Μια νέα σειρά δημοσκοπήσεων σε Βρετανούς αγοραστές, αποκαλύπτει μια σαφή έλλειψη κατανόησης όσον αφορά τις φιλικές προς το περιβάλλον συσκευασίες.
Αυτή η μελέτη, που πραγματοποιήθηκε από την Ένωση Βιοσυστημικών και Βιοαποικοδομήσιμων Βιομηχανιών (BBIA), παρέχει πληροφορίες σχετικά με την αντίληψη του κοινού για τα βιοπλαστικά και τις λιπασματοποιήσιμες συσκευασίες, καθώς και τη στάση των ανθρώπων απέναντι στις βιώσιμες συσκευασίες.
Οι συνεντεύξεις που πραγματοποιήθηκαν για χάρη της δημοσκόπησης, καταδεικνύουν σαφή σύγχυση με το ισχύον σύστημα επισήμανσης για τις πλαστικές συσκευασίες. Όλοι οι ερωτηθέντες ισχυρίστηκαν ότι τα λογότυπα ήταν συγκεχυμένα, με την πλειοψηφία να υποδηλώνει ότι δεν διαθέτουν τις πληροφορίες που χρειάζονται όσον αφορά τη διάθεση της συσκευασίας μετά τη χρήση του προϊόντος.
Ενώ τα σύμβολα «ανακυκλώσιμο» και «μη απορρίπτετε» αναγνωρίστηκαν ευρέως, με πάνω από το 90% να τα ταυτοποιούν σωστά, μόνο το 10% των ερωτηθέντων ήταν σε θέση να ονομάσουν την ετικέτα με δυνατότητα κομποστοποίησης.
Η κατανόηση της σχετικής ορολογίας από τους καταναλωτές ήταν επίσης κάπως μπερδεμένη. Η πλειοψηφία των ερωτηθέντων είχε σαφή άποψη για το τι σημαίνει «λιπασματοποιήσιμο», παρά το γεγονός ότι δεν αναγνώρισε σωστά την ετικέτα. Ωστόσο, όταν ρωτήθηκαν για το τι πρέπει να γίνει με τις λιπασματοποιήσιμες συσκευασίες μετά τη χρήση, οι μισοί από αυτούς δεν ήταν σίγουροι.
Επίσης, αναδείχθηκε το γεγονός ότι ακόμα λιγότερο γνωστά στο βρετανικό κοινό ήταν τα πλαστικά με βάση τα φυτικά συστατικά. Σχεδόν κανείς δεν μπόρεσε να περιγράψει με επιτυχία τι είναι τα βιοπλαστικά, όμως αρκετοί αναγνώρισαν πως μάλλον είναι κάτι θετικό.
Οι καταναλωτές που ερωτήθηκαν, καταβάλλουν συνειδητή προσπάθεια να «αγκαλιάσουν» τη βιωσιμότητα στις αγοραστικές τους συνήθειες, με το 65% από αυτούς να δηλώνουν ότι θα αναβάλουν την αγορά ενός προϊόντος, εάν η συσκευασία του δεν είναι φιλική προς το περιβάλλον.
Οι περισσότεροι ισχυρίστηκαν επίσης ότι θα πλήρωναν περισσότερα χρήματα για να αγοράσουν προϊόντα με βιώσιμες συσκευασίες.
Ωστόσο, υπάρχουν όρια σχετικά με τα ποσά τα οποία θα ήταν πρόθυμοι να καταβάλουν προκειμένου να υιοθετήσουν μια αγοραστική συμπεριφορά πιο φιλική προς τη βιωσιμότητα. Για παράδειγμα, ορισμένοι αγοραστές σημείωσαν ότι θα πλήρωναν μόνο ένα μικρό ποσό επιπλέον για φιλικές προς το περιβάλλον συσκευασίες. Άλλοι ισχυρίστηκαν ότι θα χρειάζονταν σαφή διαβεβαίωση για το τι «καλό» κάνει η συσκευασία πριν πληρώσουν αυτό το επιπλέον χρηματικό τίμημα.
Ενώ οι περισσότεροι ερωτηθέντες προσπαθούσαν να κάνουν πιο βιώσιμες επιλογές, το 100% συμφώνησε ότι θα μπορούσαν να κάνουν περισσότερα για να ζήσουν με έναν τρόπο πιο φιλικό προς το περιβάλλον, αναφέροντας ως κύρια εμπόδια για την πραγματοποίηση αυτών των αλλαγών το κόστος, το χρόνο και την έμπνευση.
Οι καταναλωτές με τις απαντήσεις τους ανέδειξαν την αναγκαιότητα για πιο συνεπείς και σαφείς πληροφορίες, ώστε να βοηθήσουν στην καθοδήγηση των αποφάσεών τους. Επί του παρόντος, η Google, η Greenpeace και ο ιστότοπος της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου είναι οι πηγές στις οποίες βασίζονται συχνότερα για να αντλήσουν πληροφορίες σχετικά με τη συσκευασία, τα πλαστικά και τις βιώσιμες εναλλακτικές λύσεις.
Ωστόσο, οι ερωτηθέντες πιστεύουν ότι οργανισμοί όπως η κυβέρνηση, τα μέσα ενημέρωσης και οι ίδιες οι εταιρείες συσκευασίας θα πρέπει να κάνουν περισσότερα για να εκπαιδεύσουν τους αγοραστές, με έναν σημαντικό αριθμό να δηλώνει ότι η ευθύνη δεν πρέπει να βαρύνει τους ίδιους τους καταναλωτές.
Ο Συντονιστής Του Προγράμματος Χρησιμοποιήσιμων Συσκευασιών Καθηγητής José Maria Lagarón, σχολίασε σύμφωνα με το International Super Market News:
“Η έρευνα δίνει πολύτιμες πληροφορίες για τη στάση των καταναλωτών σε σχέση με τη συσκευασία και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν σήμερα. Οι συνεντεύξεις αποδεικνύουν ότι το ισχύον σύστημα είναι πραγματικά συγκεχυμένο και ότι οι άνθρωποι χρειάζονται πιο σαφείς και συνεπείς πληροφορίες για να καθοδηγήσουν τις επιλογές τους.
“Οι Βρετανοί επιθυμούν να κάνουν μια προσπάθεια για την προστασία του περιβάλλοντος. Ωστόσο, η προσπάθεια αυτή πρέπει να είναι γρήγορη και εύκολη, με πολλούς να πιστεύουν ότι η πρωταρχική ευθύνη για να επιτρέψει αυτή την αλλαγή, εναπόκειται στην κυβέρνηση.”