Ομάδα βρετανών ερευνητών καλούν τόσο την κυβέρνηση όσο και τη βιομηχανία να αναλάβουν δράση για τη μείωση της πρόσληψης ζάχαρης από τα μικρά παιδιά.
Η αναδιαμόρφωση των συνταγών των προϊόντων και οι σαφέστερες διατροφικές πληροφορίες στις συσκευασίες τροφίμων, θα μπορούσαν να κάνουν την επιθυμητή διαφορά και να φέρουν αποτελέσματα, όπως σημειώνουν οι ερευνητές, αφού μια μελέτη σε 2.336 παιδιά, αποκαλύπτει ότι τουλάχιστον το 80% των παιδιών ηλικίας επτά ετών, υπερέβησαν το συνιστώμενο όριο του 10% των ημερήσιων θερμίδων από ελεύθερα σάκχαρα.
Τα ευρήματα δείχνουν ότι τα παιδιά στο Ηνωμένο Βασίλειο αρχίζουν να καταναλώνουν ελεύθερα σάκχαρα σε πολύ νεαρή ηλικία και ότι η πρόσληψη ζάχαρης από πολλά νήπια υπερβαίνει τη μέγιστη συνιστώμενη ποσότητα για παιδιά ηλικίας τεσσάρων ετών και άνω.
Σύμφωνα με τις συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, τα ελεύθερα σάκχαρα δεν πρέπει να αποτελούν περισσότερο από το 10% (12 κουταλάκια του γλυκού) των ημερήσιων θερμίδων, με το 5% ν αποτελεί τον συνιστώμενο στόχο για βέλτιστη υγεία. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπως αναφέρει το Nutrition Insight, η μέγιστη ημερήσια πρόσληψη ζάχαρης για παιδιά επτά έως δέκα ετών είναι 50 γραμμάρια ή 12 κουταλάκια του γλυκού.
Ωστόσο, μόνο το 16% των νηπίων ηλικίας 21 μηνών και λιγότερο από το 2% των επτά ετών, ανταποκρίθηκε στη συνιστώμενη πρόσληψη ελεύθερων σακχάρων, η οποία δεν υπερβαίνει το 10% των συνολικών ημερήσιων θερμίδων.
Κατά μέσο όρο, τα νήπια του Ηνωμένου Βασιλείου λαμβάνουν περισσότερα από έξι κουταλάκια του γλυκού (25,6 γραμμάρια) ελεύθερης ζάχαρης την ημέρα και μέχρι την ηλικία των επτά ετών, η ποσότητα αυξάνεται σε 18 κουταλάκια του γλυκού (57,4 γραμμάρια).
Η υπερβολική πρόσληψη ζάχαρης οφείλεται «σε μεγάλο βαθμό στις υψηλές ποσότητες προστιθέμενης ζάχαρης στις σύγχρονες δίαιτες»,όπως δηλώνουν οι ερευνητές, ενώ προσθέτουν πως το μεγαλύτερο μέρος της πρόσληψης ζάχαρης για τα νήπια και τα παιδιά προέρχεται από χυμούς φρούτων, γιαούρτια, προϊόντα ζαχαροπλαστικής με βάση τη σοκολάτα, κέικ και αρτοσκευάσματα.
Μια πρόσφατη μελέτη αποκάλυψε επίσης ότι οι ισχυρισμοί και τα διαφημιστικά μηνύματα των προϊόντων θα μπορούσαν να παραπλανήσουν τους γονείς σχετικά με τα διατροφικά οφέλη του προϊόντος για τα παιδιά τους
Παχύσαρκα παιδιά – παχύσαρκοι ενήλικες
Τα παιδιά που έχουν παχυσαρκία, είναι πιο πιθανό να παραμείνουν παχύσαρκα και στην ενηλικίωση, με τον σχετικό κίνδυνο αρκετών σοβαρών παθήσεων υγείας όπως οι καρδιακές παθήσεις, ο διαβήτης τύπου 2 και διάφοροι τύπο καρκίνων. Ωστόσο, η μείωση των επιπέδων παιδικής παχυσαρκίας στο Ηνωμένο Βασίλειο είχε περιορισμένα αποτελέσματα.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, οι αρχές και οι παραγωγοί θα πρέπει να εργαστούν για την αναδιαμόρφωση των συνταγών των προϊόντων που αποτελούν τις κύριες πηγές προστιθέμενης ζάχαρης στη διατροφή των παιδιών, συμπεριλαμβανομένων των γιαουρτιών, των ποτών χυμών και όλων των ειδών γλυκών.
Επιπλέον, πρέπει να γίνει περισσότερη έρευνα σχετικά με τη σχέση μεταξύ της πρόσληψης ελεύθερης ζάχαρης κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας και του κινδύνου παχυσαρκίας στη μετέπειτα ζωή.
Η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) ανέφερε ότι, σε γενικές γραμμές, οι περισσότεροι ευρωπαϊκοί πληθυσμοί υπερβαίνουν τη συνιστώμενη προστιθέμενη πρόσληψη ζάχαρης.
Εν τω μεταξύ, ο ΠΟΥ επέλεξε το Ηνωμένο Βασίλειο για να ηγηθεί ενός νέου δικτύου μείωσης της ζάχαρης και των θερμίδων για την επίτευξη αυτού του σκοπού σε ολόκληρη την Ευρώπη. Θα πραγματοποιηθούν εργασίες με τη βιομηχανία τροφίμων και ποτών για τη μείωση των προϊόντων με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά, αλάτι και ζάχαρη, συμβάλλοντας στην αντιμετώπιση των παγκόσμιων ποσοστών παχυσαρκίας.