Οι ενάγοντες μπορεί να είναι εκατομμύρια κάτοικοι της Νέας Υόρκης- θύματα του καρτέλ καθορισμού των τιμών.
Αντιμέτωπες με την κατηγορία ότι συγκρότησαν “καρτέλ” για τον έλεγχο των τιμών και με μια ομαδική που ενδέχεται να συσπειρώσει χιλιάδες νεοϋορκέζους, είναι τέσσερις μεγάλες επιχειρήσεις που διαχειρίζονται τις δημοφιλέστατες στις ΗΠΑ εφαρμογές παραγγελίας και διανομής φαγητού GrubHub, Uber Eats, Postmates και DoorDash.
Απέναντί τους φαίνεται ότι βρίσκουν συσπειρωμένους όχι μόνο καταναλωτές, αλλά και ιδιοκτήτες εστιατορίων ακόμη και τους ίδιους τους ντελιβαράδες, τους διανομείς φαγητού που δεν είναι ενταγμένοι στις μεγάλες πλατφόρμες.
Οι τέσσερις πλατφόρμες διανομής φαγητού, μάλιστα, είχαν μια πρώτη ήττα στη δικαστική αναμέτρηση που μόλις άρχισε, καθώς περιφερειακό δικαστήριο της Νέας Υόρκης απέρριψε ήδη τον ισχυρισμό τους ότι οι εκπρόσωποι της συλλογικής αγωγής, δηλαδή των καταναλωτών, είχαν συμφωνήσει την παραπομπή της υπόθεσης σε διαιτησία. Εναντίον αυτής της απόφασης οι εταιρείες έχουν κάνει νέα προσφυγή, προδίδοντας τον φόβο τους για την έκβαση της αγωγής όταν τελικά εκδικαστεί.
Ποια είναι η ουσία της υπόθεσης;
Οι ενάγοντες αναφέρουν στην αγωγή τους- που είναι ακόμη ανοικτή για όποιον καταναλωτή, εστιάτορα ή διανομέα θέλει να την υποστηρίξει- ότι οι πλατφόρμες διανομής φαγητού χρησιμοποίησαν τη μονοπωλιακή δύναμή τους για να επιβάλλουν καρτέλ τιμών, δηλαδή περιορισμούς στην ελεύθερη διαμόρφωση των τιμών προκειμένου να τις κρατούν ψηλά.
Πώς το έκαναν αυτό; Συνάπτοντας με εστιατόρια των οποίων τα γεύματα διανέμουν συμφωνίες με “Ρήτρα μη ανταγωνισμού στις τιμές”. Αυτές οι ρήτρες, ουσιαστικά, απαγόρευαν στους ιδιοκτήτες των εστιατορίων να χρεώνουν τα γεύματά τους σε χαμηλότερες τιμές για όσους πελάτες γευμάτιζαν στα εστιατόρια ή τα παραλάμβαναν οι ίδιοι από εκεί. Και φυσικά η ίδια δέσμευση ίσχυε και μεταξύ των εταιρειών διανομής για τις τιμές χρέωσης. Πρακτικά, αυτός ο μηχανισμός είναι ο ορισμός της παραβίασης του ελεύθερου ανταγωνισμού και της ισχυρής αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας που διαθέτουν οι ΗΠΑ.
Από αυτό το “καρτέλ” που καταγγέλλεται στη συλλογική αγωγή, όλοι βρίσκονται ζημιωμένοι: Οι εστιάτορες, γιατί δεν έχουν τη δυνατότητα να πουλήσουν φθηνότερα τα μενού τους και να αυξήσουν το μερίδιο αγοράς τους, με αποτέλεσμα οι καταναλωτές να στρέφονται στις πλατφόρμες διανομής. Οι καταναλωτές, γιατί χρεώνονται τις ίδιες υψηλότερες τιμές είτε παραγγείλουν μέσω της εφαρμογής στο κινητό τους είτε πάνε στο εστιατόριο. Αλλά και οι διανομείς φαγητού που δεν είναι ενταγμένοι στις πλατφόρμες, καθώς αυτές επιβάλλουν καρτέλ και στην αγορά εργασίας και τους αποκλείουν από τη συμμετοχή στο κύκλωμα διανομής. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι οι έμπειροι οδηγοί ντελίβερι γνωρίζουν καλύτερα τους τοπικούς δρόμους και τα διαμερίσματα και είναι ταχύτεροι και αποτελεσματικότεροι από τους οδηγούς των εφαρμογών.
Οι συντάκτες της συλλογικής αγωγής καλούν να τη συνυπογράψουν όλα τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που αγόρασαν γεύματα μέσα από τις τέσσερις πλατφόρμες από τις 14 Απριλίου του 2016 και μετά, αλλά και όσοι αγόρασαν γεύματα από οποιοδήποτε εστιατόριο έχει συνάψει συμβόλαιο με τις πλατφόρμες παραγγελίας που περιλαμβάνει την “Ρήτρα Μη Ανταγωνισμού” στις τιμές. Και μιας και η Νέα Υόρκη είναι μια αχανής πρωτεύουσα, μιλάμε για δυνητικά εκατομμύρια ενάγοντες.