Κυριακή, 24 Νοεμβρίου, 2024
12.2 C
Athens

Το Ελληνικό website για την ποιότητα, την ασφάλεια και την "ψυχή" των τροφίμων.

Ελλάδα: Υπολείμματα αιθυλενοξειδίου σε τρόφιμα

Γιατί το θέμα του οξειδίου του αιθυλενίου αφορά περισσότερο την Ελλάδα και την Κύπρο - Ποια εισαγόμενα τρόφιμα παρουσιάζουν το μεγαλύτερο ποσοστό ανίχνευσης

ΑρχικήΝέαΑσφάλεια ΤροφίμωνΕλλάδα: Υπολείμματα αιθυλενοξειδίου σε τρόφιμα
spot_img

Γιατί το θέμα του οξειδίου του αιθυλενίου αφορά περισσότερο την Ελλάδα και την Κύπρο – Ποια εισαγόμενα τρόφιμα παρουσιάζουν το μεγαλύτερο ποσοστό ανίχνευσης

Του Dr Γιώργου Μηλιάδη*

Το αιθυλενοξείδιο είναι εύφλεκτο άχρωμο αέριο με γλυκιά οσμή. Είναι ιδιαίτερα δραστικό και χρησιμοποιείται στην παραγωγή άλλων χημικών ουσιών, ως παράγοντας αποστείρωσης, όπως απολύμανση ξηρών τροφίμων και ιατρικών εργαλείων, και ως φυτοφάρμακο για τον υποκαπνισμό τροφίμων με σκοπό τον έλεγχο εντόμων και μικροοργανισμών σε ξηρά τρόφιμα. Η χρήση του ως φυτοφάρμακο βασίζεται στην ικανότητα του να βλάπτει το DNA. Στα τρόφιμα απομακρύνεται πολύ γρήγορα μέσω εξάτμισης και μετατρέπεται σε 2-χλωροοαιθανόλη.

Επειδή έχει μεταλλαξιογόνες και καρκινογόνες ιδιότητές, έχουν προκληθεί ανησυχίες για την υγεία των καταναλωτών και λόγω των τοξικολογικών ανησυχιών έχει απαγορευτεί η χρήση του ως φυτοφάμρμακο στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αλλού, αντίθετα όμως σε χώρες όπως η Ινδία, οι ΗΠΑ και ο Καναδάς εξακολουθεί και έχει εγκεκριμένη χρήση.

Τα νομοθετικά μέγιστα όρια υπολειμμάτων (Maximum Residue Limit, MRL) που έχει θεσπίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση  για το αιθυλενοξείδιο καθορίζονται στον κανονισμό (EU) 2015/868. Για τα περισσότερα τρόφιμα τα όρια είναι στα 0,02 ή 0,05 mg/kg, αλλά στον καφέ, το τσάι και διάφορα μπαχαρικά το νομοθετικό όριο έχει καθοριστεί σε 0,1 mg/kg. Πιο συγκεκριμένα για ξηρούς καρπούς, ελαιούχα φρούτα και ελαιούχους σπόρους είναι 0,05mg/kg συμπεριλαμβανομένου και του σουσαμιού. Στα όρια αυτά συμπεριλαμβάνεται και η ποσότητα του αιθυλενοξειδίου που έχει μετατραπεί σε 2-χλωροαιθανόλη. Επομένως, οι δύο αυτές ουσίες είναι απαραίτητο να προσδιορίζονται ταυτόχρονα ώστε να γίνει σύγκριση με τα νομοθετικά όρια.

Το Νοέμβριο του 2020 υπήρξαν πολλές ενημερώσεις στο σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης της Ε.Ε. για την ασφάλεια τροφίμων (Rapid Alert System for Feed and Food, RASFF) για σουσάμι που κυκλοφορούσε εντός της Ε.Ε. με προέλευση κυρίως από την Ινδία και περιείχε υψηλές ποσότητες αθυλενοξειδίου.

