H δίαιτα στης ακρίβειας τους δύσκολους καιρούς…
Της Βιργινίας Κιμπουρόπουλου
Η λέξη «διατροφή» έχει συνδεθεί στην καθομιλουμένη με το αδυνάτισμα. Αλλά το αδυνάτισμα είναι μόνο ένας από τους πολλούς λόγους που μπορεί κάποιος να ξεκινήσει να αλλάζει τις διατροφικές του συνήθειες προς το καλύτερο. Μπορεί να το κάνει για κάποιο πρόβλημα υγείας, μπορεί να θέλει να κατεβάσει τη χοληστερίνη του, μπορεί να θέλει να χάσει λίπος σε συγκεκριμένο σημείο του σώματός του ή να θέλει να διατηρήσει το βάρος του σε υγιή επίπεδα.
Μια τέτοια διαδικασία χρειάζεται πειθαρχία, αλλά για να γίνει σωστά, ειδικά σε πρώιμο στάδιο, χρειάζεται κάποιον ειδικό. Και για να μπορέσει κανείς να απευθυνθεί στον ειδικό χρειάζεται αυτό που κινεί τον κόσμο: το χρήμα. Και όχι μόνο για τον ειδικό, αλλά και για την ίδια τη διατροφή του. Κάποτε θεωρούταν αυτονόητο ότι ο μέσος άνθρωπος στην Ελλάδα μπορεί να διαθέσει χρήματα για μια καλή διατροφή. Πλέον, όμως, βιώνουμε μια δυστοπία όσον αφορά στο βιοτικό μας επίπεδο. Με τον πληθωρισμό να έχει φτάσει στο 12,3% και βασικά είδη διατροφής να έχουν γίνει απλησίαστα, όπως το ψωμί ή τα γαλακτοκομικά, κάθε άλλο παρά αυτονόητο είναι να μπορεί κανείς να γεμίσει το τραπέζι του με τα απαραίτητα.
Όταν οι άνθρωποι κάνουν επιλογές ανάμεσα σε απαραίτητα είδη για να μπορέσουν να επιβιώσουν, πώς μπορεί κανείς να μιλά για διατροφή; Εάν, μάλιστα, οι απαιτήσεις της διατροφής περιλαμβάνουν πιο «εξεζητημένα» είδη, όπως αβοκάντο, η όλη διαδικασία μοιάζει με απλησίαστο όνειρο, με ό, τι συνέπειες κι αν έχει αυτό στην υγεία τους.
«Μεγάλο ποσοστό του κόσμου που μας επισκέπτεται, είτε για αδυνάτισμα, είτε για προβλήματα υγείας ή πρόληψης, καιρό τώρα προσπαθεί να έχει τα ραντεβού του αρκετά αραιά ώστε να μειώσει το κόστος από τις τακτικές επισκέψεις. Δεν έχουμε τόσο μεγάλη πτώση του όγκου του πελατολογίου μας, αλλά έχουμε σημαντική μείωση του πλήθους των ραντεβού που πραγματοποιούνται», αναφέρει η Βιολόγος Msc – Κλινική Βιοχημικός και διατροφολόγος, και ιδιοκτήτρια Πρότυπου Κέντρου Ευεξίας, Εμμανουέλα Φωτεινού. «Υπάρχουν, ασφαλώς, και άνθρωποι που έρχονται σε εμάς, οι οποίοι έχουν τη διατροφή τους απόλυτη προτεραιότητα και προτιμούν να μειώσουν άλλες υπηρεσίες και αγαθά. Αλλά ταυτόχρονα υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να υποστηρίξουν τόσο την επίσκεψη όσο και ένα οργανωμένο διαιτολόγιο ως προς το κόστος των προμηθειών», συνεχίζει.
