Αξιολόγηση της σχέσης μεταξύ του χρόνου της αερόβιας μέτριας έως έντονης σωματικής δραστηριότητας και του κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου και θνησιμότητας.
Μεγαλύτερα οφέλη για την υγεία έδειξε η σωματική δραστηριότητα το βράδυ, σε άτομα με παχυσαρκία, σύμφωνα με μελέτη που πραγματοποιήθηκε από ερευνητές του Πανεπιστημίου του Σίδνεϊ της Αυστραλίας και δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Diabetes Care πριν λίγες μέρες. Οι ερευνητές παρακολούθησαν 30.000 ανθρώπους σε διάστημα 8 χρόνων, χρησιμοποιώντας δεδομένα φορητών συσκευών για να κατηγοριοποιήσουν τη σωματική δραστηριότητα των συμμετεχόντων σε πρωί, απόγευμα και βράδυ.
Οι ερευνητές αποκάλυψαν ότι όσοι έκαναν την πλειονότητα της αερόβιας μέτριας έως έντονης σωματικής τους δραστηριότητας, δηλαδή το είδος που ανεβάζει τον καρδιακό μας ρυθμό και μας κόβει την αναπνοή, μεταξύ 6 μ.μ. έως 12 τα μεσάνυχτα, είχαν τον χαμηλότερο κίνδυνο πρόωρου θανάτου από καρδιαγγειακά νοσήματα. Η συχνότητα με την οποία οι άνθρωποι αναλάμβαναν μέτρια έως έντονη σωματική δραστηριότητα (MVPA) το βράδυ, μετρούμενη σε σύντομες περιόδους έως και άνω των τριών λεπτών, φάνηκε επίσης να είναι πιο σημαντική από τη συνολική ποσότητα σωματικής τους δραστηριότητας καθημερινά.
Ο πρώτος συγγραφέας της μελέτης, Δρ Matthew Ahmadi, τόνισε επίσης ότι η μελέτη δεν παρακολουθούσε μόνο τη δομημένη άσκηση. Οι ερευνητές επικεντρώθηκαν μάλλον στην παρακολούθηση της συνεχούς αερόβιας MVPA σε περιόδους διάρκειας 3 λεπτών ή περισσότερων, καθώς προηγούμενες έρευνες έδειξαν ισχυρή συσχέτιση μεταξύ αυτού του τύπου δραστηριότητας, του ελέγχου της γλυκόζης και του μειωμένου κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου σε σύγκριση με μικρότερες (μη αερόβιες) περιόδους.
Ενώ λοιπόν πρόκειται για μελέτη παρατήρησης, τα ευρήματα υποστηρίζουν την αρχική υπόθεση των συγγραφέων, η οποία βασίζεται στην ιδέα προηγούμενων ερευνών, πως δηλαδή τα άτομα που ζουν με διαβήτη ή παχυσαρκία, τα οποία έχουν ήδη δυσανεξία στη γλυκόζη αργά το βράδυ, μπορεί να είναι σε θέση να την αντισταθμίσουν σε ένα βαθμό, με βραδινή σωματική δραστηριότητα.
Οι ερευνητές επίσης υπολόγισαν διαφορές όπως η ηλικία, το φύλο, το κάπνισμα, η κατανάλωση αλκοόλ, η κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, η καθιστική ζωή, το συνολικό MVPA, η εκπαίδευση, η χρήση φαρμάκων και η διάρκεια του ύπνου. Επίσης, απέκλεισαν συμμετέχοντες με προϋπάρχουσα καρδιαγγειακή νόσο και καρκίνο. Οι ερευνητές λένε ότι η διάρκεια της παρακολούθησης της μελέτης και η πρόσθετη ανάλυση ευαισθησίας ενισχύουν την ισχύ των ευρημάτων τους, ωστόσο, λόγω του σχεδιασμού παρατήρησης, δεν μπορούν να αποκλείσουν εντελώς την πιθανή αντίστροφη αιτιότητα. Αυτή είναι η πιθανότητα ορισμένοι συμμετέχοντες να είχαν χαμηλότερα επίπεδα αερόβιας MVPA λόγω υποκείμενης ή μη διαγνωσμένης νόσου.
Ο καθηγητής Εμμανουήλ Σταματάκης, Διευθυντής του Κέντρου Έρευνας για Wearables Mackenzie στο Κέντρο Charles Perkins και ανώτερος συγγραφέας της εργασίας, είπε ότι η πολυπλοκότητα των μελετών στον τομέα των wearables παρέχει τεράστιες γνώσεις για τα μοτίβα δραστηριότητας που είναι πιο ωφέλιμα για την υγεία. «Ενώ πρέπει να κάνουμε περαιτέρω έρευνα για να προσδιορίσουμε τις αιτιώδεις σχέσεις, αυτή η μελέτη υποδηλώνει ότι ο χρόνος της σωματικής δραστηριότητας θα μπορούσε να είναι σημαντικό μέρος των συστάσεων για μελλοντική διαχείριση της παχυσαρκίας και του διαβήτη Τύπου 2 και της προληπτικής υγειονομικής περίθαλψης γενικά».
Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ.