Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καταγράφει αυξημένες ανησυχίες για το δεύτερο εξάμηνο του 2024, με έμφαση στο κόστος παραγωγής, την εξάρτηση από εισαγωγές και τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης.
Η επισιτιστική ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξακολουθεί να τελεί υπό πίεση, σύμφωνα με τη νέα έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την άνοιξη του 2025, η οποία βασίζεται σε έρευνα του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Ετοιμότητας και Αντιμετώπισης Κρίσεων για την Επισιτιστική Ασφάλεια (EFSCM).
Τα βασικά ευρήματα της έκθεσης σκιαγραφούν ένα σκηνικό αβεβαιότητας για το δεύτερο εξάμηνο του 2024, όπου κυριαρχούν οι ανησυχίες για το κόστος και τη διαθεσιμότητα κρίσιμων εισροών, τις επιπτώσεις των ακραίων καιρικών φαινομένων και τις γεωπολιτικές εντάσεις.

Το 49% των συμμετεχόντων στην έρευνα κατέδειξε το υψηλό κόστος των εισροών ως τον πιο κρίσιμο παράγοντα που επηρεάζει την επισιτιστική ασφάλεια. Παρότι οι τιμές είναι χαμηλότερες σε σχέση με τα επίπεδα ρεκόρ των ετών 2022-2023, παραμένουν σαφώς υψηλότερες από τις προπολεμικές τιμές, επιβαρύνοντας σημαντικά τους παραγωγούς.
Παράλληλα, το 42% των ερωτηθέντων επεσήμανε την αστάθεια των τιμών ως παράγοντα αυξανόμενης σημασίας. Πολλοί εκφράζουν φόβους για νέα άνοδο του κόστους μέσα στο 2025, γεγονός που θα μπορούσε να εντείνει τις πληθωριστικές πιέσεις και να επηρεάσει την επάρκεια τροφίμων.
Tο 43% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι η σημασία τους αυξήθηκε το δεύτερο εξάμηνο του 2024. Ιδιαίτερα επισημαίνονται οι καταστροφές από πλημμύρες στη Βαλένθια, με ζημιές ύψους 1,4 δισ. ευρώ στον γεωργικό τομέα, αλλά και η καταιγίδα Boris που έπληξε κράτη της Ανατολικής Ευρώπης.
Το 34% των συμμετεχόντων ανέφερε ότι η αυξημένη ανάγκη για εισαγωγές αποτελεί επίσης έναν αυξανόμενο κίνδυνο. Η αγορά ορισμένων εισροών, όπως η λυσίνη ή εξειδικευμένα λιπάσματα, παραμένει ιδιαίτερα συγκεντρωμένη, με την ΕΕ να εξαρτάται από λίγους προμηθευτές. Αν και επιτεύχθηκε κάποια πρόοδος στη διαφοροποίηση των εισαγωγών, η ευπάθεια παραμένει.
Τα γεωπολιτικά γεγονότα, από τον πόλεμο στην Ουκρανία μέχρι τις αυξανόμενες τάσεις προστατευτισμού παγκοσμίως, προσθέτουν ένα ακόμα στρώμα αβεβαιότητας, με το ενδεχόμενο εμπορικών αντίποινων και νέων δασμών να προκαλεί ανησυχίες για εφοδιαστικές διαταραχές.
Ορισμένοι συμμετέχοντες στην έρευνα αναφέρθηκαν και στις προκλήσεις που προκύπτουν από κανονιστικά μέτρα της ΕΕ, όπως ο νέος κανονισμός για την αποψίλωση των δασών, ο οποίος εκτιμάται ότι ενδέχεται να επιφέρει πρόσθετο κόστος συμμόρφωσης, ιδιαίτερα σε συνθήκες αυξημένης αβεβαιότητας στις παγκόσμιες αγορές.