Μια ανάσα μας χωρίζει από το Δεκέμβριο, τις γιορτές των Χριστουγέννων και γενικότερα τον ερχομό του χειμώνα όπου τα ζεστά ροφήματα έχουν την τιμητική τους.
Ζεστός καφέ, ζεστή σοκολάτα και ζεστό τσάι αποτελούν τις δημοφιλέστερες επιλογές. Μπορεί οι Έλληνες να προτιμούμε να βάζουμε μέλι ή ζάχαρη – το κατά πόσο η δεύτερη επιλογή ενδείκνυται ή όχι είναι μια άλλη μεγάλη συζήτηση – στο τσάι, όμως, οι Βρετανοί συνηθίζουν να βάζουν γάλα στο τσάι τους.
Μάλιστα, αυτή η συνήθειά τους δεν είναι καινούρια, αλλά χάνεται στο μακρινό παρελθόν και φτάνει πίσω μέχρι τον 18ο αιώνα. Τότε το τσάι ήταν μεγάλη υπόθεση και οι άνθρωποι συνήθιζαν να το πίνουν από πορσελάνινα φλιτζάνια. Ωστόσο, οι περισσότεροι δεν μπορούσαν να αγοράσουν φανταχτερές πορσελάνες και τα διαθέσιμα φλιτζάνια θα έσπαγαν από τη ζέστη που έβγαζε το καυτό τσάι.
Ποιά ήταν η λύση που επινόησαν; Να ρίχνουν στο φλιτζάνι πρώτα γάλα και μετά να προσθέτουν το τσάι. Έτσι, το κρύο γάλα έριχνε αρκετά τη θερμοκρασία του τσαγιού, ώστε να μην σπάσει η πορσελάνη, ενώ ταυτόχρονα “έσπαγε” και την πικρή γεύση του τσαγιού.
Βέβαια, αυτός δεν ήταν ο μόνος λόγος, αλλά ήταν και θέμα οικονομίας. Εκείνη την εποχή το τσάι ήταν πανάκριβο με αποτέλεσμα πολλές οικογένειες να μην είναι σε θέση να αγοράζουν μεγάλες ποσότητες. Έτσι, έβαζαν μια μεγάλη ποσότητα γάλακτος και λίγο τσάι, ενώ οι εύπορες οικογένειες έτειναν να κάνουν το αντίθετο.
Τώρα εάν κάποιος αναρωτιέται ποια είναι η σωστή δοσολογία, η απάντηση είναι: δεν υπάρχει.
Το μόνο tip είναι να βάλουμε πρώτα το γάλα στην κούπα και μετά να ρίξουμε το τσάι επειδή έτσι γίνεται πιο νόστιμο. Αυτό συμβαίνει, όπως αναφέρει το Taste Of Home, επειδή όταν προσθέτουμε ζεστό τσάι σε κρύο γάλα, φέρνουμε το γάλα στη θερμοκρασία του τσαγιού και τα δύο συστατικά “δένουν” καλύτερα, ενώ αντίθετα εάν προσθέσουμε γάλα στο τσάι, τότε ουσιαστικά “κρυώνουμε” το τσάι και μπορεί το ρόφημα να μην έχει τόσο καλή γεύση.