Η μεγαλύτερη επιδημία λιστερίωσης στην παγκόσμια ιστορία, δεν έγινε στο μακρινό παρελθόν ούτε σε μια εποχή όπου δεν υπήρχαν συστήματα αυτοελέγχου HACCP… Έγινε μόλις πριν από τρία χρόνια και είχε τραγικό απολογισμό 216 νεκρούς και 1.060 επιβεβαιωμένα κρούσματα. Σημειώθηκε στη Νότιο Αφρική το 2017 και 2018, και πρόκειται για ένα εκτεταμένο ξέσπασμα τροφικής δηλητηρίασης από Listeria monocytogenes που προέκυψε από μολυσμένα επεξεργασμένα κρέατα που παράγονταν από την Enterprise Foods, θυγατρική της Tiger Brands*, στο Polokwane.
Έχει χαρακτηριστεί ως η χειρότερη επιδημία λιστερίωσης στον κόσμο.
Πριν από το 2017, κατά μέσο όρο 60 έως 80 περιπτώσεις λιστερίωσης εντοπίζονταν ετησίως στη Νότια Αφρική. Το ξέσπασμα εντοπίστηκε για πρώτη φορά από γιατρούς στα ακαδημαϊκά νοσοκομεία Chris Hani και Steve Biko τον Ιούλιο του 2017, οι οποίοι ενημέρωσαν το Εθνικό Ινστιτούτο Μεταδοτικών Ασθενειών (NICD) για έναν ασυνήθιστα υψηλό αριθμό νεογνικών λοιμώξεων.
Συνεντεύξεις που διεξήχθησαν από τις αρχές σε άτομα που προσβλήθηκαν από λιστερίωση έδειξαν ότι τα επεξεργασμένα αλλαντικά, κυρίως το “Polony” , ήταν η πιθανή αιτία της επιδημίας. Η πηγή της επιδημίας στις εγκαταστάσεις Enterprise Foods ανακαλύφθηκε μόνο αφού εννέα πεντάχρονα παιδιά από το Soweto, μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο Chris Hani Baragwanath στα μέσα Ιανουαρίου 2018. Δείγματα που ελήφθησαν από τα προϊόντα Enterprise και Rainbow Chicken στον παιδικό σταθμό των παιδιών, βρέθηκαν θετικά στο στέλεχος της λιστερίωσης που προκάλεσε το ξέσπασμα και οδήγησε τους ερευνητές στις μολυσμένες εγκαταστάσεις παραγωγής.
Στις 4 Μαρτίου 2018, ο υπουργός Υγείας Aaron Motsoaledi ανακοίνωσε επίσημα, ότι η ασθένεια εντοπίστηκε στο εργοστάσιο επεξεργασμένων κρεάτων Enterprise στο Polokwane. Τα περιβαλλοντικά δείγματα από το εργοστάσιο βρέθηκαν να περιέχουν το βακτήριο Listeria monocytogenes στέλεχος ST 6. Επιπλέον, άλλα δείγματα από ένα άλλο εργοστάσιο της Enterprise στο Germiston και από ένα εργοστάσιο Rainbow Chicken στην Ελεύθερη Πολιτεία βρέθηκαν επίσης θετικά για Listeria.
Το Γκαουτένγκ ήταν η επαρχία με τα περισσότερα κρούσματα, 58%, ακολουθούμενη από το Δυτικό Ακρωτήριο με περίπου 13%. Η έκθεση του Εθνικού Υπουργείου Υγείας τον Ιούλιο του 2018 ανέφερε ότι υπήρχαν 1.060 εργαστηριακά επιβεβαιωμένα κρούσματα λιστερίωσης και 216 θάνατοι.
