Οι παράγοντες πίσω από την απόφαση των μητέρων να προσφέρουν εξαιρετικά επεξεργασμένα γεύματα σε παιδιά έως 5 ετών.
Τα αυξανόμενα στοιχεία για τις αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία των υπερεπεξεργασμένων προϊόντων υποδεικνύουν την ανάγκη ανάπτυξης στρατηγικών για την αποθάρρυνση της κατανάλωσής τους από βρέφη και παιδιά. Και παρόλο που τα περισσότερα υπερεπεξεργασμένα προϊόντα θεωρούνται ανθυγιεινά, επιλέγονται συχνά από τους γονείς ως μέσο για την επίτευξη στόχων που σχετίζονται με την ευχαρίστηση και την απόλαυση των παιδιών.
Η ανάπτυξη στρατηγικών για τη μείωση της κατανάλωσης τέτοιων τροφίμων, απαιτεί μια βαθύτερη κατανόηση των παραγόντων που βασίζονται στην κατανάλωση τους από τα παιδιά. Στο πλαίσιο αυτό, μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Food Quality and Preference είχε στόχο να αναλύσει τους παράγοντες που διέπουν την απόφαση των μητέρων να προσφέρουν γεύματα που αποτελούνται από εξαιρετικά επεξεργασμένα προϊόντα κατά την πρώιμη παιδική ηλικία (από 6 μηνών έως 5 ετών).
Διεξήχθη διαδικτυακή έρευνα με 888 μητέρες. Οι ερευνητές έδειξαν στις συμμετέχουσες μια σειρά από εικόνες εξαιρετικά επεξεργασμένων γευμάτων και τους ζητήθηκε να υποδείξουν εάν θα τα πρόσφεραν στα παιδιά τους ή όχι. Μια επακόλουθη ερώτηση ανοιχτού τύπου χρησιμοποιήθηκε για να διερευνηθούν οι λόγοι που κρύβουν αρνητικές απαντήσεις.
Ένα αρκετά υψηλό ποσοστό μητέρων ανέφερε ότι θα πρόσφεραν τα εξαιρετικά επεξεργασμένα γεύματα στα παιδιά τους (48,5 % έως 64,5 %). Από την άλλη πλευρά, τα κίνητρα για τη μη προσφορά υπερεπεξεργασμένων γευμάτων στα παιδιά αφορούσαν κυρίως τον βαθμό επεξεργασίας των τροφίμων και τη διατροφική τους σύνθεση.
Αρκετές μεταβλητές του παιδιού (ηλικία, άρνηση αποδοχής υγιεινών τροφίμων από τα παιδιά), της μητέρας (μορφωτικό επίπεδο και κοινωνικοοικονομική κατάσταση) και του νοικοκυριού (παρουσία παιδιών άνω των 5 ετών) είχαν σημαντική επίδραση στην πιθανότητα οι μητέρες να προσφέρουν εξαιρετικά επεξεργασμένα γεύματα. Τα αποτελέσματα υπογραμμίζουν την ανάγκη εφαρμογής στρατηγικών για την αύξηση του αντιληπτού κινδύνου υπερ-επεξεργασμένων προϊόντων, ιδιαίτερα μεταξύ γονέων με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο και από χαμηλή κοινωνικοοικονομική κατάσταση.
Για να διαβάσετε ολόκληρη την έρευνα πατήστε ΕΔΩ.