Τα συστήματα ελέγχου σε κάποιες χώρες δεν επαρκούν για την προστασία της υγείας των καταναλωτών.
Τα δίθυρα μαλάκια (όπως μύδια, μύδια, στρείδια ή χτένια) ήταν κοινά στη διατροφή των Ευρωπαίων από την αρχαιότητα. Τρέφονται φιλτράροντας μικροσκοπικά φύκια από το περιβάλλον νερό. Κατά τη διάρκεια αυτού του φιλτραρίσματος, μπορούν να συσσωρεύσουν μικροοργανισμούς, θαλάσσιες βιοτοξίνες και χημικούς ρυπαντές, που μπορεί να οδηγήσουν σε ασθένειες στον άνθρωπο. Ως εκ τούτου, η ΕΕ έχει αυστηρούς κανόνες για τη μείωση ή τον μετριασμό αυτού του κινδύνου για τους καταναλωτές.
Στην ΕΕ, τέσσερα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για πάνω από το 80 % της παραγωγής (Γαλλία, Ισπανία, Ιταλία και Ελλάδα), κυρίως από υδατοκαλλιέργεια. Επισκόπηση της ΓΔ SANTE της ΕΕ, περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο οι αρμόδιες αρχές έχουν αναπτύξει ολοκληρωμένους επίσημους ελέγχους και ποιες είναι οι κύριες προκλήσεις τους για να διασφαλίσουν την εφαρμογή αυτών των κανόνων.
Για τη μείωση ή τον μετριασμό του κινδύνου που μπορεί να ενέχουν τα δίθυρα μαλάκια για τους καταναλωτές, είναι απαραίτητοι οι έλεγχοι στις ζώνες όπου αυτά παράγονται και συγκομίζονται. Στην ενωσιακή νομοθεσία, οι εν λόγω ζώνες αποτελούν ευθύνη των αρμόδιων αρχών, οι οποίες υποχρεούνται να διενεργούν διεξοδικούς επίσημους ελέγχους.
Η Επιτροπή συγκέντρωσε πληροφορίες από τα 15 κράτη μέλη παραγωγής δίθυρων μαλακίων, μέσω τεσσάρων ελέγχων και 11 απαντήσεων σε ερωτηματολόγιο, τις οποίες συμπλήρωσε με άλλες διαθέσιμες στο κοινό επίσημες πληροφορίες.
Η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι αρμόδιες αρχές σε όλα τα κράτη μέλη παραγωγής έχουν αναπτύξει, σε διαφορετικό βαθμό, συστήματα επίσημων ελέγχων για τα δίθυρα μαλάκια. Αν και περισσότερα κράτη μέλη τηρούν ενημερωμένους καταλόγους ταξινομημένων ζωνών παραγωγής ωστόσο, για ορισμένα κράτη μέλη αυτό φαίνεται ιδιαίτερα δύσκολο, παρά την ύπαρξη ενός κοινοτικού οδηγού σχετικά με τη μικροβιολογική ταξινόμηση και την παρακολούθηση των ζωνών παραγωγής. Επίσης πολλά κράτη μέλη δεν παρακολουθούν την παραγωγή όσον αφορά τη μικροβιολογική ποιότητα.
«Η παρακολούθηση των ταξινομημένων ζωνών παραγωγής για βιοτοξίνες συχνά δεν συνάδει με τις ενωσιακές απαιτήσεις, κυρίως όσον αφορά τη συχνότητα και τον τύπο των βιοτοξινών που υποβάλλονται σε δοκιμή. Επιπλέον, η παρακολούθηση των ζωνών παραγωγής τοξινοπαραγωγού πλαγκτού —το οποίο μπορεί να αξιοποιηθεί ως σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για την παρουσία βιοτοξινών— διαφέρει σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών. Ως επί το πλείστον, τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα όταν τα αποτελέσματα της παρακολούθησής τους υποδεικνύουν κίνδυνο ή δυνητικό κίνδυνο για την υγεία. Ωστόσο, οι αδυναμίες εφαρμογής κατάλληλης παρακολούθησης έχουν ως αποτέλεσμα κάποιες φορές να μην εντοπίζονται έγκαιρα ορισμένοι κίνδυνοι ή να καθυστερεί η αντιμετώπιση των κινδύνων» αναφέρει η έκθεση.
Συμπερασματικά, μολονότι οι αρμόδιες αρχές σε όλα τα κράτη μέλη παραγωγής έχουν αναπτύξει συστήματα επίσημων ελέγχων για τα δίθυρα μαλάκια, τα συστήματα αυτά δεν ανταποκρίνονται πάντα στους στόχους της ενωσιακής νομοθεσίας και, ως εκ τούτου, δεν επαρκούν πάντα για την προστασία της υγείας των καταναλωτών.