H τροφιμογενής αλλαντίαση είναι μία σχετικά σπάνια ασθένεια αλλά με υψηλό ποσοστό θνησιμότητας.
Ετήσια Επιδημιολογική Έκθεση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων, για το 2022
Σύμφωνα με σημερινή έκθεση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και ελέγχου νοσημάτων ECDC, το 2022, αναφέρθηκαν 84 επιβεβαιωμένα κρούσματα αλλαντίασης στην ΕΕ/ΕΟΧ. Μεταξύ 30 χωρών, 17 χώρες κοινοποίησαν μηδενικά κρούσματα. Το συνολικό ποσοστό κοινοποίησης ήταν 0,02 περιπτώσεις ανά 100.000 πληθυσμού. Η Μάλτα ανέφερε το υψηλότερο ποσοστό κοινοποίησης (0,34 περιπτώσεις ανά 100.000 πληθυσμού), ακολουθούμενη από τη Ρουμανία (0,08 περιπτώσεις ανά 100.000 πληθυσμό) και την Ιταλία (0,05 περιπτώσεις ανά 100.000 πληθυσμό). Το υψηλότερο ποσοστό κοινοποίησης αναφέρθηκε στα βρέφη, με 0,2 περιπτώσεις ανά 100.000 πληθυσμού.
Η τροφιμογενής αλλαντίαση είναι η πιο κοινή μορφή της νόσου ( που εμφανίζεται επίσης ως εντερική και αλλαντίαση τραύματος) και είναι μια σχετικά σπάνια αλλά σοβαρή ασθένεια στην ΕΕ/ΕΟΧ με υψηλή θνησιμότητα. Η τροφιμογενής αλλαντίαση συχνά προκαλείται από ανεπαρκή επεξεργασία, κονσερβοποιημένων στο σπίτι τροφίμων ή από κονσέρβες ή τρόφιμα που έχουν υποστεί ζύμωση (π.χ. λαχανικά, κρέας ή ψάρι). Η πιο κοινή πηγή αλλαντίασης στην Ιταλία ήταν τα σπιτικά κονσερβοποιημένα λαχανικά, στη Ρουμανία τα κονσερβοποιημένα προϊόντα χοιρινού και ζαμπόν στο σπίτι και στη Γαλλία τα κονσερβοποιημένα τρόφιμα και τα σπιτικά προϊόντα.
Τα συμπτώματα της αλλαντίασης χαρακτηρίζονται από φθίνουσα, χαλαρή παράλυση που μπορεί να προκαλέσει αναπνευστική ανεπάρκεια. Τα συμπτώματα μπορεί να είναι πολύ σοβαρά και απαιτούν νοσηλεία σε ΜΕΘ καθώς και χορήγηση αντιτοξίνης. Ακόμη και όπου αυτές οι θεραπείες είναι διαθέσιμες, η πλήρης ανάρρωση διαρκεί συνήθως εβδομάδες έως μήνες και το 5–10% των περιπτώσεων είναι θανατηφόρα. Σε αντίθεση με την τροφιμογενή αλλαντίαση, η βρεφική αλλαντίαση εμφανίζεται λόγω της κατάποσης σπορίων C. botulinum, τα οποία βλασταίνουν σε βακτήρια και απελευθερώνουν BoNTs στο έντερο όταν οι φυσικές άμυνες στα έντερα των βρεφών δεν έχει αναπτυχθεί πλήρως. Παρόλο που τα βρέφη είναι η πιο πληγείσα ομάδα, όλοι οι θάνατοι από αλλαντίαση συνέβησαν μεταξύ των δύο μεγαλύτερων ηλικιακών ομάδων (45–64 ετών και άνω των 65 ετών) σύμφωνα με την έκθεση του ECDC.