Απλά καθημερινά τρόφιμα μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως θεραπεία, αντί για ακριβά φάρμακα, για την απευαισθητοποίηση των ασθενών.
Τον Ιούλιο του 2016, η Natasha Ednan-Laperouse απεβίωσε σε ηλικία μόλις 15 ετών, έπειτα από κατανάλωση μιας μπαγκέτας Pret a Manger, η οποία δεν είχε στην ετικέτα της αναφορά για παρουσία σησαμιού, στο οποίο ήταν αλλεργική, στο αεροδρόμιο Heathrow του Λονδίνου. Σε μνήμη της άτυχης Natasha, ο νέος νόμος για τα αλλεργιογόνα συστατικά και τρόφιμα στη Βρετανία που τέθηκε σε ισχύ από την 1η Οκτωβρίου, φέρει το όνομα της, και λέγεται «Νόμος της Natasha» και απαιτεί από όλους τους εμπόρους λιανικής πώλησης τροφίμων να επιδεικνύουν πλήρη ετικέτα συστατικών και αλλεργιογόνων σε κάθε είδος τροφίμου.
Οι γονείς, Tanya και ο Nadim Ednan -Laperouse δημιούργησαν το Natasha Allergy Research Foundation και έκαναν εκστρατεία για την αλλαγή του νόμου σχετικά με το κενό στην επισήμανση των τροφίμων.
Πρόσφατα το ίδρυμα χρηματοδότησε μια κλινική δοκιμή στο Ηνωμένο Βασίλειο, στο Πανεπιστήμιο του Σαάουθαμπτον, με στόχο να διαπιστώσουν εάν τα κοινά γαλακτοκομικά και φιστίκια, όταν καταναλώνονται υπό την επίβλεψη ιατρικού προσωπικού μπορούν να αποτελέσουν θεραπεία για άτομα που υποφέρουν με χρόνιες τροφικές αλλεργίες. Πρόκειται για ένα πρόγραμμα δοκιμής στοματικής ανοσοθεραπείας αξίας 2,2 εκ λιρών με στόχο να αποδείξει ότι απλά καθημερινά τρόφιμα μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως θεραπείες, αντί για ακριβά φάρμακα, για την απευαισθητοποίηση των ασθενών.
Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία καλύπτει ένα μεγάλο κενό που υπάρχει σε αυτόν τον τομέα της ιατρικής και μια απάντηση στις ακριβές ανοσοθεραπείες με καθημερινές λύσεις. Θα αποτελούσε, επιπρόσθετα, ένα διττό όφελος για το Εθνικό Σύστημα Υγείας της Βρετανίας. Η δοκιμή ονομάστηκε και αυτή NATASHA ως φόρος τιμής στο ίδρυμα και την άτυχη 15χρονη. Στη μελέτη, θα συμμετέχουν 216 άτομα ηλικίας 3-23 ετών με αλλεργία στο γάλα και ηλικίας 6-26 ετών με αλλεργία στο φιστίκι. Έπειτα από ένα 12μηνο αρχικό διάστημα απευαισθητοποίησης, οι συμμετέχοντες θα παρακολουθούνται τακτικά για άλλα δύο χρόνια για να μετρηθεί η αποτελεσματικότητα, αλλά και η ασφάλειά τους.