Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλεί τα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως πρωτογενείς παραγωγούς, μεταποιητές, κατασκευαστές, χονδρεμπόρους, λιανεμπόρους και παρόχους εισροών, να μοιραστούν τις εμπειρίες τους από συμφωνίες που αποσκοπούν στην επίτευξη στόχων βιωσιμότητας στις αγροδιατροφικές αλυσίδες εφοδιασμού.Οι παρατηρήσεις που θα υποβληθούν θα βοηθήσουν την Επιτροπή να καταρτίσει κατευθυντήριες γραμμές για μια νέα παρέκκλιση με την οποία θα εξαιρούνται οι συμφωνίες βιωσιμότητας στον τομέα της γεωργίας από τους κανόνες ανταγωνισμού υπό ορισμένες προϋποθέσεις.
Γενικά, το δίκαιο της ΕΕ απαγορεύει τις συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων που περιορίζουν τον ανταγωνισμό, όπως οι συμφωνίες μεταξύ ανταγωνιστών που οδηγούν σε υψηλότερες τιμές ή μικρότερες ποσότητες. Ωστόσο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της ΕΕ ενέκριναν πρόσφατα νέα παρέκκλιση που επιτρέπει τέτοιους περιορισμούς σε συμφωνίες στον γεωργικό τομέα, εφόσον αυτοί είναι απαραίτητοι για την εφαρμογή προτύπων βιωσιμότητας υψηλότερων από αυτά που επιβάλλει η ενωσιακή ή η εθνική νομοθεσία. Η παρέκκλιση αυτή προβλέπεται στον κανονισμό 1308/2013 για την κοινή οργάνωση των αγορών, ο οποίος αποτελεί μέρος της κοινής γεωργικής πολιτικής της ΕΕ.
Οι συμφωνίες θα πρέπει να επιδιώκουν ορισμένους περιβαλλοντικούς στόχους, τη μείωση της χρήσης φυτοφαρμάκων και του κινδύνου της μικροβιακής αντοχής, καθώς και την προστασία της υγείας και της καλής διαβίωσης των ζώων. Συμβαλλόμενα μέρη των συμφωνιών θα πρέπει να είναι παραγωγοί γεωργικών προϊόντων που ενδεχομένως ενεργούν από κοινού με άλλους παράγοντες της αλυσίδας εφοδιασμού.
Το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο ζήτησαν από την Επιτροπή να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τους όρους εφαρμογής της εν λόγω παρέκκλισης έως τις 8 Δεκεμβρίου 2023. Αυτές θα συμβάλουν επίσης στην εκπλήρωση της εντολής της Επιτροπής στο πλαίσιο της στρατηγικής «Από το αγρόκτημα στο πιάτο» να αποσαφηνίσει το πεδίο εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού σε σχέση με συλλογικές δράσεις στον τομέα της γεωργίας.
Η Επιτροπή διαβουλεύεται με τα ενδιαφερόμενα μέρη για να κατανοήσει τους τύπους συμφωνιών βιωσιμότητας που αυτά έχουν αναπτύξει έως σήμερα ή θα ήθελαν να αναπτύξουν, τους δυνητικούς περιορισμούς που μπορούν να επιφέρουν αυτές οι συμφωνίες στον ανταγωνισμό, καθώς και τις πιθανές επιπτώσεις που μπορεί να έχει αυτή η συνεργασία στην προσφορά, στις τιμές και στην καινοτομία.
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή ζητά τις απόψεις ιδίως των πρωτογενών παραγωγών και των οργανώσεών τους, των μεταποιητών, των κατασκευαστών, των χονδρεμπόρων, των λιανεμπόρων, των παρόχων εισροών, καθώς και των διεπαγγελματικών οργανώσεων. Στη διαβούλευση μπορούν να συμμετέχουν και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως τομεακοί αναλυτές, ακαδημαϊκοί και οργανώσεις που ειδικεύονται σε θέματα γεωργικής βιωσιμότητας.
Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη καλούνται να υποβάλουν τις απόψεις τους στον ιστότοπο διαβούλευσης της Επιτροπής έως τις 23 Μαΐου 2022. Η Επιτροπή θα εξετάσει προσεκτικά όλες τις παρατηρήσεις και θα δημοσιεύσει τα σχόλια των ενδιαφερόμενων μερών, καθώς και μια σύνοψη των κύριων πορισμάτων και συμπερασμάτων στον ιστότοπο της διαβούλευσης. Η Επιτροπή σχεδιάζει να διεξαγάγει δημόσια διαβούλευση σχετικά με το σχέδιο κατευθυντήριων γραμμών το 2023.
Ιστορικό
Το άρθρο 101 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ΣΛΕΕ») απαγορεύει συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων που περιορίζουν τον ανταγωνισμό. Ωστόσο, το άρθρο 42 της ΣΛΕΕ προβλέπει ότι οι κανόνες του ανταγωνισμού εφαρμόζονται στον τομέα της γεωργίας μόνο κατά το μέτρο που ορίζεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης της κοινής γεωργικής πολιτικής για την περίοδο 2023-2027, οι συννομοθέτες ενέκριναν το 2021 νέα παρέκκλιση από τους κανόνες ανταγωνισμού για τα γεωργικά προϊόντα.
Η νέα παρέκκλιση περιλαμβάνεται στο άρθρο 210α του κανονισμού 2021/2117, ο οποίος τροποποιεί τον κανονισμό 1308/2013 για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων. Η διάταξη ορίζει ότι επιτρέπονται συμφωνίες που αποσκοπούν στην επίτευξη ορισμένων στόχων βιωσιμότητας με την εφαρμογή προτύπων υψηλότερων από αυτά επιβάλλει η ενωσιακή και/ή η εθνική νομοθεσία, υπό την προϋπόθεση ότι τυχόν περιορισμοί του ανταγωνισμού που προκύπτουν λόγω αυτών των συμφωνιών είναι απαραίτητοι για την επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων. Επιπλέον, η Επιτροπή και οι εθνικές αρχές ανταγωνισμού έχουν το δικαίωμα να διακόψουν ή να ζητήσουν τροποποιήσεις των συμφωνιών βιωσιμότητας, εάν αυτό είναι αναγκαίο προκειμένου να αποτραπεί ο αποκλεισμός του ανταγωνισμού ή εάν κριθεί ότι τίθενται σε κίνδυνο οι στόχοι που ορίζονται στο άρθρο 39 της ΣΛΕΕ.