«Οι καλύτερες επιλογές τροφίμων πρέπει να είναι προσβάσιμες σε όλους τους πολίτες»
Τα κράτη μέλη της ΕΕ ενστερνίζονται τις ανησυχίες για την κλιματική αλλαγή στις διατροφικές τους κατευθυντήριες γραμμές, ωστόσο, οι οικονομικές και πολιτισμικές διαφορές μεταξύ των χωρών εξακολουθούν να εμποδίζουν μια πανευρωπαϊκή συναίνεση για βιώσιμη και υγιεινή διατροφή.
Την περασμένη εβδομάδα, η Αυστρία έγινε η τελευταία χώρα της ΕΕ που ενημέρωσε τις διατροφικές κατευθυντήριες γραμμές της , ενσωματώνοντας τις κλιματικές επιπτώσεις και εισάγοντας ξεχωριστές συστάσεις για τους χορτοφάγους.
«Οι τρέχουσες εξελίξεις, ειδικά το σύστημα τροφίμων ως μοχλός της κλιματικής αλλαγής, απαιτούν διεύρυνση των αυστριακών διατροφικών συστάσεων ώστε να συμπεριληφθούν οι παράμετροι του κλίματος και της υγείας», ανέφερε η ανακοίνωση του αυστριακού Υπουργείο Κοινωνικών Υποθέσεων, Υγείας και Καταναλωτών στις 25 Ιουλίου.
Η Βιέννη δεν είναι η μόνη που επιδιώκει να εξισορροπήσει τη βιωσιμότητα με την υγεία όταν βοηθά τους πολίτες να περιηγηθούν στις επιλογές τροφίμων. Η Γερμανία, η Δανία, η Ολλανδία, η Ισπανία και η Σουηδία έχουν κάνει παρόμοιες κινήσεις τα τελευταία χρόνια.
Η προσέγγισή τους είναι σύμφωνη με αυτή του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), του οποίου ο γενικός διευθυντής, Δρ Tedros Adhanom Ghebreyesus, ζήτησε στροφή σε «περισσότερο φυτικές δίαιτες» στη Διάσκεψη COP28 του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή στο Ντουμπάι τον περασμένο Δεκέμβριο.
Είμαστε αυτό που τρώμε
Σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας (FAO) που εδρεύει στη Ρώμη, περισσότερες από 100 χώρες έχουν αναπτύξει εθνικές διατροφικές κατευθυντήριες γραμμές για την προώθηση υγιεινών διατροφικών προτύπων.
Όλα τα έθνη της ΕΕ έχουν εκδώσει τέτοια έγγραφα, αλλά διαφέρουν ως προς τη βιωσιμότητα και την κατανάλωση προϊόντων, συχνά επηρεασμένα από τις τοπικές διατροφικές κουλτούρες και παραδόσεις.
«Αυτό που τρώμε δεν έχει να κάνει μόνο με τον πολιτισμό και τη γαστρονομία μας, αλλά και με την κοινωνία και την οικονομία στην οποία ζούμε», δήλωσε ο Manuel Franco, γιατρός και επιδημιολόγος στο Πανεπιστήμιο της Alcalá (Ισπανία) και στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins ( Ηνωμένες Πολιτείες), σε συνέντευξή του στο Euractiv.
Ένα καλό παράδειγμα είναι οι ποικίλες συστάσεις για την κατανάλωση ψαριών σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ενώ οι ενημερωμένες οδηγίες της Αυστρίας προτείνουν μόνο μία μερίδα την εβδομάδα, η Ισπανία –η μεγαλύτερη παραγωγός ψαριών της ΕΕ– απαιτεί τουλάχιστον τρεις.
Ο Φράνκο είπε ότι η σύνταξη διατροφικών οδηγιών αποτελεί παζλ διαφορετικών παραμέτρων, όπως η οικονομία, η υγεία και η βιωσιμότητα, που οδηγεί σε πολιτικές αποφάσεις που μπορεί να ευνοούν τη μια πτυχή έναντι της άλλης.
Για παράδειγμα, το να ζητάμε από τους Ισπανούς να τρώνε λιγότερα ψάρια για λόγους βιωσιμότητας δεν θα ήταν αποδεκτό «είτε πολιτιστικά είτε οικονομικά», σημείωσε ο Φράνκο.
Το αλκοόλ είναι ένας άλλος τομέας όπου οι οδηγίες ποικίλλουν. Οι τελευταίες συστάσεις της Ελλάδας , από το 2017, ενέκριναν μια «μεσογειακή διατροφή» που μπορεί να περιλαμβάνει την καθημερινή κατανάλωση κρασιού «με μέτρο».
«Μερικές φορές οι αποφάσεις λαμβάνονται μόνο λαμβάνοντας υπόψη την υγεία (…), μερικές φορές τον πολιτισμό και τη γαστρονομία, και όχι την επιστήμη», είπε ο επιδημιολόγος.