Μετά την ανακοίνωση, η τιμή της μετοχής της Tiger Brand στο Χρηματιστήριο του Γιοχάνεσμπουργκ μειώθηκε κατά 7%, με αποτέλεσμα τη μείωση της συνολικής αξίας 5,7 δισ. R5 (που ισοδυναμεί με 438,69 εκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ). Σε μια συνέντευξη Τύπου την επόμενη μέρα, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Tiger Brands Lawrence MacDougall αρνήθηκε την ευθύνη, δηλώνοντας “Δεν υπάρχει άμεση σχέση μεταξύ οποιουδήποτε από τους θανάτους και των προϊόντων μας”. Μάλιστα όταν πιέστηκε από δημοσιογράφους, αρνήθηκε να ζητήσει συγγνώμη!
Τελικά η Tiger Brands παραδέχτηκε, την παρουσία λιστέρια σε ορισμένα από τα προϊόντα της, δεκαοκτώ ημέρες πριν την ανάκληση της κυβέρνησης.
Στις 5 Μαρτίου, η Μποτσουάνα , η Ναμίμπια , ο Μαυρίκιος, η Μοζαμβίκη , το Μαλάουι και η Ζάμπια ανέστειλαν όλες τις εισαγωγές επεξεργασμένου κρέατος από τη Νότια Αφρική. Το παράδειγμα τους ακολούθησε και η Κένυα την επόμενη μέρα.
Τον Δεκέμβριο του 2018 το Ανώτατο Δικαστήριο του Νότιου Γκαουτένγκ άνοιξε τη διαδικασία για ομαδική αγωγή κατά της Tiger Brands για περίπου 1.000 ενάγοντες. Η δίκη είναι ακόμα σε εξέλιξη καθώς η Tiger Brands παίρνει συνέχεια αναβολές. Τον Ιούνιο του 2020 η δικηγορική εταιρεία που ηγείται της ομαδικής αγωγής κατά της Tiger Brands, επέκρινε την απόφαση του δικαστηρίου να ζητήσει τη δημοσιοποίηση επιδημιολογικών πληροφοριών ως αποδεικτικό στοιχείο, χαρακτηρίζοντας την εξέλιξη ως προσφορά για «αγορά χρόνου» και καθυστέρηση της δίκης.
*Η Tiger Brands Limited είναι η μεγαλύτερη εταιρεία συσκευασμένων τροφίμων της Νότιας Αφρικής. Εκτός από τις δραστηριότητες της εταιρείας στη Νότια Αφρική, η Tiger Brands έχει επίσης άμεσα και έμμεσα συμφέροντα σε διεθνείς επιχειρήσεις τροφίμων στη Χιλή, τη Ζιμπάμπουε, τη Μοζαμβίκη, τη Νιγηρία, την Κένυα και το Καμερούν.
Σκάνδαλα καθορισμού τιμών
Ψωμί
Στα μέσα Νοεμβρίου 2007, στην Tiger Brands επιβλήθηκε πρόστιμο 12,8 εκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ από την Επιτροπή Ανταγωνισμού της Νότιας Αφρικής για συνεννόηση με άλλους παραγωγούς ψωμιού για αύξηση στην τιμή του ψωμιού.
Σύμφωνα με την επιτροπή, οι τέσσερις εταιρείες που συμμετείχαν ( Premier Foods, Tiger Brands, Foodcorp και Pioneer Foodw) ήλεγχαν περισσότερο από το 90% της αγοράς αλεύρου σίτου εκείνη την εποχή. Κατηγορήθηκαν για συμφωνία στην τιμολογιακή τους πολιτική μέσω μυστικών συναντήσεων και τηλεφωνικών κλήσεων μεταξύ υπαλλήλων σε διάφορους χώρους, συμπεριλαμβανομένων εκκλησιών, σταδίων και ξενοδοχείων. Η Επιτροπή διαπίστωσε επίσης ότι οι δραστηριότητες καθορισμού των τιμών είχαν αρνητική επίδραση τόσο στους καταναλωτές στο σύνολό τους, όσο και ότι εμπόδισαν τα μικρότερα αρτοποιεία να είναι αποτελεσματικοί ανταγωνιστές.
Η Tiger Brands ανέλαβε την πλήρη ευθύνη και στη συνέχεια ο Διευθύνων Σύμβουλος Nick Dennis παραιτήθηκε.