υποβληθεί ή πρόκειται να υποβληθούν πριν από την κατανάλωση σε θερμική επεξεργασία προκειμένου να καταστραφούν τα βιώσιμα παράσιτα. Στην περίπτωση παρασίτων εκτός από τα τρηματώδη το προϊόν θερμαίνεται σε θερμοκρασία πυρήνος 60 °C ή και άνω επί ένα λεπτό τουλάχιστον·
β) έχουν διατηρηθεί ως κατεψυγμένα προϊόντα αλιείας για χρονικό διάστημα αρκετά μεγάλο ώστε να καταστραφούν τα βιώσιμα παράσιτα·
Με βάση τα σημεία 1 α & β και 3 β του παραρτήματος συνάγεται ότι η χρήση κατεψυγμένων αλιευμάτων με σκοπό την κατανάλωση ως ωμά είναι επιτρεπτή με μόνη απαίτηση την κατάψυξη για την καταστροφή των παρασίτων. Στα πλαίσια αυτά μόνο η Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας Κτηνιατρικής και Αλιείας της Περιφερειακής Ενότητας Πειραιά, εξέδωσε εγκύκλιο στην οποία ενσωματώνει τις απαιτήσεις του Κανονισμού (ΕΕ) 1276/2011 *.
Καμία άλλη πρόβλεψη – κανόνας – οδηγία προς τις επιχειρήσεις μαζικής εστίασης δεν έχει εκδοθεί που να αφορά τα μικροβιολογικά κριτήρια που θα πρέπει να πληρούν τα αλιευτικά προϊόντα που πρόκειται να καταναλωθούν ωμά.
Αυτό που θα έπρεπε να γίνει είναι το αντίθετο από αυτό που έπραξαν οι Ελληνικές Αρμόδιες Αρχές. Κατ’ αναλογία με την κατηγορία 1.4 του Παραρτήματος Ι του Κανονισμού (ΕΚ) 2073/2005 (Κιμάς και παρασκευάσματα κρέατος που προορίζονται να καταναλωθούν ωμά) να ορίσει μικροβιολογικά κριτήρια με βάση εκτίμηση επικινδυνότητας και τα αλιευτικά προϊόντα που προορίζονται να καταναλωθούν ωμά να φέρουν, μόνο αυτά, την ένδειξη αυτή. Θυμίζουμε ότι ο Κανονισμός (ΕΚ) 2073/2005 ορίζει με βάση την πιθανότητα αποδοχής ενός σχεδίου δειγματοληψίας δευτέρας τάξης για την κατηγορία 1.4 του Παραρτήματος Ι του Κανονισμού (ΕΚ) 2073/2005 (Κιμάς και παρασκευάσματα κρέατος που προορίζονται να καταναλωθούν ωμά) τα όρια: n=5 , c=0, όριο =Να μην ανιχνεύεται σε 25 g ενώ για την κατηγορία 1.6 (Κιμάς και παρασκευάσματα κρέατος από κρέας ειδών εκτός από πουλερικά που προορίζονται να καταναλωθούν μαγειρευμένα) τα όρια είναι : n=5 , c=0, όριο =Να μην ανιχνεύεται σε 10 g.
Εύχομαι σε όλους Καλό Καλοκαίρι και
Καλές Βουτιές !!!!!
Δρ. Γεωργαντέλης Δημήτριος
*Ο Δρ. Γεωργαντέλης & οι Συνεργάτες του αναλαμβάνουν νομικές υποθέσεις της βιομηχανίας τροφίμων στη Ε.Ε.