Στοιχεία της εταιρείας δημοσκοπήσεων Nielsen για τον Απρίλιο, δείχνουν πτώση των τζίρων των σουπερμάρκετ σχεδόν 3% στα περισσότερα είδη, οπότε είναι ξεκάθαρο πως οι άνθρωποι δεν έχουν πια την «πολυτέλεια» της επιλογής. Άλλοι αναγκάζονται να μειώσουν, για παράδειγμα, είδη που έχουν γίνει ακριβά για το μέσο νοικοκυριό, όπως το κρέας ή το ψάρι. Φυσικά, αυτό επηρεάζει άμεσα και τους ανθρώπους που θέλουν να κάνουν μια πιο ειδική διατροφή, για παράδειγμα κάποια που να βασίζεται στην πρωτεΐνη. «Δεν είναι λίγες οι φορές όμως που ακούμε φράσεις όπως αυτές: «μη μου βάζεις τόνο είναι ακριβός», «μπορούμε να τρώμε ψάρι ή μοσχάρι ανα 15 μέρες γιατί είναι ακριβό;» , «μπορώ να τρώω τρεις φορές την εβδομάδα όσπριο γιατί είναι το πιο φθηνό φαγητό και τρώει η οικογένεια με 2 ευρώ;» . Κάποιοι μας ζητάνε να τους προτείνουμε εμείς εταιρείες που να είναι αξιόλογες και οικονομικές για τα γαλακτοκομικά, για παράδειγμα», αναφέρει η κα Φωτεινού.
Πέρα από τον άμεσο κίνδυνο που ενέχει για την υγεία του το να κόβει κανείς απαραίτητα θρεπτικά συστατικά από τη διατροφή του, αναφορικά με το βάρος ή την έλλειψη των απαραίτητων ωφέλιμων στοιχείων, το να καταφεύγει κανείς σε φτηνότερες λύσεις, ενδεχομένως χειρότερης ποιότητας, μπορεί να προκαλέσει επιπρόσθετα προβλήματα. Στις ΗΠΑ είναι αρκετά συχνό φαινόμενο να καταφεύγουν οι άνθρωποι που ζουν σε καθεστώς φτώχειας σε junk food και οικονομικές, υπερβολικά επεξεργασμένες τροφές. Και είναι αυτοί οι άνθρωποι που, συνήθως αναπτύσσουν προβλήματα υγείας, όπως ο διαβήτης τύπου2 ή χοληστερίνη.
Προκύπτει, λοιπόν, το ερώτημα πώς μπορεί κανείς να βρει τη χρυσή τομή σε αυτή την κατάσταση; Πώς μπορεί να αντεπεξέλθει σε μια δίαιτα, αλλά παράλληλα να μη χαλάσει ένα υπέρογκο ποσό σε ακριβά και εξεζητημένα τρόφιμα, όπως αυτά που είθισται να προτείνουν οι διαιτολόγοι και οι διατροφολόγοι;
Όταν ρωτήσαμε την κα Φωτεινού αν κάτι τέτοιο είναι εφικτό, εκείνη απάντησε πως, ναι, αν διαμορφωθεί μια συγκεκριμένη στάση απέναντι στο φαγητό. «Πρώτα από όλα θέλει μια καλή έρευνα ως προς τα φρούτα και τα λαχανικά που είναι η βάση της διατροφής μας. Ψωνίζουμε από λαϊκές αγορές, από το μανάβη μας ή από κάποιο μεγάλο κατάστημα έχοντας λάβει υπόψη μας όμως την εποχικότητα και την μέση τιμή της αγοράς». Τονίζει, επίσης, πως υπάρχουν και παραγωγοί που προσφέρουν άριστης ποιότητας προϊόντα, αλλά θέλει λίγο ψάξιμο. «Κάνουμε πάντα λίστα για τα ψώνια μας ώστε να μην αγοράζουμε περιττά τρόφιμα έχοντας κάνει πρόβλεψη για το μενού της εβδομάδας για όλα τα υλικά που θα χρειαστούν».
«Μια έξτρα βασική συμβουλή για αδυνάτισμα και οικονομία είναι το meal preparation και το γνωστό σε όλους ταπεράκι! Έτσι μειώνουμε το κόστος του φαγητού από έξω, αλλά ανεβάζουμε και τον πήχη της ποιότητας».
