Οι αρχές προειδοποιούν για τις ισχυρές ψυχοδραστικές τους επιδράσεις και τον κίνδυνο δηλητηρίασης, ιδιαίτερα στα παιδιά
Η εξαϋδροκανναβινόλη (HHC), μια ημισυνθετική ουσία με χημική δομή παρόμοια με την Δ9-τετραϋδροκανναβινόλη (Δ9-THC) της κάνναβης, βρίσκεται στο επίκεντρο νέων προειδοποιήσεων από τις γερμανικές αρχές. Σύμφωνα με τον νέο τοξικολογικό φάκελο του Γερμανικού Ινστιτούτου Αξιολόγησης Κινδύνου (BfR), το HHC ενδέχεται να προκαλεί σημαντικές ψυχοδραστικές επιδράσεις, ενώ τα υπάρχοντα επιστημονικά δεδομένα θεωρούνται ακόμη ανεπαρκή. Από τις 21 Ιουνίου 2024, το HHC έχει ενταχθεί στον Νόμο περί Νέων Ψυχοδραστικών Ουσιών (NpSG) στη Γερμανία, κάτι που συνεπάγεται πλήρη απαγόρευση παραγωγής, πώλησης, απόκτησης και κατοχής της ουσίας, αλλά και οποιουδήποτε προϊόντος που τη φέρει. Ωστόσο, προϊόντα που περιέχουν HHC συνεχίζουν να διατίθενται παράνομα, συχνά σε μορφή που προσομοιάζει με τρόφιμο, όπως τσίχλες ή «καραμέλες» τύπου γλυκίσματος.
Παρότι δεν έχουν προσδιοριστεί ακόμα επίσημες τοξικολογικές τιμές αναφοράς, τα υπάρχοντα πειραματικά δεδομένα (μελέτες σε ζώα, κυτταροκαλλιέργειες, αναφορές χρηστών, περιστατικά δηλητηριάσεων) δείχνουν ότι το β-HHC, μία από τις κυριότερες ισομορφές της ουσίας, εμφανίζει ισχυρή ψυχοδραστική δράση. Οι επιδράσεις της συγκρίνονται με αυτές της Δ9-THC, αλλά φαίνεται να απαιτούν ελαφρώς υψηλότερες δόσεις για να επιτευχθεί αντίστοιχο αποτέλεσμα. Επιπλέον, διαφορές στην περιεκτικότητα μεταξύ των επιμερών (β-HHC και α-HHC) προκαλούν αστάθεια στην επίδραση των προϊόντων στην αγορά. Η κατανάλωση 25 mg HHC ανά τεμάχιο, ποσότητα που συναντάται συχνά σε παράνομα προϊόντα τύπου «γλυκισμάτων», μπορεί να οδηγήσει σε κατάσταση μέθης. Σε μεγαλύτερες ποσότητες, υπάρχει κίνδυνος σοβαρής δηλητηρίασης, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για τυχαία κατανάλωση από παιδιά.
Το HHC διατίθεται σε βρώσιμα προϊόντα, λάδια και υγρά για ηλεκτρονικά τσιγάρα, τα οποία είναι πλέον παράνομα στη Γερμανία. Το πρόβλημα επιτείνεται από το γεγονός ότι αυτά τα προϊόντα παρασκευάζονται ημισυνθετικά από κανναβιδιόλη (CBD), διαδικασία που ενδέχεται να αφήνει υπολείμματα διαλυτών, παραπροϊόντα σύνθεσης ή φυτοκανναβινοειδή αμφίβολης ποιότητας. Η παρουσία τέτοιων ουσιών αυξάνει τον κίνδυνο για την υγεία, ειδικά όταν η ποιότητα και η καθαρότητα του τελικού προϊόντος είναι αμφίβολες. Το BfR επισημαίνει ότι η ποιότητα των επιστημονικών δεδομένων για την τοξικότητα του HHC παραμένει μέτρια, γεγονός που δυσχεραίνει την ασφαλή αξιολόγηση της ουσίας. Ωστόσο, τα μέχρι στιγμής στοιχεία είναι επαρκώς ανησυχητικά ώστε να δικαιολογούν την αυστηρή ρύθμιση. Στο πλαίσιο αυτό, η αποχή από την κατανάλωση προϊόντων HHC είναι η μόνη αξιόπιστη επιλογή για τους καταναλωτές.