Άρθρο του Μπάμπη Κούτρα στο ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ περί μνήμης, ελαφρότητας, ευθυνών και ατιμωρησίας για τις καταστροφικές πυρκαγιές.
Κάθε καλοκαίρι ζούμε τα ίδια και τα ίδια. Απλώς αλλάζουμε ρόλους, άλλοτε σαν θύματα και άλλοτε σαν θεατές στην τραγωδία των άλλων. Πυρκαγιές, στάχτες παντού, λαίλαπα, καταστροφή των τελευταίων δασών, καμένα σπίτια και επιχειρήσεις, πυροσβεστικά αεροπλάνα, αγωνία, δάκρυα, ευθύνες, υποσχέσεις, πολιτική αντιπαράθεση. Κι όμως, την επόμενη χρονιά η συλλογική μνήμη τα έχει όλα διαγράψει.
Πρώτα απ’ όλα η προσωπική-επαγγελματική ευθύνη. Διότι κάποιος θα πρέπει να φέρει την ευθύνη για την αναζωπύρωση της πυρκαγιάς στις παρυφές της Πάρνηθας την Πέμπτη το μεσημέρι. Κάποιος συγκεκριμένος αρμόδιος, υπεύθυνος κ.λπ. υποτίμησε τον κίνδυνο και κάηκε η μισή Αττική. Με μια ελαφρότητα που δεν διαφέρει πολύ από εκείνη του συναδέλφου του στο Μάτι, ο οποίος είχε κρίνει ως βέλτιστη λύση το να ωθήσει τον κόσμο προς την παραλία, δηλαδή κατευθείαν στην πύρινη παγίδα, με αποτέλεσμα να χαθούν δεκάδες ανθρώπινες ζωές. Αλλά ποιος και πότε τιμωρήθηκε για να γίνει μάθημα στους άλλους; Αντίθετα, κάθε φορά ο νόμος τα κάνει όλα πλημμελήματα μέχρι να ξεχαστούν και αλίμονο σε εκείνους που χάθηκαν και τις οικογένειές τους. Είμαστε πάλι αντιμέτωποι με το αιώνιο πρόβλημα της ασθενούς συλλογικής μας μνήμης που οδήγησε την προηγούμενη κυβέρνηση στον υποβιβασμό του εμπρησμού από κακούργημα σε πλημμέλημα. Οσο δύσκολο και αν είναι να εξιχνιαστεί τις περισσότερες φορές, ο εμπρησμός είναι ένα βαρύ έγκλημα κατά του κοινωνικού συνόλου και πρέπει να τιμωρείται αναλόγως. Για λόγους αποτροπής, έστω.
Κάθε καλοκαίρι υποτίθεται ότι υφίσταται ένας νέος, αναθεωρημένος ριζικά στρατηγικός σχεδιασμός πυροπροστασίας. Μισθώνουμε περισσότερα εναέρια μέσα, δαπανώντας πάνω από 300 εκατ. ευρώ. Και, παρ’ όλα αυτά, τα Canadair, τα μόνα πυροσβεστικά αεροπλάνα τα οποία φέρνουν αποτέλεσμα στην από αέρος κατάσβεση πυρκαγιών στο ελληνικό ανάγλυφο, δεν είναι ποτέ επαρκή. Αν θα μπορούσε να κοστολογηθεί η καταστροφή χιλιάδων στρεμμάτων δάσους μαζί με τις τεράστιες υλικές ζημιές σε οικίες, βιομηχανίες κ.λπ., είναι βέβαιο ότι το ποσό θα ήταν απείρως πολλαπλάσιο από την τιμή αγοράς μερικών ακόμη. Και πάλι, όμως, εάν τα αεροσκάφη μένουν καθηλωμένα στο έδαφος ενώ καίγονται οι Θρακομακεδόνες και η Βαρυμπόμπη επειδή δεν έχει προγραμματιστεί σωστά η περίοδος συντήρησής τους, τότε η ευθύνη βαρύνει και πάλι τους ακατάλληλους ανθρώπους και την ολέθρια ανεπάρκειά τους.
Το ζήτημα ατομικής ευθύνης δεν περιορίζεται στους επαγγελματίες της Πολιτικής Προστασίας. Είτε κάποιος φροντίζει το μελίσσι του, ενώ παντού γύρω υπάρχουν ξερόχορτα έτοιμα να πάρουν φωτιά με την παραμικρή σπίθα, είτε διαθέτει κατοικία μέσα στο δάσος, δεν μπορεί να αδιαφορεί για τον κίνδυνο και να απαιτεί από τα κρατικά μέσα πυρόσβεσης να τον σώσουν αφού αρχίσει το κακό. Καλώς ή κακώς υπάρχουν ολόκληροι οικισμοί μέσα σε δασικό περιβάλλον. Υπεύθυνος για την προστασία κάθε κατοικίας είναι, πρωτίστως, ο ιδιοκτήτης της, ο οποίος πρέπει να θυμάται το αυτονόητο, ότι η φωτιά σβήνεται με ένα ποτήρι νερό μέσα στα πρώτα δευτερόλεπτα. Αλλά, όταν οι φλόγες έχουν πλέον θεριέψει, για την κατάσβεσή της δεν φτάνουν ούτε οι 12 τόνοι νερού που μεταφέρει το ρωσικό Beriev. Είναι κι αυτό κάτι που έχουμε επιλέξει να μη θυμόμαστε και θα ξεχάσουμε πρόθυμα μόλις σβήσουν οι φωτιές που καίνε τώρα. Ωστόσο, από δω και πέρα τα περιθώρια έχουν στενέψει ασφυκτικά. Γιατί η κλιματική αλλαγή ανατρέπει πλήρως τους όρους του παιχνιδιού με τη φωτιά, τιμωρώντας αμείλικτα όσους δεν έχουν αρκετά ισχυρή μνήμη.
Αυτή τη φορά το μόνο που μας δίδαξε η τραγωδία στο Μάτι το 2018 είναι, απ’ ό,τι φαίνεται, το να μη θρηνούμε νεκρούς από τις δασικές πυρκαγιές – και μάλιστα αυτές που ξεσπούν μερικά χιλιόμετρα από το κέντρο της Αθήνας. Το σχέδιο της κυβέρνησης για προτεραιότητα στις ανθρώπινες ζωές με τις εκτεταμένες εκκενώσεις, οικισμών και… ολόκληρων πόλεων αποδείχτηκε σωστή επιλογή.
Προφανώς το να μη χάνονται ανθρώπινες ζωές μέσα σε μια τόσο μεγάλη καταστροφή είναι ένα σημαντικό βήμα. Αλλά δεν είναι αρκετό. Θυμόμαστε τους 102 νεκρούς επειδή το τραύμα είναι ακόμη νωπό και υπερβολικά επώδυνο για να ξεχαστεί. Ομως από το 2018 (όπως και το 2009, το 2007 κ.ο.κ.) έχει ξεχαστεί οτιδήποτε άλλο μας έκανε ως λαό και ως κράτος να υποσχόμαστε στον εαυτό μας ότι «κάτι τέτοιο δεν θα επιτρέψουμε να συμβεί ποτέ ξανά». Φοβάμαι ότι και του χρόνου πάλι τα ίδια θα λέμε.
Πηγή: ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