Η Παγκόσμια Ημέρα Διαβήτη έχει καθιερωθεί στις 14 Νοεμβρίου.
Πρόκειται για την ημερομηνία γέννησης του Frederick Banting, ο οποίος, μαζί με τον Charles Best, συνέλαβαν πρώτοι την ιδέα που οδήγησε στην ανακάλυψη της θεραπευτικής ινσουλίνης στον Καναδά το 1921.
Με αφορμή την ημέρα αυτή, οι καθηγητές της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Θεραπευτικής-Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής ΕΚΠΑ), Σταυρούλα (Λίνα) Πάσχου (Επίκουρη Καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας ΕΚΠΑ, Υπεύθυνη Διαβητολογικού Κέντρου Νοσοκομείου Αλεξάνδρα) και Νικόλαος Τεντολούρης (Καθηγητής Παθολογίας ΕΚΠΑ, Υπεύθυνος Διαβητολογικού Κέντρου Νοσοκομείου Λαϊκό) παραθέτουν στοιχεία για την επιδημιολογία του διαβήτη και τις δυνατότητες πρωτογενούς και δευτερογενούς πρόληψης της νόσου.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία από τις ΗΠΑ, το ποσοστό των διαγνωσμένων ασθενών με σακχαρώδη διαβήτη ανέρχεται σε 12% του γενικού ενήλικου πληθυσμού. Θεωρείται μάλιστα ότι υπάρχει και ένα επιπρόσθετο 5% περίπου με αδιάγνωστο σακχαρώδη διαβήτη. Ανάλογα είναι τα ποσοστά και για τη χώρα μας, η συχνότητα του διαβήτη είναι 12%, ενώ περίπου 12% έχει προδιαβήτη.
Ο σακχαρώδης διαβήτης εμφανίζεται όταν τα β κύτταρα του παγκρέατος δεν παράγουν αρκετή ινσουλίνη ή όταν το σώμα δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει με αποτελεσματικό τρόπο την ινσουλίνη που παράγεται. Η ινσουλίνη είναι μια ορμόνη που καθιστά τα κύτταρα ικανά να προσλαμβάνουν γλυκόζη και να τη χρησιμοποιούν ως πηγή ενέργειας. Η ανεπάρκεια παραγωγής ινσουλίνης, δράσης της ινσουλίνης ή ο συνδυασμός τους οδηγεί σε υπεργλυκαιμία στο αίμα. Οι 3 κύριες μορφές σακχαρώδη διαβήτη είναι:
1) Σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1. Στον τύπο αυτό υπάρχει αυτοάνοση καταστροφή των β κυττάρων του παγκρέατος, οπότε τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 δεν παράγουν ινσουλίνη και χρειάζονται εξωγενή χορήγηση ινσουλίνης.
2) Σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2. Είναι η πιο συχνή μορφή (ως και 90% των περιπτώσεων συνολικά) και σχετίζεται κυρίως με την παχυσαρκία. Επηρεάζεται και από άλλους παράγοντες, όπως η έλλειψη σωματικής άσκησης, το οικογενειακό ιστορικό, η υπέρταση και η δυσλιπιδαιμία. Παράλληλα, γενετικοί παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο, καθώς άτομα με οικογενειακό ιστορικό διαβήτη έχουν αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν την πάθηση. Ο τύπος αυτός αντιμετωπίζεται με δίαιτα, άσκηση για απώλεια βάρους, καθώς και με διάφορα αντιδιαβητικά φάρμακα, από του στόματος ή ενέσιμα. Σπανιότερα απαιτείται ινσουλίνη.
3) Σακχαρώδης διαβήτης κύησης. Είναι ο τύπος διαβήτη που εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της κύησης. Συνήθως υποχωρεί με το πέρας της, αυξάνει όμως την πιθανότητα για εμφάνιση σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 στο μέλλον.
Παρόλο που ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1 δεν μπορεί να προληφθεί, οι στρατηγικές για την πρόληψη του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 μπορεί να είναι αποτελεσματικές και επικεντρώνονται κυρίως στην υιοθέτηση υγιεινών συνηθειών. Τα βασικά μέτρα πρόληψης περιλαμβάνουν:
1. Υγιεινή διατροφή: Μια ισορροπημένη διατροφή, πλούσια σε φυτικές ίνες, λαχανικά, φρούτα και ψάρια, συμβάλλει στη διατήρηση του βάρους και στη σταθεροποίηση των επιπέδων σακχάρου. Αποφυγή επεξεργασμένων τροφών, ζάχαρης και κορεσμένων λιπαρών είναι επίσης απαραίτητη. Η καθημερινή προσήλωση στη μεσογειακή διατροφή είναι σημαντική, αφού είναι ένα πρότυπο διατροφής που σχετίζεται με μειωμένη πιθανότητα ανάπτυξης σακχαρώδη διαβήτη.
2. Τακτική σωματική άσκηση: Η άσκηση βοηθά στη μείωση του σωματικού βάρους και βελτιώνει τη δράση της ινσουλίνης, μειώνοντας τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη. Τόσο η αερόβια όσο και η αναερόβια σωματική δραστηριότητα δρουν ευεργετικά, ενώ ακόμη και 30 λεπτά άσκησης, όπως περπάτημα, 5 φορές την εβδομάδα, είναι ευεργετικά.
3. Έλεγχος σωματικού βάρους: Η απώλεια βάρους, έστω και κάποιου από το υπερβάλλον σωματικό βάρος, μπορεί να μειώσει αποτελεσματικά τον κίνδυνο για σακχαρώδη διαβήτη, καθώς μειώνει την αντίσταση στην ινσουλίνη.
4. Περιορισμός αλκοόλ και αποφυγή καπνίσματος: Το κάπνισμα και η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ επιβαρύνουν τη μεταβολική υγεία συνολικά και σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη.
5. Τακτικοί ιατρικοί έλεγχοι: Για άτομα με αυξημένο κίνδυνο, οι τακτικές εξετάσεις για την παρακολούθηση των επιπέδων γλυκόζης (γλυκόζη νηστείας, γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη, καμπύλη σακχάρου) μπορούν να βοηθήσουν στην έγκαιρη διάγνωση και πρόληψη.
Η υιοθέτηση αυτών των συνηθειών μπορεί να μειώσει σημαντικά την πιθανότητα εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και να βελτιώσει την υγεία. Απλές αλλαγές στον τρόπο ζωής και η ενημέρωση του πληθυσμού μπορούν να παίξουν καθοριστικό ρόλο στη μείωση της εξάπλωσης της νόσου. Θεραπεύοντας αποτελεσματικά τον σακχαρώδη διαβήτη, το προσδόκιμο επιβίωσης μπορεί να αυξηθεί από 3 εώς 10 χρόνια, σύμφωνα με το CDC (Centers for Disease Control and Prevention) στις ΗΠΑ.
ΑΠΕ-ΜΠΕ