Η Ελλάδα και η Κύπρος είναι με μεγάλη διαφορά οι Ευρωπαϊκές χώρες με τη μεγαλύτερη κατανάλωση τροφίμων που περιέχουν σουσάμι (χαλβάς, ταχίνι, κ.ά.), γεγονός που καθιστά το πρόβλημα σημαντικό για τις χώρες μας. Με το ξέσπασμα της κρίσης του αιθυλενοξείδιου, στο τέλος του 2020, τα εργαστήρια μας υιοθέτησαν την επίσημη Γερμανική μέθοδο ανάλυσης αιθυλενοξείδιου, την επικύρωσαν και τη διαπίστευσαν. Ταυτόχρονα ορίστηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και από τις αρμόδιες αρχές ως εργαστήρια επισήμων ελέγχων για το αιθυλενοξείδιο στην Ελλάδα και την Κύπρο. Μέχρι και σήμερα τα εργαστήρια της Food Allergens Lab είναι τα μόνα διαπιστευμένα  για αναλύσεις αιθυλενοξειδίου στην Νοτιοανατολική Ευρώπη.

Σύμφωνα με τη μέθοδο ανάλυσης το αιθυλενοξείδιο και η 2-χλωροαιθανόλη μετατρέπονται σε 2-ίωδοαιθανόλη, η οποία προσδιορίζεται με αέρια χρωματογραφία με ανιχνευτή σύλληψης ηλεκτρονίων, σε συνδυασμό με φασματομετρία μάζας που επιτρέπει την αδιαμφησβήτητη επιβεβαίωση της ταυτότητας των ανιχνευόμενων στα δείγματα ουσιών. Η μέθοδος ελέγχθηκε και βρέθηκε με αποδεκτά όλα τα κριτήρια των αναλυτικών μεθόδων, ήτοι  γραμμικότητα, ορθότητα, αναπαραγωγιμότητα, όρια ανίχνευσης και ποσοτικοποίησης. Ιδιαίτερα η ορθότητα της μεθόδου ελέγχθηκε με δύο διαδοχικές επιτυχείς συμμετοχές σε διεργαστηριακές δοκιμές που διοργάνωσε το Ευρωπαϊκό Εργαστήριο Αναφοράς για φυτοφάρμακα στη Στουτγάρδη.

Στα εργαστήρια μας αναλύθηκαν τον τελευταίο χρόνο 1458 δείγματα για υπολείμματα αιθυλενοξειδίου. Τα 565 ήταν δείγματα σουσαμιού και από αυτά στο 83% δεν ανιχνεύθηκε αιθυλενοξείδιο, ενώ στο 14,5% των δειγμάτων ανιχνεύθηκαν συγκεντρώσεις μεγαλύτερες του νομοθετικού ορίου (MRL). Αξίζει να σημειωθεί πως από 150 δείγματα σουσαμιού με προέλευση την Νιγηρία, το 13,3% ήταν θετικό στην ανίχνευση αιθυλενοξειδίου με το 11,3% να ξεπερνά το MLR. Από 117 δείγματα σουσαμιού με προέλευση την Αιθιοπία στο 5,1%  ανιχνευθήκαν συγκεντρώσεις αιθυλενοξειδίου, ενώ μόλις 1 ξεπερνούσε το MRL. Από 32 δείγματα σουσαμιού με προέλευση την Ινδία το 40,6% βρέθηκε να περιέχει αιθυλενοξείδιο σε συγκεντρώσεις από 0,11 ως 29,8mg/kg. Οι τιμές αυτές αποτελούν και τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις που ανιχνεύθηκαν σε οποιοδήποτε προϊόν. Σε 42 δείγματα σουσαμιού από Σουδάν, Αργεντινή και Μοζαμβίκη μόλις ένα δείγμα από το Σουδάν βρέθηκε θετικό με συγκέντρωση 0,53 mg/kg. Τέλος, σε σύνολο 222 σουσαμιών από άλλες προελεύσεις στα 58  υπήρξαν ανιχνεύσιμες συγκεντρώσεις με τα 50 από αυτά να ξεπερνούν το MRL.