Περισσσότερα φυτικά προϊόντα, λιγότερο κρέας και γαλακτοκομικά
Μια κοινή τάση στις αναθεωρημένες διατροφικές κατευθυντήριες γραμμές σε όλη την ΕΕ είναι η μεγαλύτερη έμφαση στις επιλογές με βάση τα φυτικά προϊόντα σε βάρος του κρέατος και των γαλακτοκομικών προϊόντων.
Σύμφωνα με τον Φράνκο, οι προσπάθειες για τη μείωση της πρόσληψης ζωικών προϊόντων είναι «ένα τεράστιο βήμα προς τα εμπρός» από την άποψη της υγείας και του περιβάλλοντος.
Οι αναθεωρημένες συστάσεις της Αυστρίας συμβουλεύουν τον περιορισμό του κρέατος και των ψαριών σε μία φορά την εβδομάδα, με προαιρετική επιπλέον μερίδα από τα δύο. Αυτό ισοδυναμεί με 32,25 γραμμάρια (gr) κρέατος την ημέρα – περίπου τρεις κοτομπουκιές την ημέρα.
Η Φινλανδία , η Γαλλία και η Πολωνία συνιστούν το διπλάσιο αυτού του ποσού.
Η Γερμανία, όπως και η Αυστρία, ενημέρωσε τις οδηγίες της τον Μάρτιο για να ευνοήσει έντονα τα φυτικά τρόφιμα. Ομοίως, το 2015, η Ολλανδία συνέστησε να τρώτε λιγότερο «ή καθόλου» κρέας και έδωσε συμβουλές χορτοφαγίας.
Ενώ οι Ολλανδοί τόνισαν τη βιωσιμότητα των εναλλακτικών λύσεων που βασίζονται σε φυτά σε σύγκριση με το κρέας και τα γαλακτοκομικά, η Ιταλία υιοθέτησε μια πιο προσεκτική προσέγγιση στις οδηγίες της για το 2018. Η Ρώμη επέλεξε «λίγα ζωικά προϊόντα», σημειώνοντας ότι αυτά είναι «ακόμα απαραίτητα» για την αποφυγή διατροφικών ελλείψεων.
Οι κατευθυντήριες γραμμές της Σουηδίας και της Δανίας, από το 2015 και το 2021 αντίστοιχα, καλούσαν επίσης τους πολίτες να περιορίσουν το κρέας. Ωστόσο, η Στοκχόλμη επεσήμανε τους συμβιβασμούς κατά τη μείωση της κατανάλωσης γαλακτοκομικών προϊόντων.
«Το βούτυρο έχει μεγαλύτερη επίδραση στο περιβάλλον από τα έλαια, αλλά ταυτόχρονα μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία ενός πλούσιου αγροτικού τοπίου και βιοποικιλότητας», ανέφεραν οι κατευθυντήριες γραμμές.
Κατευθυντήριες γραμμές και κοινωνία
Ο Φράνκο προειδοποίησε ότι καθώς οι διατροφικές οδηγίες εξελίσσονται, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι η κοινωνία ακολουθεί. Είπε ότι οφείλουμε να φέρουμε πιο κοντά στους πολίτες την υγιεινή και βιώσιμη διατροφή, ξεκινώντας από τις σχολικές καντίνες.
Η περιβαλλοντική ΜΚΟ WWF Europe, ζήτησε επίσης περισσότερα δημόσια μέτρα για την ενθάρρυνση της φιλικής προς το περιβάλλον διατροφής. Ο οργανισμός πρότεινε πρακτικά βήματα, όπως περικοπές τιμών για προϊόντα φυτικής προέλευσης και βελτίωση της επισήμανσης των συνθηκών καλής διαβίωσης των ζώων. «Όποιος βασίζεται μόνο στην ευαισθητοποίηση θα αποτύχει. Οι πολιτικοί πρέπει να αντιμετωπίσουν τις ευθύνες τους αντί να τις αναθέτουν απλώς σε τρίτους», ανέφερε η WWF σε δελτίο τύπου .
Ο Φράνκο τόνισε τον ρόλο της κοινωνικής δικαιοσύνης στη βιωσιμότητα, τονίζοντας ότι οι καλύτερες επιλογές τροφίμων πρέπει να είναι προσβάσιμες σε όλους τους πολίτες, ανεξάρτητα από την οικονομική και κοινωνική τους θέση.
«Οι δίαιτες και οι ασθένειες που σχετίζονται με τη διατροφή στις χώρες μας σήμερα εξακολουθούν να έχουν τις ρίζες τους στην ανισότητα και να ανταποκρίνονται σε μια κοινωνική κλίση», σημείωσε.