Επιστημονική μελέτη περίπτωσης, του Ινστιτούτου Επιστημών Υγείας του Ιατρικού Πανεπιστημίου Siedlce της Πολωνίας.
Η δίαιτα Keto, αν και γνωστή για περισσότερα από 100 χρόνια, εξακολουθεί να προκαλεί διαμάχες και συζητήσεις στο επιστημονικό περιβάλλον. Ο συνδυασμός της κετογονικής δίαιτας (περιορισμένη κατανάλωση υδατανθράκων, αυξημένη πρόσληψη λίπους και μέτρια κατανάλωση πρωτεΐνης) με τη διαλείπουσα νηστεία έχει, εδώ και χρόνια, προκαλέσει μεγάλο ενδιαφέρον στον επιστημονικό κόσμο και στους λάτρεις του υγιεινού τρόπου ζωής. Η σημασίας της επίδρασης στον οργανισμό αυτού του συνδυασμού διατροφής, είναι ακόμη μεγαλύτερη όταν τα υποκείμενα της μελέτης είναι σωματικά ενεργά άτομα.
Στόχος μελέτης που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό foods του Mdpi Ειδικό Τεύχος Ketogenic Foods: Quality and Health Benefits, ήταν ο προσδιορισμός της επίδρασης του αυστηρά υπολογισμένου κετογονικού μενού σε συνδυασμό με διαλείπουσα νηστεία και με θερμιδικό έλλειμμα στους επιλεγμένους βιοχημικούς δείκτες και τη σύσταση του σώματος σε έναν άνδρα 23 ετών που εκτελούσε προπόνηση δύναμης 4-5 φορές την εβδομάδα συνήθως το βράδυ. Ο άνδρας δεν έπαιρνε κανένα επιπλέον συμπλήρωμα διατροφής εκτός από τη συνέχιση βιταμίνης D3 (5000 IU) και Κ2 (200 mcg), που λαμβάνονταν ήδη για αρκετούς μήνες πριν από την παρέμβαση.
Το πρωτόκολλο της μελέτης περιελάμβανε μια κετογονική δίαιτα διάρκειας 13 εβδομάδων με διαλείπουσα νηστεία (καθυστερημένης χρονικά περιορισμένης διατροφής τύπου 16:8) και θερμιδικό έλλειμμα. Ένα λεπτομερές μενού σχεδιάστηκε και χρησιμοποιήθηκε από τον άνδρα σε όλη τη διάρκεια της μελέτης. Πραγματοποιήθηκε ένας αριθμός αιματολογικών εξετάσεων πριν και μετά την εφαρμογή της διατροφικής παρέμβασης. Επιπλέον, η σύσταση του σώματος προσδιοριζόταν εβδομαδιαία και οι συγκεντρώσεις σωμάτων γλυκόζης και κετονών, καθώς και ο ρυθμός παλμών και η αρτηριακή πίεση, μετρούνταν καθημερινά.
Οι πιο σημαντικές αλλαγές που σημειώθηκαν περιελάμβαναν σημαντική αύξηση στις συγκεντρώσεις τεστοστερόνης και βιταμίνης D και σημαντική μείωση του δείκτη HOMA-IR (αντίσταση στην ινσουλίνη) και των συγκεντρώσεων ηπατικών ενζύμων, ινσουλίνης, γλυκόζης, σιδήρου, ουρίας και ελεύθερης τριιωδοθυρονίνης (FT3). Επιπλέον, σημειώθηκε σημαντική βελτίωση της σύστασης του σώματος (βελτιώθηκε η αναλογία της συνολικής μάζας σώματος προς τον λιπώδη και μυϊκό ιστό και τη μάζα νερού). Ευνοϊκές αλλαγές σημειώθηκαν επίσης στις τιμές του καρδιακού ρυθμού και της αρτηριακής πίεσης.
Για να διαβάσετε τη μελέτη πατήστε ΕΔΩ.