Από αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν σε άλλου είδους δείγματα, πλην σουσαμιού, το 9% βρέθηκε με ανιχνεύσιμες συγκεντρώσεις αιθυλενοξειδίου. Σε ταχίνι, προϊόν το οποίο αποτελείται κυρίως από σουσάμι, από τα 141 δείγματα στα 20 βρέθηκε αιθυλενοξείδιο σε επίπεδα από 0,03 ως 0,309 mg/kg. Αξιοσημείωτο είναι πως από 36 δείγματα βιολογικού ταχίνι δύο περιείχαν αιθυλενοξείδιο σε επίπεδα 0,3 και 0,54 mg/kg.

Σε 21 δείγματα αρτοσκευασμάτων που περιείχαν σουσάμι, 3 είχαν ανιχνεύσιμες συγκεντρώσεις αιθυλενοξειδίου από 0,03 ως 0,11 mg/kg. Από 212 σπόρους σόγιας 15 έδωσαν θετικά αποτελέσματα σε εύρος 0,03-2,5 mg/kg και τέλος από 448 δείγματα άλλων τροφίμων, 24 δείγματα βρέθηκαν με ανιχνεύσιμες συγκεντρώσεις αιθυλενοξειδίου σε εύρος 0,03-7,05mg/kg. Παράλληλα έγιναν αναλύσεις και σε 21 δείγματα συμπληρωμάτων διατροφής, σε 13 από τα οποία (62%) ανιχνεύθηκε αιθυλενοξείδιο από 0,037 ως 7,05mg/kg.

Το γεγονός ότι αιθυλενοξείδιο ανιχνεύθηκε σε πλήθος δειγμάτων επιβεβαιώνει τις ανησυχίες που είχαν προκληθεί στις Αρχές για την κυκλοφορία τροφίμων. Επειδή το ποσοστό δειγμάτων με συγκέντρωση αιθυλενοξειδίου άνω του νομοθετικού ορίου είναι σημαντικά υψηλότερο από τα αντίστοιχα ποσοστά άλλων φυτοφαρμάκων, προκύπτει ότι η ανάλυση προϊόντων για υπολείμματα αιθυλενοξειδίου είναι περισσότερο από αναγκαία για την προστασία της υγείας των καταναλωτών.

*Ο Δρ Γεώργιος Μηλιάδης είναι Χημικός, Επικεφαλής Ερευνητής και Τεχνικός Διευθυντής στο εργαστήριο Food Allergens Laboratory και επί 30 έτη προϊστάμενος Εθνικού Εργαστηρίου Αναφοράς.

Ακολουθήστε το Cibum
στα Google News

Μείνετε ενημερωμένοι

Σας άρεσε το αρθρο; Εγγραφείτε για να λαμβάνεται εβδομαδιαία τα πιο σημαντικά άρθρα με θέμα τα τρόφιμα. 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

spot_img
spot_img
spot_img
spot_img
spot_img
spot_img
spot_img

Must read

Ανάκληση 150.000 εμφιαλωμένων νερών: Το  «τεράστιο λάθος» των αρχών

Τον γύρο του κόσμου έκανε μία λανθασμένη ανακοίνωση προκαλώντας την αντίδραση της εταιρείας.

Εμπειρίες επιθεωρητών ασφάλειας τροφίμων: Η πιο συχνή και κοινή παράβαση

Ποιες είναι οι προτάσεις των ερευνητών για την συμμόρφωση των επιχειρήσεων στον τομέα της ασφάλειας τροφίμων.

Αξίζει να ακολουθήσει κάποιος το επάγγελμα του διαιτολόγου; Του Νίκου Ζορζοβίλη*

Ποια είναι τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα του να είσαι διαιτολόγος.
spot_img
spot_img
spot_img
spot_img

Ροή Ενημέρωσης

spot_img
spot_img
spot_img
spot_imgspot_img

Δείτε επίσης!
Προτεινόμενα άρθρα

Μετάβαση στο περιεχόμενο