Ερευνητές ανέλυσαν χαβιάρι που πωλείται σε χώρες της Ευρώπης και ανακάλυψαν πως τα μισά από τα εμπορικά προϊόντα χαβιαριού είναι παράνομα και μερικά δεν περιέχουν καν ίχνος οξύρρυγχου!
Συγκλονιστικά είναι τα ευρήματα έρευνας, σχετικά με το χαβιάρι που πωλείται στην Ευρώπη και παράγεται από τις χώρες του Κάτω Δούναβη ((Βουλγαρία, Ρουμανία, Σερβία και Ουκρανία).
Το άγριο χαβιάρι που είναι και το πιο ακριβό, παράγεται από αυγά οξύρρυγχου, και είναι παράνομο εδώ και δεκαετίες από τότε που η λαθροθηρία έφερε το ψάρι στο χείλος της εξαφάνισης. Στην Ευρώπη, ο Δούναβης είναι ο τελευταίος ποταμός με λειτουργικούς πληθυσμούς οξύρρυγχων Beluga ( Huso huso ), ρώσικους ( Acipenser gueldenstaedtii ), αστεροειδή ( Acipenser stellatus ) και στερλίνο ( Acipenser ruthenus ). Σήμερα, το νόμιμο, διεθνώς εμπορεύσιμο χαβιάρι μπορεί να προέρχεται μόνο από εκτρεφόμενο οξύρρυγχο και υπάρχουν αυστηροί κανονισμοί για την προστασία του είδους. Ως εκ τούτου, η αλιεία οξύρρυγχων δεν επιτρέπεται πλέον στον Δούναβη και στη Μαύρη Θάλασσα.
Από το 1998, όλα τα είδη οξύρρυγχου έχουν καταγραφεί στη Σύμβαση για το Διεθνές Εμπόριο Απειλούμενων Ειδών Άγριας Πανίδας και Χλωρίδας (CITES) και επιπλέον, ένα καθολικό σύστημα σήμανσης χαβιαριού εισήχθη το 2000 για την καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου. Ενώ οι κανονισμοί CITES ισχύουν γενικά για το διεθνές εμπόριο, αυτές οι ετικέτες απαιτούνται επίσης για το εμπόριο χαβιαριού εντός της ΕΕ. Αυτοί οι κανονισμοί όμως παραβιάζονται κατάφορα σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Current Biology και υποστηρίχθηκε με χρηματοδότηση από το EU-LIFE και με τη συνδρομή της WWF.
Οι ερευνητές αγόρασαν χαβιάρι από Βουλγαρία, Ρουμανία, Σερβία και Ουκρανία από τοπικά και ηλεκτρονικά καταστήματα, εστιατόρια, μπαρ, τοπικές αγορές, μεσάζοντες, εγκαταστάσεις υδατοκαλλιέργειας και ψαράδες, προκειμένου να επαληθεύσουν τις πηγές προϊόντων οξύρυγχου. Συνολικά, συνέλεξαν και ανέλυσαν 149 δείγματα κρέατος χαβιαριού και οξύρρυγχου.
Η έρευνα οδήγησε στο συμπέρασμα, πως τα μισά από τα εμπορικά προϊόντα χαβιαριού είναι παράνομα και μερικά δεν περιέχουν καν ίχνος οξύρρυγχου! Για παράδειγμα τρία από τα δείγματα, που σερβίρονται στη Ρουμανία σε ένα πιάτο που ονομάζεται «σούπα οξύρρυγχου», δεν ήταν καθόλου οξύρρυγχος. Αντίθετα, οι ερευνητές αναγνώρισαν το ψάρι ως ευρωπαϊκό γατόψαρο και πέρκα του Νείλου.
Μετά την ανάλυση του DNA και των μοτίβων ισοτόπων κάθε δείγματος, η ομάδα διαπίστωσε ότι το 21% των δειγμάτων προέρχονταν από άγριους οξύρρυγχους και ότι αυτά τα άγρια ψάρια πωλούνταν σε όλες τις χώρες που μελετήθηκαν. Διαπίστωσαν επίσης ότι το 29% των δειγμάτων παραβίαζε τους κανονισμούς CITES και τους εμπορικούς νόμους, οι οποίοι περιελάμβαναν χαβιάρι που απαριθμούσε το λάθος είδος οξύρρυγχου ή λάθος χώρα προέλευσης, και κατηγοριοποίησαν ένα άλλο 32% των δειγμάτων ως “εξαπάτηση πελατών”, όπως δείγματα που δηλώθηκαν ως άγρια προϊόντα που στην πραγματικότητα προέρχονται από υδατοκαλλιέργεια.
«Τα αποτελέσματά μας δείχνουν μια συνεχιζόμενη ζήτηση για προϊόντα άγριου οξύρρυγχου, η οποία είναι ανησυχητική, καθώς αυτά τα προϊόντα θέτουν σε κίνδυνο τους πληθυσμούς άγριων οξύρρυγχων», γράφουν οι ερευνητές. «Η επίμονη ζήτηση τροφοδοτεί τη λαθροθηρία και δείχνει ότι οι καταναλωτές δεν αποδέχονται πλήρως τα προϊόντα υδατοκαλλιέργειας ως υποκατάστατο. Επιπλέον, το χαβιάρι που πωλείται κατά παράβαση των υποχρεώσεων της CITES και της ΕΕ αμφισβητεί την αποτελεσματικότητα των ελέγχων γενικά και το σύστημα επισήμανσης ειδικότερα».
«Η έρευνά μας για την αγορά αποκαλύπτει έλλειψη ευαισθητοποίησης και προσπαθειών σε ολόκληρη την αλυσίδα της αγοράς και σε όλους τους συμμετέχοντες. Οι ανεπαρκείς έλεγχοι οδηγούν σε σημαντική υποτίμηση αυτών των παράνομων δραστηριοτήτων. Ως εκ τούτου, ο έλεγχος του εμπορίου χαβιαριού και οξύρρυγχου στην ΕΕ και στα υποψήφια κράτη μέλη χρειάζεται επειγόντως βελτίωση για να διασφαλιστεί ότι οι πληθυσμοί του οξύρρυγχου του Δούναβη θα έχουν μέλλον» καταλήγουν οι ερευνητές.