Μελέτη αποκαλύπτει ότι η καθυστερημένη εφηβεία στα αγόρια συνδέεται με αυξημένες πιθανότητες εμφάνισης διαβήτη τύπου 2 στην ενήλικη ζωή
Μια νέα επιστημονική μελέτη που παρουσιάστηκε στο πρώτο κοινό συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Παιδιατρικής Ενδοκρινολογίας (ESPE) και της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Ενδοκρινολογίας (ESE) φέρνει στο προσκήνιο τη σχέση εμφάνισης διαβήτη τύπου 2 και της καθυστερημένης έναρξης της εφηβείας στα αγόρια.
Ο διαβήτης τύπου 2 αποτελεί την κυρίαρχη μορφή της νόσου και συσχετίζεται με μεταβολικές δυσλειτουργίες που προκύπτουν είτε από ανεπάρκεια παραγωγής ινσουλίνης είτε από αντίσταση του οργανισμού στη δράση της. Ενώ παραδοσιακά θεωρούνταν νόσος της μέσης ηλικίας, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αύξηση της εμφάνισής του σε νεότερες ηλικίες, γεγονός που ωθεί τους επιστήμονες να αναζητήσουν νέους, λιγότερο προφανείς παράγοντες κινδύνου.
Η μελέτη διεξήχθη από ομάδα ερευνητών από το Ιατρικό Κέντρο Sheba και άλλα επιστημονικά ιδρύματα του Ισραήλ. Εξέτασε στοιχεία από σχεδόν ένα εκατομμύριο έφηβα αγόρια ηλικίας 16 έως 19 ετών, τα οποία είχαν καταγραφεί κατά την κατάταξή τους στον στρατό την περίοδο 1992–2015. Από αυτούς, 4.307 είχαν διαγνωστεί με καθυστερημένη εφηβεία. Η παρακολούθηση των συμμετεχόντων συνεχίστηκε έως το 2019 και κατέληξε σε πως τα αγόρια με καθυστερημένη εφηβεία είχαν περίπου 2,5 φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν διαβήτη τύπου 2 στην πρώιμη ενήλικη ζωή από εκείνα που δεν παρουσίασαν καθυστέρηση στην ήβη.
Ακόμη και όταν λήφθηκαν υπόψη παράγοντες όπως το βάρος, το μορφωτικό επίπεδο, η γνωστική λειτουργία, η κοινωνικοοικονομική κατάσταση και το έτος γέννησης, ο σχετικός κίνδυνος παρέμεινε υψηλός. Συγκεκριμένα, μετά την προσαρμογή για το βάρος, ο κίνδυνος εμφάνισης διαβήτη τύπου 2 ήταν 37% μεγαλύτερος σε εφήβους με καθυστερημένη εφηβεία. Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι 140 ανά 100.000 άτομα με καθυστερημένη εφηβεία εμφάνιζαν ετησίως διαβήτη τύπου 2, έναντι μόλις 41 ανά 100.000 στους συνομηλίκους τους χωρίς την ίδια αναπτυξιακή καθυστέρηση.