Τα αυξανόμενα ποσοστά ανθρώπων με χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D εγείρουν την ανάγκη εξεύρεσης εναλλακτικών λύσεων, όπως η πρόσληψη μέσα από την τροφή ή τα ποτά. Μάλιστα η παγκόσμια μάρκα μπύρας Corona κυκλοφόρησε το Corona Sunbrew 0,0% την πρώτη στο είδος της, μη αλκοολούχα μπύρα περιέχει το 30% της ημερήσιας αξίας της βιταμίνης D, ενώ και πολλοί χυμοί εμπλουτίζονται με βιταμίνη D όπως ο FunJuice ο οποίος είναι αποτέλεσμα ερευνητικού έργου του ΑΠΘ και του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ.
Η βιταμίνη D είναι μια λιποδιαλυτή βιταμίνη, η οποία προσλαμβάνεται κατά κύριο λόγο από τον ήλιο και την απορρόφηση από ακτίνες του. Είναι πολύτιμη για έναν υγιή οργανισμό και η έλλειψή της μπορεί να προκαλέσει ορισμένα προβλήματα στην υγεία μας, όπως κακή υγεία των οστών και χαμηλά επίπεδα ασβεστίου.
Παρότι ο ήλιος υπάρχει παντού, η έλλειψη βιταμίνης D είναι αρκετά συχνό φαινόμενο σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας. Σημάδι για να εντοπίσει κανείς ότι τα επίπεδα βιταμίνης D στον οργανισμό του είναι χαμηλά είναι, για παράδειγμα, η συχνή αίσθηση κόπωσης και η επιρρέπεια σε ασθένειες. Επειδή η συγκεκριμένη βιταμίνη σχετίζεται αρκετά με τα οστά, μια ακόμη ένδειξη ότι ο οργανισμός χρειάζεται περισσότερη D είναι ο πόνος στα κόκκαλα π.χ τα κόκκαλα της μέσης, αλλά και οι πόνοι στους μύες.
Εάν, λοιπόν, χρειαστεί να αυξήσετε την ποσότητα της D στον οργανισμό σας, ξεκινήστε, για αρχή με το να βγαίνετε πιο πολύ στον ήλιο ή να ανοίγετε τα παράθυρά σας για να μπει φως. Σημαντική περιεκτικότητα σε βιταμίνη D έχουν τα ψάρια, όπως τόνος, Σολωμός αι σαρδέλες και άλλες τροφές π.χ αυγά, οπότε ίσως θα ήταν καλό να τα προσθέσετε στη διατροφή σας. Αλλά αν δεν είστε οπαδοί αυτών, μια καλή λύση αποτελούν και τα συμπληρώματα διατροφής της βιταμίνης D.
Στη Μεγάλη Βρετανία 1 στους 6 ενήλικες και το 20% των παιδιών παρουσιάζουν έλλειψη βιταμίνης D και η βρετανική κυβέρνηση αναζητά διαρκώς τρόπους να αναπληρωθεί στον οργανισμό. Ένας τρόπος, ο οποίος αποκτά δημοτικότητα, είναι η D να προστεθεί σε τρόφιμα και ποτά. Έτσι, ίσως ο αριθμός αυτός μειωθεί, με αποτέλεσμα λιγότερα θέματα υγείας για μεγάλη μερίδα του πληθυσμού.