Όπως προαναφέρθηκε, οι άνθρωποι ψάχνουν διαρκώς φτηνές εναλλακτικές. Αλλά αυτές δεν χρειάζεται να είναι κακής ποιότητας ή πρόχειρο φαγητό. Για παράδειγμα, αν θέλει κανείς να αγοράσει ψάρι, δεν χρειάζεται να είναι σολομός. Μπορεί να είναι σαρδέλες, οι οποίες είναι και πιο οικονομικές και υψηλής διατροφικής αξίας, αφού χρειάζεται σε μια μέση δίαιτα να τρώει κανείς ψάρι τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα, σύμφωνα με την κα Φωτεινού.
Φυσικά, όταν κάποιος συμβιώνει στο πλαίσιο μιας οικογένειας και θέλει να κάνει μια ειδική διατροφή για κάποιο λόγο, δημιουργείται η εξής συνθήκη: αναγκάζεται πολλές φορές να μαγειρεύει πολλά διαφορετικά φαγητά, για την οικογένεια και για τον εαυτό του. Αυτό, είναι και χρονοβόρο και κοστοβόρο, οδηγώντας πολλές φορές σε σπατάλη φαγητού. Υπάρχουν φαγητά που να είναι all inclusive, δηλαδή να καλύπτουν και τις ανάγκες της οικογένειας;
«Εμείς σαν γραφείο συμβουλεύουμε να γίνεται ακριβώς το ανάποδο. Δεν θέλουμε να επιβαρύνεται ο διαιτώμενος με δίπλα μαγειρέματα» απαντά η κα Φωτεινού, η οποία μοιράζεται και ορισμένες συμβουλές για το πώς μπορεί κανείς να αποφύγει τον πρόσθετο και πολυέξοδο τρόπο διατροφής. «Προτείνουμε με βάση το δικό μας πλάνο να τρέφεται όλη η οικογένεια με τις σωστές προσθαφεραίσεις. Έτσι εκπαιδεύεται και όλη η οικογένεια σε ένα μεσογειακό πλάνο. Ένα καλό πλάνο διατροφής έχει όσπριο ή λαδερό, ψάρια, αυγά, φρούτα λαχανικά και πρωτεΐνες και δημητριακά που είναι όλα όσα θέλει μια οικογένεια. Αν πρέπει τώρα να επιλέξουμε ένα τρόφιμο που να είναι αρκετά πλήρες, αυτό είναι τα όσπρια. Είναι πλούσια σε πρωτεΐνη και άμυλο, βιταμίνες μέταλλα ιχνοστοιχεία και φυτικές ίνες».
Γενικά και το πιο ταπεινό πιάτο μπορεί να γίνει πλήρες. Πλήρες θεωρείται ένα πιάτο που έχει πρωτεΐνη (Π), υδατάνθρακα(Υ), φυτικές ίνες-λαχανικά(Λ) και καλά λιπαρά οξέα(Λ.Ο.). «Η μεσογειακή κουζίνα μπορεί να γίνει πολύ οικονομική κρατώντας την παραπάνω πληρότητα», λέει η κα Φωτεινού. Ιδού μερικά από τα παραδείγματά της.
Λαδερά: πχ Φασολάκια (Λ) με λίγες πατατούλες (Υ) και λίγο τυρί χαμηλών λιπαρών (Π) και ελαιόλαδο (Λ.Ο.)
Γιουβαρλάκια: κιμάς (Π) , ρύζι (Υ), καρότο, κρεμμύδι, κολοκύθι, μυρωδικά (Λ) και ελαιόλαδο (Λ.Ο.)
Πλακί: μπακαλιάρος (Π), πατάτα (Υ) ντομάτα, κρεμμύδι, μυρωδικά (Λ) και ελαιόλαδο (Λ.Ο.)
Γεμιστά: ρύζι (Υ), λαχανικά και μυρωδικά (Λ), γιαούρτι/τυρί ή κιμάς (Π) και ελαιόλαδο (Λ.Ο.)
«Κοιτάμε να έχουμε όλη τη σύσταση και δεν προσθέτουμε έξτρα μερίδες άμυλο από αυτό περιλαμβάνεται ήδη στο πιάτο μας. Δεν χρειάζεται το ψωμί, αν υπάρχει ήδη για παράδειγμα ρύζι στο φαγητό και έτσι κάνουμε οικονομία θερμίδων και προμηθειών έχοντας κρατήσει ισορροπία με τη δίαιτα του πιάτου.