Το πρόβλημα με τη βιωσιμότητα των βιοδιασπώμενων συσκευασιών.
Ο κώδωνας του κινδύνου για το περιβάλλον κρούει, κάνοντας έκκληση για άμεσες αλλαγές στις συσκευασίες και την απαλλαγή από το πλαστικό. Πολλές εταιρείες τροφίμων- και όχι μόνο- απαντούν σε αυτό το κάλεσμα, αλλάζοντας σε βιοδιασπώμενες συσκευασίες. Ωστόσο, είναι πραγματικά μια λύση ή αποτελεί απλά άλλη μια “τρύπα στο νερό”;
Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία για την ανακύκλωση από την πρώτη Παγκόσμια Προοπτική Πλαστικών του ΟΟΣΑ, μόνο το 9% των πλαστικών ανακυκλώνεται, γεγονός που καθιστά την ανακύκλωση πιο ανααποτελεσματική από ότι πιστεύαμε.
Το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί και με τις βιοδιασπώμενες συσκευασίες, καθώς δεν πρόκειται να αποδώσουν εάν δεν λάβουμε υπόψιν τη δυνατότητα ανάκτησης του βιο-υλικού. Για παράδειγμα, εάν μια υποδομή κομποστοποίησης δεν είναι σε θέση να ανακτήσει το βιο-υλικό από μια συσκευασία βιοδιασπώμενη με βάση το καλαμπόκι, τότε ο αντίκτυπος που αυτή θα έχει στο περιβάλλον θα είναι ο ίδιος με το πλαστικό από αργό πετρέλαιο.
Κι όμως, τα περισσότερα βιοδιασπώμενα κύπελλα είναι κατασκευασμένα από πλαστικό PLA, δηλαδή ένα πολυμερές κατασκευασμένο από υψηλά επίπεδα μορίων πολυγαλακτικού οξέος. Για να βιοδιασπαστεί το PLA, πρέπει να διασπαστεί το πολυμερές προσθέτοντας νερό σε αυτό, με τη διαδικασία της υδρόλυσης. Για την υδρόλυση απαιτούνται θερμότητα και υγρασία. Αυτό σημαίνει πως αν μια συσκευασία από το υλικό πεταχτεί απλά στα σκουπίδια, όπου δεν θα εκτεθεί στη θερμότητα και την υγρασία για να διασπαστεί, θα χρειαστεί το ίδιο διάστημα με ένα οποιοδήποτε πλαστικό.
Και επειδή η βιωσιμότητα δεν είναι παρά ένας κύκλος κινήσεων και μέτρων που το ένα συμπληρώνει το άλλο, ας κατευθυνθούμε και σταδιακά και προς τη λύση του προβλήματος που δεν είναι άλλη από το σχεδιασμό.
Εάν σχεδιαστούν προϊόντα που να συνδυάζουν τη χρήση υλικού και την ανάκτηση, όχι μόνο θα αναπτυχθεί περισσότερο η υποδομή κομποστοποίησης για να εξυπηρετήσει τη ζήτηση, αλλά θα ανοίξει ο δρόμος για την ανάκτηση όλων των ειδών άλλων βιοϋλικών. Επιπλέον, θα ενθαρρυνθεί η υπεύθυνη μετάβαση σε περισσότερα βιοϋλικά, καθώς και η ανάπτυξη της απαραίτητης υποδομής που απαιτείται για την προμήθεια αυτών των προϊόντων.